Ότι απορροφά την οργή που έχει προκαλέσει η βίαιη δημοσιονομική αναπροσαρμογή, ότι η άνοδός της οφείλεται στα τρομακτικά ποσοστά της ανεργίας, στο κύμα της λαθρομετανάστευσης, στην αύξηση της εγκληματικότητας.
Και ότι, βέβαια, φταίνε το μνημόνιο, η τρόικα, η Μέρκελ, οι ευρωπαϊκές πολιτικές λιτότητας, το Δ΄ Ράιχ – κι’ ας μας λένε οι χρυσαυγίτες πως η σβάστικά δεν είναι κακό πράγμα, αφού προέρχεται από τον ελληνικό μαίανδρο.
Και επομένως, αρκεί να τελειώσουν όλα αυτά και το βίαιο αυτό φαινόμενο θα εξαφανιστεί ως δια μαγείας.
Πολιτική ίσων αποστάσεων
Η αλήθεια είναι πως η Χρυσή Αυγή αντιμετωπίστηκε από την αρχή με μεγάλη χαλαρότητα, ως ένα… βαριετέ με μερικές σκηνές βίας.
Και κυρίως, αντιμετωπίστηκε μικροκομματικά – αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στην πολιτική ίσων αποστάσεων που κράτησε ο ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή το επεισόδιο στο κοινωνικό παντοπωλείο του Δήμου Αθηναίων:
Όπως μας είπαν με ανακοίνωσή τους, η μεν Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, ο δε Καμίνης, όμως, προέβη σε «αποσπασματική ενέργεια επικοινωνιακού χαρακτήρα».
Και επιπλέον, κακώς ο δήμαρχος δεν επιτρέπει πάσης φύσεως συσσίτια στην Πλατεία του Συντάγματος.
Κατά τη γνώμη του ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, η κεντρική πλατεία της Αθήνας πρέπει να μετατραπεί σε ένα θέατρο εξευτελισμού, όπου οι άνθρωποι θα συνωστίζονται για να τους πετάξουν ένα κομμάτι ψωμί οι πάσης φύσεως «ελεήμονες» - και ενώ είναι γνωστό ότι υπάρχουν ειδικοί χώροι για να σιτίζονται οι δυσπραγούντες συμπολίτες μας.
Αυτός ο αχταρμάς, όμως, αυτό το «ναι μεν, αλλά», αυτό το ανακάτεμα βιαιοπραγιών και συσσιτίων, δεν αποτελεί παρά την συνέχεια μιας παράδοξης συμπεριφοράς κατά την οποία κάποια κόμματα συμπράττουν εντός του κοινοβουλίου με τη Χρυσή Αυγή, μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσουν μικροκομματικές τους σκοπιμότητες.
Έτσι, στις ενστάσεις αντισυνταγματικότητας (μόνιμη πρακτική η αμφισβήτηση της Αρχής της δεδηλωμένης) όλοι όσοι καταγγέλλουν την Χρυσή Αυγή (στις ανακοινώσεις τους, βέβαια) δεν έχουν κανένα πρόβλημα να προσμετρώνται σ’ αυτούς τους οποίους κατά τα λοιπά καταδικάζουν.
Ούτε έχουν κανένα πρόβλημα να ψηφίζονται οι δικές τους (ακοστολόγητες πάντα) προτάσεις νόμου από την Χρυσή Αυγή.
Ούτε και να συμφωνούν μαζί τους με διάφορες ευκαιρίες, όπως αυτές που δίδονται με αφορμή την υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ, όπου η Χρυσή Αυγή εμφανίζεται να συμφωνεί πότε με τον ΣΥΡΙΖΑ και πότε με τους ΑΝ.ΕΛ.
Με αποκορύφωμα την σύμπραξη Μιχαλολιάκου – Καμμένου, όταν από κοινού έστησαν κάλπη για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, αθροίζοντας τις υπογραφές των βουλευτών τους.
Δεν μας φταίει, λοιπόν, το μνημόνιο στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Μας φταίει η ανοχή και η μικροκομματική κουτοπονηριά, που οδηγεί σε αυτού του είδους τις συμπράξεις.
Είναι βέβαια βολικό να τα ρίχνουμε όλα στο μνημόνιο, μόνο που στην εποχή μας ο νεοναζισμός και η βία δεν ανθούν μόνο στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα λιτότητας.
