Κύριε Διευθυντά,
Με την αγωνία να προλάβω τη διήμερη προθεσμία (28 και 29 Φεβρ.) για τη ρύθμιση της ληξιπρόθεσμης οφειλής μου, πήγα το πρωί της Τρίτης στο Κατάστημα της ΙΗ ΔΟΥ, στην οδό Πυθέου στο Ν. Κόσμο. Αυτή είναι η Εφορία «μου», εδώ και χρόνια.
Καθώς πλησίαζα, παρατήρησα πως περισσότεροι έφευγαν παρά πήγαιναν. Υπέθεσα πως αυξήθηκε ο ζήλος των υπαλλήλων και θα τελειώσω γρήγορα, παρ ότι η προθεσμία των δύο ημερών για τη ρύθμιση, μου είχε εξ αρχής φανεί (σωστά, όπως απεδείχθη, στο τέλος) χονδροειδέστατη κοροϊδία.
Δεν ήταν όμως ο ζήλος των υπαλλήλων! Με πληροφόρησαν πως η ρύθμιση είναι αρμοδιότητας του Δικαστικού των εφοριών, και πως αυτό είχε, πριν από λίγο καιρό συγχωνευθεί με εκείνο της Εφορίας Παγκρατίου και ότι εκεί, στην οδό Δαμάρεως, έπρεπε να πάω. Εκεί πήγαιναν και οι άλλοι που είδα να φεύγουν.
Παρά την προοπτική της ταλαιπωρίας μάλλον χάρηκα γιατί θεώρησα (βιαστικά) πως άρχισε η ανασυγκρότηση της διοίκησης, με τη σταδιακή συγχώνευση σημαντικών Υπηρεσιών. Ήταν, δυστυχώς, πλάνη.
Όταν έφτασα με ταξί στην εφορία Παγκρατίου (άλλη συγκοινωνία δεν υπάρχει ανάμεσα στα δύο Καταστήματα) κάποιος, «πελάτης» και αυτός, με έστειλε στο δεύτερο όροφο, όπου δύο παράλληλες, ατελείωτες ουρές είχαν σχηματισθεί μπροστά σε δυό θυρίδες εξυπηρέτησης.
Ευτυχώς κάποιος άλλος χριστιανός (της ουράς και εκείνος) μου υπέδειξε, εγκαίρως, να αναζητήσω από κάπου εκεί, ένα έντυπο αίτησης, να το συμπληρώσω και να επιστρέψω ξανά στην ουρά. Στο τέλος της ξανά, εννοείται.
Ευτυχώς είχα σταθεί, από τύχη, στη σωστή ουρά, γιατί η άλλη ήταν για τους «τακτικούς» του Παγκρατίου. Αν είχα σταθεί σ’ εκείνην, θα μ’ έστελναν πίσω, στο τέλος της άλλης ουράς, του Ν. Κόσμου. Υπέθεσα τότε πως μάλλον για «συγκατοίκηση» των υπηρεσιών του Δικαστικού των δύο εφοριών πρόκειται παρά για πραγματική συγχώνευση. Ίσως όμως να είναι ακόμη η απόπειρα, στην πρώτη φάση της.
Κάποτε έφτασα στην ευγενέστατη –είναι αλήθεια- υπάλληλο της θυρίδας, η οποία αφού επισύναψε τα σχετικά έντυπα στην αίτηση με έστειλε «στο πρωτόκολλο, στον 4ο, και πίσω σε μένα».
Απλά ευχαρίστησα, δεν υπήρχε περιθώριο διαπραγμάτευσης. Είπα μόνο φεύγοντας: «πολύ ευγενική η κυρία!» . Και ένας νεαρός από δίπλα, με το κράνος κρεμασμένο στον ώμο: «ένεκα η κρίση, κύριε». Είπα: «μάλλον.. ένεκα η κρίση!» και έτρεξα για τη συνέχεια.
Στον τέταρτο όροφο, στο πρωτόκολλο, υπήρχε μια μοναδική ουρά. Θηριώδης βέβαια, καθώς τροφοδοτούμενη από τις δύο του δευτέρου. Μερικοί έφευγαν μόλις την αντίκριζαν, χωρίς τίποτα να πουν. Ή μάλλον για να μην πουν ότι θα ήθελαν να ουρλιάξουν. Εφορία είναι αυτή, που ξέρεις τι μπορεί να σου προκύψει!
