Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Τα εν οίκω...


Tου Αλέξη Παπαχελά
Εμείς οι δημοσιογράφοι πληρωνόμαστε, μεταξύ άλλων, για να ασκούμε κριτική στα κακώς κείμενα και να επιρρίπτουμε ευθύνες όπου δει. Εχουμε, λοιπόν, καταλήξει στο συμπέρασμα πως για τα όσα συμβαίνουν στον τόπο φταίνε οι πολιτικοί, το σάπιο κράτος, η τρόικα, η δικαιοσύνη κ.ά. 
Μήπως φταίει και η ελληνική δημοσιογραφία; Κατά τη γνώμη μου, ναι, και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό.
Εξηγούμαι. Πού ήταν η ελληνική δημοσιογραφία όταν μπροστά στα μάτια της εκτυλίσσονταν τα σκάνδαλα τα οποία σήμερα βλέπουν το φως της δημοσιότητας; Ενα κομμάτι της τεμπέλιαζε και κοιμόταν... Ενα άλλο ασχολούνταν την εποχή εκείνη με το lifestyle, το οποίο απολάμβανε και σέρβιρε ταυτόχρονα. Κάποιο κομμάτι πάλι δείλιαζε αν και πάλευε να βρει την άκρη. Συνολικά, πάντως, τη στιγμή του εγκλήματος, η ελληνική δημοσιογραφία, μαζί με πολλούς άλλους «ελεγκτικούς» θεσμούς, απέτυχε παταγωδώς στον ρόλο της. Βεβαίως και υπήρξαν άνθρωποι που έκαναν σωστά τη δουλειά τους, αλλά προφανώς κάτι πήγε πολύ στραβά.
Τι κρύβει αυτή η αποτυχία; Πρώτα απ’ όλα το γεγονός πως παραγνωριστήκαμε σε αυτή τη χώρα. Πολιτικοί, κρατικοί λειτουργοί, δημοσιογράφοι έγιναν μια μεγάλη παρέα όπου ο ένας χάιδευε τον άλλον. Μέσα σε αυτή τη διαδικασία δεν έμεινε τίποτα όρθιο και ανέπαφο. Ο υπουργός σε έπαιρνε τηλέφωνο χωρίς να σε ξέρει και σου έλεγε «έλα, ρε μεγάλε..» και οποιαδήποτε διάκριση εξουσιών και θεσμών πήγαινε περίπατο. Ας μην ξεχνάμε, λοιπόν, ότι αυτοί που κάποιοι τους καταγγέλλουν σήμερα ως σάπιους ήταν οι κολλητοί χθες.
Κατόπιν ενεφανίσθη και το φαινόμενο του δημοσιογράφου-παράγοντα ή νταραβεριτζή, ο οποίος πέραν της κύριας δουλειάς του κανόνιζε και διάφορες άλλες... Δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο όπου δημοσιογραφικές στήλες είναι τόσο γεμάτες με «μηνύματα» ή απειλές.
Οσο για τα «αφεντικά», στη μεγάλη τους πλειοψηφία απέτυχαν να λειτουργήσουν ως μια συντεταγμένη ομάδα ταγών της χώρας και επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στο καταραμένο τρίγωνο: πόσα πουλάμε, γιατί δεν είμαστε πρώτοι σε τηλεθέαση, πώς θα βοηθήσουμε τις άλλες μας δουλειές. Δυστυχώς κατάλαβαν πολύ αργά πού οδήγησε η έλλειψη οράματος και αρχών σαν και αυτές που υποτίθεται ότι διέπουν κάθε κατεστημένο. Ενιωσαν τον κίνδυνο όταν είδαν πως καλό το ατομικό συμφέρον, αλλά κάποια στιγμή το παρασύρει και αυτό η κατάρρευση της χώρας.
Στα ελληνικά μέσα επικράτησε και μια «φιλολαϊκή» προσέγγιση κάθε θέματος, που απηχούσε την αρχή «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο». Ολοι είχαν δίκιο, οι αγρότες που ζητούσαν ενισχύσεις, οι δημόσιοι υπάλληλοι που ήθελαν αυξήσεις, όλοι. Ετσι αυξανόταν η τηλεθέαση και ταυτόχρονα προκαλούνταν τρόμος σε όποιον πολιτικό σκεπτόταν να πάρει μια δύσκολη απόφαση. Οσο για τα τηλεοπτικά παράθυρα, φιλοξενούσαν ό,τι πιο γραφικό και ακραίο και είχαν εξορίσει -έως πολύ πρόσφατα- τους ανθρώπους που ξέρουν το αντικείμενό τους και δεν «κιτρινίζουν». Με το που πρότεινες παλαιότερα κάποιον σοβαρό άνθρωπο για ένα πάνελ, η απάντηση ερχόταν άμεσα: «Θες να βουλιάξουμε από νούμερα;».
Εχουμε όλοι ευθύνη γιατί αποτύχαμε στον ρόλο μας και αναδείξαμε άκριτα «φελλούς» σε κορυφαίους ρόλους. Αλλοι δειλιάσαμε, άλλοι τεμπελιάσαμε και άλλοι γλυκαθήκαμε πολύ από το «μέλι» που έρρεε. Εχουμε κουνήσει πολύ το δάχτυλο τον τελευταίο καιρό προς όλες τις κατευθύνσεις ή έχουμε παραχαϊδέψει τον κόσμο για να γίνουμε αρεστοί πουλώντας σκέτη αγανάκτηση. Καιρός να ζητήσουμε και καμιά συγγνώμη για τη δική μας ανεπάρκεια, που μπορεί να μη βούλιαξε τις τηλεθεάσεις, σίγουρα όμως βοήθησε να βουλιάξει η χώρα.