Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012

Επικερδής βιομηχανία η Πόρτο του Ντα Κόστα



Η «Κ» μίλησε με ανθρώπους της ομάδας και παρουσιάζει το πορτογαλικό «θαύμα»
Η μία συνταγή της επιτυχίας στο ποδόσφαιρο των τελευταίων ετών είναι η σπατάλη υπέρογκων ποσών για μεταγραφές. 
Υπάρχει, ωστόσο, και η άλλη πλευρά του νομίσματος. Σε αυτήν ανήκουν σύλλογοι, κυρίως από το Βέλγιο και την Ολλανδία, που λειτουργούν σαφέστατα με την προοπτική της μεταπώλησης. Στηρίζονται στο υψηλού επιπέδου σκάουτινγκ, αλλά πληρώνουν τις συχνές πωλήσεις παικτών με πενιχρά αγωνιστικά αποτελέσματα.
Και υπάρχει και η... Πόρτο, που είναι μία κατηγορία μόνη της. Ο λόγος; Εχει κατορθώσει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο αγωνιστικά, οικονομικά και οργανωτικά. Το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται στο συρτάρι του προέδρου της, του 74χρονου Πίντο ντα Κόστα, ενός δαιμόνιου οικονομολόγου, που χαρακτηρίζει την Πόρτο ως τρόπο ζωής και δουλεύοντας γι' αυτήν τα τελευταία 30 χρόνια.
Επί προεδρίας του έχουν κατακτηθεί 18 εγχώρια πρωταθλήματα, το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1986, 2 κύπελλα UEFA (Γιουρόπα Λιγκ) και βεβαίως το Τσάμπιονς Λιγκ του 2004. Τα πρωτοφανή οικονομικά κέρδη της ομάδας (αναφέρονται αναλυτικά στο διπλανό κείμενο) είναι προϊόν οργανωμένης δουλειάς στους τομείς του σκάουτινγκ, των ποδοσφαιρικών ακαδημιών και της πολιτικής των μεταγραφών.
Οι σκάουτερ που δουλεύουν για την Πόρτο δραστηριοποιούνται κυρίως στην Πορτογαλία, στις χώρες της Λατινικής Αμερικής και στην Αφρική. Οι διασκορπισμένοι συνεργάτες της ομάδας σαρώνουν τα γήπεδα ανά την υφήλιο και όταν δουν πως κάποιος ποδοσφαιριστής αξίζει ιδιαίτερη προσοχή ενημερώνουν εμπεριστατωμένα τους Πορτογάλους.
Σε μηνιαία βάση συνεδριάζει το συμβούλιο, το οποίο αξιολογεί όλες τις γραπτές αναφορές από τους συνεργάτες της ομάδας και σε περίπτωση που η πλειοψηφία του συμφωνήσει πως ο παίκτης πρέπει να παρακολουθηθεί, τότε ταξιδεύει από την Πορτογαλία άνθρωπος της ομάδας ούτως ώστε να εκφέρει κι εκείνος προσωπική άποψη. Εάν πεισθεί, τότε η Πόρτο προχωρεί στην αγορά του ποδοσφαιριστή, με τις επόμενες ενέργειες να κατηγοριοποιούνται σε σχέση με την ηλικία του παίκτη.
Εάν είναι κάτω των 16 ετών, μετακομίζει στην Πορτογαλία με έναν από τους δύο γονείς του και τα έξοδα αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου η Πόρτο. Το παιδί προπονείται το απόγευμα στις εγκαταστάσεις της ομάδας και το πρωί πηγαίνει στο σχολείο. Στην περίπτωση που είναι άνω των 16, ενσωματώνεται στην ομάδα που κρίνει ο σύλλογος ότι ταιριάζει. Αυτή μπορεί να είναι η βασική, η κάτω των 19 ετών, των 18 και των 17.
Από το 2005 που ο Κο Αντριάνσε ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ομάδας, καθιέρωσε σε μεγάλο βαθμό τη δουλειά που γίνεται έως σήμερα στις ακαδημίες όσον αφορά την τακτική. Προκειμένου να υπάρχουν σαφή αποτελέσματα, πρότεινε στους προπονητές των μεγαλύτερων σε ηλικία παικτών να δουλεύουν πάνω σε ορισμένο ποδοσφαιρικό σύστημα, προσαρμοσμένο στον τρόπο δουλειάς της πρώτης ομάδας. Στους μικρότερους σε ηλικία ποδοσφαιριστές, ωστόσο, δινόταν η ευκαιρία να χαρούν περισσότερο το παιχνίδι, απελευθερώνοντας τις δυνατότητές τους.
Η δουλειά της ομάδας γίνεται σε 4 διαφορετικές αθλητικές εγκαταστάσεις, μεταξύ των οποίων υπάρχουν κλειστά γήπεδα ποδοσφαίρου με φυσικό και συνθετικό χλοοτάπητα. Συνολικά η ομάδα διαθέτει πάνω από 25 διαφορετικά γήπεδα ποδοσφαίρου για προπονήσεις, άρτιες γυμναστικές υποδομές, με αποτέλεσμα την καθημερινή βελτίωση των αθλητών σε όλους τους τομείς. Τέλος, η Πόρτο συνεργάζεται με πάρα πολλές ακαδημίες ανά τον κόσμο, γεγονός που αυξάνει τη «δεξαμενή» από την οποία η ομάδα αντλεί ποδοσφαιριστές.
Σε περίπτωση που κάποιος παίκτης ξεχωρίζει, η ομάδα έχει τον πρώτο λόγο για την απόκτησή του, γεγονός που δημιουργεί ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα. Τα ποσά που εξοικονομούνται από τις μεταγραφές, επενδύονται τόσο σε νέους ποδοσφαιριστές όσο και στη βελτίωση των υπαρχουσών εγκαταστάσεων, κατατάσσοντας την Πόρτο οργανωτικά και οικονομικά στην ελίτ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου.