Γι’ αυτό και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αντιμετωπίσει το θέμα ποινικά – πολύ πριν κάνουν την εμφάνισή τους τρόικες και μνημόνια.
Και βέβαια – θα το ξαναπώ – το χειρότερο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να κάνει πως δεν βλέπει ή να ακούει τις καθησυχαστικές αναλύσεις διαφόρων φωστήρων.
Η περίπτωση της Αυστρίας
Τα ίδια έλεγαν και διάφοροι Ευρωπαίοι πολιτικοί επιστήμονες όταν, το 2000, ο Γιοργκ Χάιντερ, που το 2008 σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα, ανέβασε τα ποσοστά του στην Αυστρία και έφθασε να μπει σε κυβέρνηση συνασπισμού.
Η ΕΕ είχε τότε επιβάλει κυρώσεις στην Αυστρία, προειδοποιώντας τον κυβερνητικό εταίρο τους ότι παίζει με τη φωτιά – αλλά οι «φωστήρες» το βιολί τους.
Τι μας έλεγαν;
Μα ότι ο Χάιντερ δεν είναι ούτε νεοναζί, ούτε θαυμαστής του Αδόλφου Χίτλερ, αλλά… απλώς, ένας άνθρωπος με λιγοστές μεν ιδέες, αλλά μεγάλη δίψα για εξουσία. Και – συνέχιζαν την ανάλυσή τους οι φωστήρες - προκειμένου να ικανοποιήσει αυτό το βίτσιο του, είναι διατεθειμένος για τα πάντα, ακόμη και να υιοθετεί τις πιο εξωφρενικές και αποτρόπαιες απόψεις.
Ουσιαστικά, έγραφαν, ο Χάιντερ παίζει θέατρο.
Πίστευαν δηλαδή πως μειώνοντας και γελοιοποιώντας τον Χάιντερ, τον πολεμούσαν.
Φυσικά, έβαζαν απλώς το κεφάλι στην άμμο.
Διότι δεν κερδίζει κανείς τίποτε με την γελοιοποίηση των επικίνδυνων ανθρώπων. Αντίθετα, τους καθιστά ακόμη πιο επικίνδυνους.
Ούτε είναι τυχαίο ότι ο Χάιντερ στηρίχθηκε στις ψήφους των δυσαρεστημένων μικροαστών και στην οργή των εργατών.
Εθνικοσοσιαλιστική δεν ήταν μήπως και η ναζιστική «ιδεολογία»; Τον σοσιαλιστή και προστάτη των αδυνάτων δεν παρίστανε ο Μουσολίνι και ο φασισμός του;
Μήπως το σύνθημα «Έξω οι ξένοι» δεν είχε χρησιμοποιήσει κάποτε και ο μαέστρος της προπαγάνδας Γκαίμπελς;
Σημειώστε επίσης πως μπορεί έξι χρόνια μετά την εκλογική του επιτυχία, το 2006, το κόμμα του Χάιντερ να σημείωσε κατακόρυφη πτώση (είδαν και οι Αυστριακοί πως με το «τίποτα» δεν βγαίνει τίποτα) κατορθώνοντας να εξασφαλίσει δια της βίας το εκλογικό όριο του 4%, αλλά το 2009, στις τοπικές εκλογές της Καρινθίας, εκλογικής περιφέρειας του νεκρού πλέον Χάιντερ, ο ιδρυτής του συνασπισμού «Το Μέλλον της Αυστρίας», γνώρισε μια… μεταθανάτια επιτυχία, συγκεντρώνοντας το 44,9% των ψήφων!
Μόλις τον περασμένο Μάρτιο ηρέμησαν κάπως τα πράγματα στο προπύργιο του Χάιντερ, όταν το κόμμα του έπεσε στο 20,8% (που και πάλι είναι υψηλό ποσοστό για ένα νεοναζιστικό κόμμα) – και στο σύνολο, μετά από σειρά διασπάσεων, 6,1%.
Και βέβαια, η Αυστρία δεν έχει ξεμπερδέψει μαζί τους, αφού προετοιμάζονται για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Η Αυστρία δεν έχει ακόμη ξεμπερδέψει με τους νεοναζί, διότι έπραξε το λάθος να μην εφαρμόσει το νόμο του 1945 που έθετε εκτός νόμου το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και μετέτρεπε σε ποινικό αδίκημα κάθε φιλοναζιστική εκδήλωση.
