ΧΑΡΗΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ
Όσοι παρακολουθούν τις συχνές αναφορές μου στον «μεσαίο χώρο», τον οποίο εγκατέλειψε η Νέα Δημοκρατία, θα θυμούνται ότι εγκαίρως είχε επισημανθεί το πρόβλημα που θα προέκυπτε με αυτή την κατηγορία ψηφοφόρων στην πορεία προς τις εκλογές.
Ήδη από τις προηγούμενες εκλογές ένας αριθμός πολιτών είχε απομακρυνθεί ενώ ένας άλλος είχε αδρανοποιηθεί. Αναπόφευκτα, και αυτό αποτυπωνόταν σε όλα τα ποιοτικά ευρήματα, στη Νέα Δημοκρατία είχε απομείνει ένας «σκληρός δεξιός» πυρήνας, που μόνο μ’ αυτούς ήταν αδύνατο να κερδηθούν εκλογές.
Παράλληλα η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας να τρέχει κυριολεκτικά πίσω από το κόμμα του Καμένου, αντί να συσπειρώνει την εκλογική της βάση, δηιουργούσε τις συνθήκες για το ακριβώς αντίθετο. Και σα να μην έφτανε αυτό, όπως κατ επανάληψη είχε επισημανθεί, η Νέα Δημοκρατία επέλαξε λάθος αντίπαλο. Όπως τελικά απεδείχθη, ο αντίπαλός της δεν ήταν το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ και η εθνικιστική Δεξιά. Το χειρότερο όμως ήταν ότι, έστειλε στην κυριολεξία σπίτι του τον φιλελεύθερο κεντρώο χώρο, ενώ ένα κομμάτι του το παρέδωσε σε κινήσεις και κόμματα που τελικά δεν κατάφεραν να εκπροσωπηθούν στη βουλή.
Η χθεσινή ψήφος δημιουργεί προϋποθέσεις ανασύνθεσης του πολιτικού τοπίου, τόσο στον ευρύτερο χώρο της κεντροδεξιάς όσο και σ’ αυτόν της κεντροαριστεράς. Εφόσον η Νέα Δημοκρατία επιμείνει ιδεολογικά και πολιτικά να πορεύεται έχοντας σημαία τη «καθαρότητα» του χώρου, είναι βέβαιο ότι το κενό που αφήνει αργά ή γρήγορα θα καλυφθεί. Άλλωστε το 18,8%- το χειρότερο στην ιστορία της- δείχνει ότι ο κόσμος της δεν έχει πλέον «τύψεις» και «αναστολές» για να κλείσει το «κεφάλαιο» Νέα Δημοκρατία.
Η ιδεολογική επαναπροσέγγιση με τον φιλελεύθερο κεντρώο χώρο, μπορεί να φαίνεται δύσκολη, αλλά δεν είναι. Αρκεί οι πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν να συνοδεύονται και από πολιτική γενναιότητα. Η επανένωση της κεντροδεξιάς, με χαρακτηριστικά μεγάλης παράταξης, έχει προοπτικές εφόσον δρομολογηθούν διαδικασίες επανίδρυσης που θα οδηγήσουν στην αναγέννηση της κεντροδεξιάς. Ας είμαστε ειλικρινείς. Το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαίου δεν ξεπερνιέται με μετάθεση ευθυνών, αλλά με μετάθεση εποχής.