Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στη σκοτεινή, τη… λάθος πλευρά του Τείχους στην οποία μεγάλωσε ως Ανατολικογερμανίδα η Άνγκελα Μέρκελ, οι τακτικές της ίντριγκας, της συνωμοσίας και των υπόγειων εκβιασμών αποτελούσαν… φυσική καθημερινότητα.
Γαλουχημένη σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η (σκέτο) Γερμανίδα Καγκελάριος πλέον, εξαντλεί τα τελευταία δυο χρόνια την αυστηρότητα του χαρακτήρα της και την κληρονομική, γονιδιακή «βαρβαρότητα» στην πολιτική συμπεριφορά της ελίτ του λαού που εκπροσωπεί, πάνω στην Ελλάδα.
Σε μια Ελλάδα την οποία υποχρέωσε το ΠΑΣΟΚ να παραδοθεί αμαχητί σε δυο δανειακές συμβάσεις υφεσιακές και αντιαναπτυξιακές, χωρίς ίχνος επαφής με την εθνική πραγματικότητα και τις ιδιαιτερότητες της χώρας. Χωρίς να περιλαμβάνουν στο λεξιλόγιό τους την έννοια της κοινωνικής συνοχής, της κατανόησης και της αλληλεγγύης.
Αυτή τη διετία, προκειμένου να υπηρετήσει τους δικούς της πολιτικούς και στρατηγικούς σχεδιασμούς, η Άνγκελα Μέρκελ έχει υποβάλλει συνολικά την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια περιπέτεια χωρίς ορατή διέξοδο. Απέναντι στην Ελλάδα δε, έχει εξαντλήσει το ρεπερτόριο των διαδοχικών πολιτικών εκβιασμών, με όχημα την απειλή άτακτης και ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας.
Περίπου έναν χρόνο πριν από τις βουλευτικές εκλογές της Γερμανίας ωστόσο, η Άνγκελα Μέρκελ έρχεται σήμερα αντιμέτωπη με το «τέρας» που δημιούργησε. Και πέφτει η ίδια «θύμα» πολιτικού εκβιασμού, αυτή τη φορά στο εσωτερικό της πολιτικής ζωής της Γερμανίας.
Η πρώτη προειδοποίηση αφορούσε την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά την εξώθηση σε παραίτηση του δικού της «εκλεκτού» Κρίστιαν Βουλφ, καθώς η Άνγκελα Μέρκελ υποχρεώθηκε να αποδεχτεί και να υποστηρίξει τον υποψήφιο που πρότεινε η αντιπολίτευση.
Αυτή τη φορά, ο δεύτερος εκβιασμός είναι σφοδρότερος του πρώτου. Προέρχεται από τις συντονισμένες δυνάμεις του SPD και των Πρασίνων, και το όχημα για την υλοποίησή του είναι η ανάγκη που κάνει φιλοτιμία η Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να περάσει από τη Μπούντεσταγκ το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, το οποίο προωθεί για το σύνολο της ευρωζώνης.
Πρόκειται για το ίδιο κείμενο που… μαραζώνει το μέλλον της Ευρώπης, και έχει προκαλέσει ήδη τη δρομολόγηση δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία, με σχεδόν βέβαιη την καταψήφιση και απόρριψή του.
Για να περάσει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο από τη Γερμανική Βουλή, απαιτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία 2/3, που δεν μπορούν να συγκεντρώσουν τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού της Άνγκελα Μέρκελ, των Χριστιανοκοινωνιστών και των Ελεύθερων Δημοκρατών. Εκ των πραγμάτων, η Καγκελάριος οφείλει να ζητήσει τη στήριξη της αντιπολίτευσης. Για να συναινέσουν ωστόσο οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι σε μια τέτοια στρατηγικής σημασίας πολιτική επιλογή, έναν χρόνο πριν από τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές, ζητούν από την Άνγκελα Μέρκελ να προχωρήσει στην υιοθέτηση μέτρων αναπτυξιακής προοπτικής.
Θα πρέπει να θεωρείται περίπου βέβαιο ότι, όπως συνέβη και με την περίπτωση της εκλογής του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, η Άνγκελα Μέρκελ θα υποκύψει και στον νέο πολιτικό εκβιασμό, τις παραμέτρους του οποίου καλείται να διαχειριστεί με… διακριτικότητα.
Και θα συναινέσει στην υιοθέτηση αναπτυξιακών ισοδύναμων, που θα ανακουφίσουν το ισοζύγιο του κόστους θυσιών που θα κληθούν να καταβάλουν στο κοντινό μέλλον οι λαοί της Ευρώπης, χωρίς να εξαιρείται των θυσιών η γερμανική κοινωνία. Περιττή φυσικά κάθε επισήμανση ότι σε μια τέτοια περίπτωση, χώρες σε πρόδηλη αδυναμία, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία, θα είναι εκείνες οι οποίες θα ωφεληθούν περισσότερο.