Ούτε η Γερμανία έχει ξεμπερδέψει με τον ναζισμό και τον ρατσισμό – αντίθετα, είναι πολλά τα κρούσματα της φυλετικής βίας και αυτόν τον καιρό διεξάγεται η δίκη των φονιάδων μιας Γερμανίδας αστυνομικού και οκτώ Τούρκων και ενός Έλληνα μεταναστών.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι τα τρία γερμανικά νεοναζιστικά κόμματα (Dvu, Npd, Republikaner) – και οι εκατό σχεδόν ρατσιστικές οργανώσεις - ανέπτυξαν τη δράση τους, μετά την επανένωση της Γερμανίας, στο ανατολικό τμήμα της, διότι εκεί δημιούργησε η φτώχεια πρόσφορο έδαφος.
Φυσικά, ούτε αυτό είναι απόλυτο, καθώς ο σύγχρονος ναζισμός δεν προκύπτει μόνο από τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση, αφού ανθεί και σε χώρες που δεν έχουν τέτοια προβλήματα.
Απαγορεύεται η άρνηση των Γενοκτονιών
Αυτή τη στιγμή, στις περισσότερες χώρες αυτό που έχει ποινικοποιηθεί δεν είναι μόνο η άρνηση του Ολοκαυτώματος, αλλά και οι απόψεις που δικαιολογούν ή εγκρίνουν τα εγκλήματα του ναζισμού, καθώς και γενικότερα η άρνηση των γενοκτονιών και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (Ισραήλ, Βέλγιο, Γαλλία, Ισπανία, Ελβετία, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ρουμανία ).
Στη Λιθουανία, την Πολωνία και την Τσεχία, ο νόμος δεν απαγορεύει μόνο την άρνηση των ναζιστικών εγκλημάτων, αλλά και αυτών που διαπράχθηκαν από την πρώην ΕΣΣΔ.
Στην Ιταλία με νόμο απαγορεύεται η υπεράσπιση του φασισμού και οδηγείται στο αυτόφωρο όποιος φωνάξει φασιστικά συνθήματα ή συνθήματα υπέρ του Μουσολίνι ή έχει στην κατοχή του σύμβολα του φασιστικού καθεστώτος.
Στη Γερμανία ο νόμος δεν απαγορεύει απλώς την άρνηση του Ολοκαυτώματος, τα ναζιστικά σύμβολα και τα ναζιστικά συνθήματα, αλλά και την υποκίνηση του φυλετικού μίσους, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2011 τέθηκε επισήμως εκτός νόμου η μεγαλύτερη γερμανική νεοναζιστική οργάνωση, η ΗNG, που είχε ιδρυθεί το 1979, με σκοπό να συνδράμει τους φυλακισμένους ακροδεξιούς.
Η συζήτηση επανήλθε πρόσφατα και για το άλλο ακροδεξιό, νεοναζιστικό κόμμα, το NPD, με την ίδια την Άγκελα Μέρκελ να διστάζει, σκεπτόμενη (και αυτή) πως μια απαγόρευση θα ενίσχυε τους νεοναζί.
Το συγκεκριμένο κόμμα ιδρύθηκε το 1964, αυτοχαρακτηρίζεται «πατριωτική δύναμη» (σας θυμίζει κάτι αυτό;) και θεωρείται ρατσιστικό, αντισημιτικό και ρεβιζιονιστικό, με στενούς δεσμούς με βίαιες νεοναζιστικές οργανώσεις.
Το 2003 η προσπάθεια απαγόρευσής του απέτυχε όταν αποκαλύφθηκε ότι πληρωμένοι πληροφοριοδότες και πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών είχαν διεισδύσει στην ιεραρχία του.
Το NPD εκπροσωπείται σε τοπικά κοινοβούλια δύο κρατιδίων και δικαιούται κρατική χρηματοδότηση ωστόσο δεν έχει ξεπεράσει το όριο του 5% ώστε να αναδείξει βουλευτές και στην Μπούντεσταγκ.
Τον Δεκέμβριο του 2012, οι επικεφαλής των 16 ομόσπονδων κρατιδίων της Μπούντεσρατ (Ανω Βουλή), συμφώνησαν ομόφωνα να προχωρήσει η διαδικασία ώστε το συγκεκριμένο κόμμα να τεθεί εκτός νόμου.
