Ν.
Χουντής: «Ούτε το «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Δίκαιο» ούτε το «ευρωπαϊκό κεκτημένο»,
ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει οποιαδήποτε σχέση ή αρμοδιότητα σε αυτά τα
θέματα. Η αρμοδιότητα ανήκει στο ελληνικό κράτος, στην ελληνική κυβέρνηση ...
αν θέλει βέβαια να την ασκήσει»
Σχετικά με τις προβλέψεις της Συμφωνίας Προγραμματικής Σύγκλισης για τα
εργασιακά, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Χουντής έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Επειδή ο ερασιτεχνισμός και η άγνοια γύρω από τα Ευρωπαϊκά θεσμικά
ζητήματα- όπως απέδειξε και η πρόσφατη γκάφα με την εκπροσώπηση της Ελλάδας στη
Σύνοδο Κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ– δεν εκθέτουν μόνο τα
τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού αλλά δυστυχώς κινδυνεύουν να
γελοιοποιήσουν και την ίδια την χώρα, θεωρώ καθήκον μου να σχολιάσω την
κυριότερη και πιο πολυσυζητημένη θέση των «σημείων προγραμματικής σύγκλισης»
των τριών κομμάτων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ που συνιστούν την κυβερνητική πλειοψηφία και
η οποία υποτίθεται ότι αφορά στις συλλογικές συμβάσεις, την μετενέργεια και
στην αποκατάσταση των κατώτερων μισθών και ημερομισθίων που έχουν κυριολεκτικά
κατακρημνιστεί.
Στο κείμενο Προγραμματικής Σύγκλισης που συμφώνησαν η κυβερνητική τρόικα,
αναφέρεται σχετικά:
«Η συλλογική αυτονομία και η ισχύς των συλλογικών συμβάσεων εργασίας
επανέρχεται στο επίπεδο που προσδιορίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Δίκαιο και το
ευρωπαϊκό κεκτημένο, σύμφωνα με το οποίο το ύψος του μισθού στον ιδιωτικό τομέα
συμφωνείται μεταξύ ων κοινωνικών εταίρων. Αυτό περιλαμβάνει και τη ρύθμιση του
κατώτατου μισθού που προβλέπεται στη ρύθμιση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής
Σύμβασης Εργασίας»,
Η βασική σκέψη είναι λοιπόν ότι στα θέματα των συλλογικών συμβάσεων
εργασίας, της επαναφοράς της μετενέργειας των κατώτερων μισθών στα προηγούμενα
επίπεδα, δεν επανερχόμαστε στις νομικές ρυθμίσεις και στα επίπεδα που ίσχυαν
στην Ελλάδα πριν τις δεσμεύσεις του Μνημονίου, όπως είχαν σχεδόν όλα τα κόμματα
υποσχεθεί προεκλογικά, αλλά η «κυβερνητική Τρόικα », «δεσμεύεται» τα θέματα
αυτά να επανέλθουν «…στο επίπεδο που προσδιορίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό
Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο...»
Είναι σαφής βεβαίως η προσπάθεια και των τριών κομμάτων να πάρουν
αποστάσεις από τα «υπεσχημένα» αλλά ταυτόχρονα είναι εξίσου σαφής ο ερασιτεχνισμός,
ο κενός λόγος αλλά και η άγνοια της κοινοτικής νομοθεσίας.
Η “Συμφωνία Προγραμματικής Σύγκλισης” επικαλείται το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό
Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, και υπόσχεται ότι σε αυτό θα επανέλθουμε.
Όμως, σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ, για τα ζητήματα κοινωνικής πολιτικής
οι ουσιαστικές αρμοδιότητες ανήκουν στα κράτη-μέλη, ενώ η ΕΕ διαθέτει μόνο
επικουρικές αρμοδιότητες. Οι μόνες πραγματικές αρμοδιότητες της ΕΕ για
ζητήματα εργασίας, αφορούν στην ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων, και συγκεκριμένα
στη μη διάκριση, στην αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και στην μεταφορά
συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από την μια χώρα στην άλλη. Συνεπώς δεν υπάρχει κανένας κανόνας Ευρωπαϊκού Δικαίου που να ρυθμίζει
ζητήματα Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, Συλλογικών Συμβάσεων και ιεράρχησής
τους σε σχέση με τα διαφορετικά επίπεδα διαπραγμάτευσης, τη δυνατότητα κρατικής
παρέμβασης ή διαιτησίας για εργασιακά ζητήματα.