«Χορός» εκατομμυρίων ευρώ
Η πρόσφατη μεταγραφή του Χουλκ από την Πόρτο στη Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης έναντι 55 εκατ. ευρώ αποτελεί απλώς την κορυφή του παγόβουνου για τους «δράκους», καθώς προστίθεται στη μακροσκελή λίστα των εξαιρετικά επικερδών αγοραπωλησιών τους.
Η ιστορία ξεκινά το 2004, χρονιά οπότε κατακτήθηκε το Τσάμπιονς Λιγκ. Πρώτη παραχώρηση ο Ρικάρντο Καρβάλιο, ο οποίος αναδείχθηκε από τις ακαδημίες και πουλήθηκε στην Τσέλσι για 27 εκατ. ευρώ. Την ίδια χρονιά, ο Ντέκο απέφερε 14 εκατ. στον σύλλογο, καθώς πουλήθηκε 22 εκατ. ενώ είχε αγοραστεί για 8. Ο γνωστός μας από τη θητεία του στην ΑΕΚ Μπρούνο Αλβες πουλήθηκε 22 εκατ. προερχόμενος και αυτός από τις ακαδημίες του συλλόγου. Εξαιρετικά επικερδής και ο Ζοσέ Μποσίγκουα, που αποκτήθηκε με 880 χιλιάδες το 2003 και μετακόμισε στην Τσέλσι για 20 εκατ., 5 χρόνια μετά. Ο ιδιόρρυθμος Πέπε ήρθε από τη Μαρίτιμο το 2004. Δαπανήθηκε 1 εκατ. ευρώ για την απόκτησή του. Το κέρδος από την πώλησή του στη Ρεάλ Μαδρίτης ανήλθε στα 29 εκατ. μόλις τρία χρόνια μετά, δηλαδή το 2007. Η Μποαβίστα άφησε ελεύθερο τον Ραούλ Μεϊρέλες το 2004 και σίγουρα μετάνιωσε για την απόφασή της βλέποντάς τον να αποφέρει στους «δράκους» 11,5 εκατ. κατά τη μετακίνησή του στη Λίβερπουλ το καλοκαίρι του 2011.
Ο Ελληνας Γιούρκας Σεϊταρίδης εντυπωσίαζε με την παρουσία του στον Παναθηναϊκό και η Πόρτο τον απέκτησε πριν από την έναρξη του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος του 2004, καταβάλλοντας στους «πράσινους» 3 εκατ. Οι εμφανίσεις του με την εθνική ομάδα γοήτευσαν όλη την ποδοσφαιρική Ευρώπη και μόλις 1 χρόνο μετά «ανάγκασαν» την Ντιναμό Μόσχας να πληρώσει 10 εκατ. για να τον αποκτήσει.
Παρόμοιες περιπτώσεις υπήρξαν οι Κουαρέσμα, Φαλκάο, Λισάντρο Λόπες, Λούτσο Γκονζάλεζ, Αντερσον, Αλί Σισοκό, που απέφεραν συνολικά 110 εκατ. ευρώ. Εκτός από τους παίκτες, επένδυσαν και στον προπονητή Αντρέ Βίλας Μπόας, στο συμβόλαιο του οποίου είχε τοποθετηθεί ρήτρα 15 εκατομμυρίων ευρώ. Την πλήρωσε κυριολεκτικά και μεταφορικά η Τσέλσι, καθώς ο Πορτογάλος προπονητής δεν έπεισε με την παρουσία του, αποχωρώντας από τους Λονδρέζους 6 μόλις μήνες αφού προσελήφθη...