Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Το διπλό έγκλημα της Μυκόνου


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Συγγνώμη, αλλά όλοι αυτοί που διασκεδάζουν στη Μύκονο (και αλλού) σε εκείνο το πάρτι με τον Ρέμο (αλλά και σε όλα τα άλλα πανάκριβα γλέντια που δεν μαθαίνουμε), πνίγοντας τον (μνημονιακό) πόνο τους σε μια θάλασσα από σαμπάνια, εκστασιαζόμενοι με τα υβριστικά σχόλια για την αναπηρία του Σόιμπλε, μπορούν να θεωρούνται Έλληνες;

Και κάτι περισσότερο: Μπορούν να θεωρούνται άνθρωποι;

Είναι οι ίδιοι που πριν από την κρίση γέμιζαν τα νυχτερινά κέντρα της παραλίας και έμεναν εκεί ως το πρωί.


Τους συναντούσαν, έβλεπαν τα αυτοκίνητά τους παρκαρισμένα παράνομα κατά μήκος της παραλίας, τους παρακολουθούσαν να βγαίνουν κακαρίζοντας, όλοι οι Έλληνες που εκείνη την ώρα ξεκινούσαν για τη δουλειά τους.

Αλλά και εκείνοι που δεν διασκέδαζαν μαζί τους, αλλά κυνηγούσαν το μεροκάματο, έβρισκαν αυτές τις συμπεριφορές φυσιολογικές – σχεδόν τους ζήλευαν και ήθελαν να τους μοιάσουν. 

Γιατί αυτές οι συμπεριφορές δεν είχαν στιγματιστεί ως αντιπαραγωγικές και αντικοινωνικές.

Λίγο μετά την είσοδο της χώρας στην περιπέτεια του ΔΝΤ και πριν ο Όλι Ρεν προλάβει να μας αποχαιρετίσει με την περίφημη φράση του «Καλό Κουράγιο», Άνοιξη του 2010, στη Μύκονο οι ίδιοι «άνθρωποι» επινόησαν το σύνθημα «Όλι Ρεν, Όλι Ρεν δεν θα πας πάρεις τα Καγιέν»!

Η χώρα ετοιμαζόταν να πληρώσει βαρύ φόρο αίματος, αλλά και πάλι δεν στιγματίστηκε όσο έπρεπε αυτή η συμπεριφορά.

Αντίθετα, ακόμη και αυτοί που ετοιμάζονταν να πληρώσουν αυτά που δεν είχαν, αντιμετώπισαν το φαινόμενο με απάθεια, με μια «λογική» του τύπου «αν δεν μπορούμε να σώσουμε εμείς τις συντάξεις και τους μισθούς μας, ας σώσουν αυτοί τα Καγιέν τους».

Τραβηγμένο; 

Κατά τη γνώμη μου, όχι. 

Διότι ακόμη και όταν έκανε την εμφάνισή του το περίφημο «Κίνημα των Αγανακτισμένων», η «αγανάκτηση» δεν στόχευε αυτά τα φαινόμενα.

Στόχος της, έγινε το κοινοβουλευτικό πολίτευμα.

Και δεν υπάρχει ούτε ένα σύνθημα που να απαιτεί να πληρώσουν οι φοροφυγάδες.

Η είδηση ότι στην Μύκονο ξεσάλωσαν οι ίδιοι άνθρωποι, παριστάνοντας ότι… αντιστέκονται στο μνημόνιο, συνέπεσε με τη συζήτηση στη Βουλή του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών.

Και τι έγινε;

Ο νόμος ψηφίστηκε μόνο από τα κόμματα της κυβέρνησης, με όλους τους υπόλοιπους να τον καταψηφίζουν μετά πολλών επαίνων.

Είναι ένας νόμος που σκοπό έχει να αντιμετωπίσει όλες εκείνες τις πρακτικές που επιτρέπουν σ’ αυτούς τους κυρίους να διασκεδάζουν κολυμπώντας σε θάλασσες από σαμπάνια, την ώρα που μεγάλο τμήμα του πληθυσμού τρέφεται στα συσσίτια:

Δόλια μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, προσωπική ευθύνη όλων όσοι κρύβονται πίσω από διάφορους εταιρικούς τίτλους, με αποτέλεσμα στο τέλος να φταίει ένα πτωχευμένο νομικό πρόσωπο, ενώ οι πραγματικά υπεύθυνοι έχουν φυγαδέψει τις περιουσίες τους στο εξωτερικό, δόλιες πτωχεύσεις νομικών προσώπων, άρνηση συνεργασίας με τις φορολογικές αρχές, ανακριβείς εκδόσεις παραστατικών ή πλαστών φορολογικών στοιχείων, νόθευση φορολογικών στοιχείων, έλεγχος των ενδοομιλικών συναλλαγών, αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας κλπ.

Και όμως. Αντί να πάνε όλοι να ψηφίσουν – και μετά να ελέγχουν αν ο νόμος τηρείται – καταψήφισαν επιχειρηματολογώντας ουσιαστικά υπέρ των φοροφυγάδων – αν και υποστήριζαν ότι προστατεύουν τον μέσο φορολογούμενο.

Αλλά οι διατάξεις αυτές δεν αφορούν και δεν μπορούν να αφορούν τον μέσο φορολογούμενο.

Και ενώ δεν σταματούμε να επαναλαμβάνουμε ότι έχει εξαντληθεί η φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων, δεν ψήφισαν τον νόμο που θα βοηθήσει στη σύλληψη όλων αυτών που το μαύρο χρήμα ρέει εκ των μπατζακίων τους, όπως η σαμπάνια στα νυχτερινά τους στέκια.

Οι προστάτες των τελευταίων μάλιστα, προέβαλαν και ένσταση αντισυνταγματικότητας!

Το περιστατικό της Μυκόνου έκανε τον γύρο του κόσμου, εκθέτοντας την Ελλάδα και δίνοντας αφορμές για δηλητηριώδη σχόλια εναντίον της χώρας μας και πλήττοντας το ίδιο το κυκλαδίτικο νησί.

Το έγκλημα δηλαδή αυτών των γελοίων επιδειξιών είναι διπλό, βαρύτερο από αυτήν καθαυτή τη φοροδιαφυγή και το μαύρο χρήμα που εξακολουθούν να διακινούν.

Υπάρχουν δηλαδή και άλλοι λόγοι πλην φοροδιαφυγής για να συλληφθεί κανείς…