Τα θέματα μάλιστα ΜΙΣΘΩΝ που η «Συμφωνία» των τριών κυβερνητικών
κομμάτων θέλει να προσδιορίζονται, όχι μόνο, από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Δίκαιο
αλλά και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, ρητά εξαιρούνται από τις αρμοδιότητες (έστω
και επικουρικές της ΕΕ) σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 153 της Συνθήκης
Λειτουργίας της ΕΕ. Δηλαδή, τα θέματα
αυτά υπάγονται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία των κρατών μελών. Άλλωστε είναι
γνωστό ότι αρκετά σε κράτη-μέλη δεν υπάρχουν ελάχιστοι κατώτεροι μισθοί και
ημερομίσθια.
Για να γίνουν τα παραπάνω πιο σαφή, παραθέτω ενδεικτικά, απαντήσεις του
Επιτρόπου της ΕΕ για θέματα εργασίας κ. Andor, σε αντίστοιχα ερωτήματα που είχα υποβάλλει στο παρελθόν στις 9 Νοεμβρίου 2010 και στις 11 Νοεμβρίου
του 2011:
«Η Επιτροπή τονίζει ότι δεν υπάρχει ειδική νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ που
να ρυθμίζει ποιες συλλογικές συμφωνίες που συνάφθηκαν σε διαφορετικά επίπεδα
υπερισχύουν άλλων συμφωνιών ή τη δυνατότητα κρατικής παρέμβασης για την
επέκταση του πεδίου εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων που συνάφθηκαν σε
κλαδικό επίπεδο»
«Η Επιτροπή επιβεβαιώνει και πάλι τη θέση της ότι το θέμα της προτεραιότητας
μεταξύ των συλλογικών συμβάσεων που έχουν συμφωνηθεί σε διαφορετικά επίπεδα
σχετικά με την επιβολή τους σε κάποιο μεμονωμένο κράτος μέλος υπάγεται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία
της νομοθεσίας του τελευταίου».
Κατόπιν των ανωτέρω η πρόταση ότι «η συλλογική αυτονομία και η ισχύς των
συλλογικών συμβάσεων εργασίας επανέρχεται στο επίπεδο που προσδιορίζουν το
Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο» δεν έχει απολύτως
κανένα νόημα. Πρόκειται για καθαρή κοροϊδία. Χρησιμοποιώντας την φράση «επανέρχεται
στο επίπεδο»… θέλουν να δώσουν στον κόσμο την εντύπωση ότι επανερχόμαστε
στα προηγούμενα επίπεδα προ Μνημονίου, ενώ στην ουσία αυτό που γράφουν είναι
ότι επανερχόμαστε σε κάτι που δεν υπάρχει, αφού δεν υπάρχει κανόνας
ευρωπαϊκός, κείμενο της ΕΕ που να ρυθμίζει τον κατώτατο μισθό, η υποχρέωση
ύπαρξης συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Η μοναδική καθαρή θέση που θα ήταν σύμφωνη με όσα υποσχέθηκαν στον ελληνικό
λαό, θα ήταν να καταργήσουν με εθνικό νόμο στην ελληνική βουλή τους
απαράδεκτους νόμους που ανέτρεψαν όλη την εργατική νομοθεσία και προκάλεσαν
διάλυση κάθε εργασιακού και κοινωνικού δικαιώματος και μια άνευ προηγουμένου
μείωση μισθών και ημερομίσθιων.
Ούτε το «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Δίκαιο» ούτε το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», ούτε η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει οποιαδήποτε σχέση ή αρμοδιότητα σε αυτά τα θέματα. Η
αρμοδιότητα ανήκει στο ελληνικό κράτος, στην ελληνική κυβέρνηση ... αν θέλει
βέβαια να την ασκήσει. Περιμένουμε...»