Όταν κάποτε έφτασα στη θυρίδα, η επίσης ευγενέστατη και ταχύτατη υπάλληλος, έβαλε στο έντυπο έναν αριθμό και μια ημερομηνία. Έτοιμος!
Κατέβηκα δυο-δύο τα σκαλιά επιστρέφοντας στο δεύτερο, αλλά η ουρά είχε τώρα πολύ περισσότερο μεγαλώσει. Σκέφτηκα να φύγω και να συνεχίσω την επομένη. Όμως μέχρι αύριο ποιος ξέρει τι μπορεί να συμβεί; Και η προθεσμία… λήγει!
Όσο περνούσε η ώρα το κλίμα στις ουρές άλλαζε ραγδαία. Όχι φωνές και διαμαρτυρίες αλλά μια βουβή θλίψη, μια πνιγμένη οργή που τη συγκρατούσε ένα είδος απόγνωσης. Το σύνολο ήταν κάτι σαν εικόνα κάποιας απίθανης τελετής.
Πολλοί έβηχαν, μερικοί φταρνιζόταν, μια κυρία κοντά μου φορούσε χειρουργική μάσκα «για να μην κολλήσω κανένα, έχω μου φαίνεται ίωση» έλεγε και ξανάλεγε, σχεδόν ζητώντας συγνώμη. «Καλά κάνετε, περαστικά» της είπα, στο τέλος, και ηρέμησε.
Παρά τις προσπάθειες όμως της κυρίας με τη μάσκα, πολλοί θα κόλλησαν από άλλους, ιώσεις και γρίπες, όπως άλλωστε και εγώ.
Καθώς πλησίαζα στη θυρίδα άρχισα να υποψιάζομαι πως κάτι δεν πήγαινε καλά, γιατί μετά από δυο τρία λεπτά διαδικασίας καθ’ ένας έφευγε τρέχοντας. Υπέθεσα για να πληρώσουν την πρώτη δόση σε κάποιον άλλον όροφο.
Τα πράγματα ήταν χειρότερα. Έπρεπε να πληρώσουμε την πρώτη δόση μέχρι την επομένη μέρα, στη «δική μας» εφορία. Στο Ν. Κόσμο, στην οδό Πυθέου. Αλλιώς η ρύθμιση δεν ενεργοποιείται και η προθεσμία θα έχει εκπνεύσει! Έτσι είπε η κυρία της θυρίδας.
Εκεί πήγαινε όλος αυτός ο κόσμος τρέχοντας. Και καθώς δεν υπήρχε συγκοινωνία, τρέχαμε –όσοι δεν είχαμε πάρει δικά μας αυτοκίνητα- σαν ένα σιωπηλό, ασύντακτο, απελπισμένο μπουλούκι, από το Παγκράτι στο Νέο Κόσμο.
Μερικοί είχαν φύγει γιατί δεν κρατούσαν τα λεφτά της πρώτης δόσης. Οι άλλοι μετά βίας προλάβαμε. Οι υπάλληλοι έδειξαν πρωτοφανή κατανόηση!
Το βράδυ της επομένης, στις ειδήσεις των 8, ανακοινώθηκε παράταση, ως το τέλος Μαρτίου! Τόσο χρόνο δηλαδή όσο και ο πιο άσχετος, ακόμη και ένα μικρό παιδί, μπορούσε να υπολογίσει από την πρώτη στιγμή. Γι’ αυτό και πολλοί πιστεύουν ότι ήταν μια «ζαβολιά» του υπουργείου οικονομικών, για κάποιο εισπρακτικό ή άλλον άσχετο λόγο.
Χρειάζεστε πραγματικά, κύριε Βενιζέλε, τους 160 Γερμανούς εφοριακούς για να διδάξουν στις υπηρεσίες σας ότι με αυτά τα κόλπα (αν δεν πρόκειται για απροσμέτρητη ηλιθιότητα) ούτε η φοροδιαφυγή πατάσσεται ούτε η αξιοπιστία της πολιτείας αναστυλώνεται.
Κρίμα κ. αντιπρόεδρε! Γιατί μ’ αυτά και μ’ αυτά κατάντησε το Κόμμα σας την Ελλάδα, «ρεζίλι των σκυλιών» και τους μισθωτούς, συνταξιούχους και ανέργους συλλήβδην, «επιδοματούχους μη επιβίωσης»!
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία,
Ένας φορολογούμενος της ΙΗ ΔΟΥ Αθηνών.