Στην Ουγγαρία, μόλις το περασμένο Σάββατο (4 Μαΐου) οι ηγέτες ενός ακροδεξιού κόμματος, του Γιόμπικ, που είναι το τρίτο μεγαλύτερο με 43 έδρες στη Βουλή, κατήγγειλαν στη διάρκεια συγκέντρωσης στη Βουδαπέστη, ότι «οι Εβραίοι συνωμοτούν» για να «αγοράσουν» τη χώρα.
Η συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε την προηγουμένη της συνάντησης του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου στην πόλη, όπου ο συντηρητικός πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν απηύθυνε ομιλία.
Ο Ορμπάν είχε δώσει εντολή να απαγορευτεί η συγκέντρωση του Γιόμπικ, αλλά το δικαστήριο την επέτρεψε – είναι, βλέπετε, τρίτο κόμμα (αν σας θυμίζει τίποτε αυτό).
«Οι Ισραηλινοί κατακτητές, αυτοί οι επενδυτές, θα πρέπει να ψάξουν κάποια άλλη χώρα του κόσμου γι' αυτούς, διότι η Ουγγαρία δεν πωλείται», βροντοφώναξε ο πρόεδρος του Γιόμπικ, Γκάμπορ Βόνα.
Τον Ιούνιο του 2012, ο ρουμανοουγγρικής καταγωγής Εβραίος συγγραφέας Ελί Βίζελ είχε οργισμένος επιστρέψει τον μεγαλόσταυρο που του είχε απονείμει η Ουγγαρία, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αποκατάσταση πρώην ναζιστών από την Βουδαπέστη – ο πρόεδρος της ουγγρικής Βουλής είχε λάβει μέρος στην τελετή για τον επαναπατρισμό της τέφρας του Ούγγρου φιλοναζιστή συγγραφέα, Γιόζεφ Νίρο, μέλους του διευθυντηρίου της ουγγρικής ναζιστικής οργάνωσης «Σταυρωτά Βέλη».
Σε απάντηση, η Ουγγαρία συνέλαβε έναν μήνα αργότερα τον πλέον καταζητούμενο για ναζιστικά εγκλήματα Λάζλο Τσατάρι, 97 χρόνων.
Έξω πάμε καλά…
Όσον αφορά στην Ελλάδα, για άλλη μια φορά έξω πάμε καλά, καθώς Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ συμφώνησαν τον περασμένο Δεκέμβριο να αποκλειστεί η Χρυσή Αυγή από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Η νομοθεσία μας προς το παρόν απλώς απαγορεύει πράξεις που αποσκοπούν σε φυλετικές διακρίσεις – αυτό ως απάντηση προς αυτούς που διερωτώνται για ποιο λόγο δεν επετράπη στη Χρυσή Αυγή να μοιράσει τρόφιμα με βάση την ελληνική ιθαγένεια και αφού δεν αντιλαμβάνονται πως στον ανθρώπινο πόνο δεν χωρούν διακρίσεις – ενώ το Σύνταγμα δεν προβλέπει τη δυνατότητα απαγόρευσης πολιτικού κόμματος (και δεν χρειάζεται, αν οι νόμοι είναι αυστηροί και εφαρμόζονται).
Τέλος, όσοι όψιμοι «αντιστασιακοί» μιλούν για «φασιστοειδή της μερκελικής Ευρώπης», ας θυμούνται πως η Γερμανία έχει θέσει εκτός νόμου τους ναζί, ενώ εδώ αυτοί που καταγγέλλουν τους Γερμανούς συμπορεύονται μια χαρά μαζί τους, στήνοντας και ψηφίζοντας στις ίδιες κάλπες…
Υ.Γ. Και για όσους σκέπτονται να ψηφίσουν «έτσι, από αντίδραση» - και για εκείνους που τους δικαιολογούν: Το Πρόγραμμα του Ναζιστικού Κόμματος της 25ης Φεβρουαρίου 1920, στη Γερμανία, που αργότερα αποτέλεσε τη βάση του ναζιστικού Συντάγματος, ανέφερε στο 23ο άρθρο του:
«Ζητούμε νόμο κατά του συνειδητού πολιτικού ψεύδους και κατά της διαδόσεώς του στον Τύπο. Οι αντίθετες προς το κοινό συμφέρον εφημερίδες πρέπει να καταργηθούν. Ζητούμε νόμο κατά του καλλιτεχνικού και λογοτεχνικού προσανατολισμού, που ασκεί διαφθείρουσα επίδραση στην εθνική μας ζωή, και την κατάργηση όλων των δημοσιευμάτων που έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές».