Όταν κατέρρευσε η Lehman Brothers, τον Σεπτέμβριο του 2008, ελάχιστες μόλις εβδομάδες πριν από την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, πολλοί ήταν εκείνοι που υποψιάζονταν ότι το κατεστημένο των συντηρητικών γερακιών που επί οκτώ ολόκληρα χρόνια, βύθισαν την ανθρωπότητα στην άβυσσο του φόβου και της ανασφάλειας, έδινε την «τελευταία παράσταση», προσπαθώντας να υπονομεύσουν την ορμή της νέας διακυβέρνησης που ερχόταν.
Η αμερικανική οικονομία πέρασε πράγματι δύσκολες ώρες, ακόμη πιο δύσκολες όμως ήταν οι στιγμές για τον υπόλοιπο πλανήτη. Ο οποίος παραμένει βυθισμένος στην κρίση μέχρι και σήμερα.
Τρία χρόνια και κάτι μετά από εκείνη τη «μαύρη τρύπα», η αμερικανική οικονομία στέκεται αγέρωχη, αντικρίζοντας το παρόν με πρόδηλη αισιοδοξία. Απ’ τη μια το γεγονός ότι η FED και ο Μπεν Μπερνάνκι αποδείχτηκαν μπροστά από την εποχή τους, και από την άλλη η παρουσία του Τίμοθι Γκάιτνερ στο πηδάλιο της αμερικανικής οικονομίας, σε συνδυασμό με τη διαρκή τροφοδότηση της πραγματικής οικονομίας με ανεξάντλητους πόρους για δράσεις ανάπτυξης και ανανέωσης του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολείται στις επιχειρήσεις, επιτρέπουν στην Ουάσινγκτον να διατηρεί τον ρόλο της πρωτεύουσας της παγκόσμιας οικονομίας.
Η κρίση αυτή, και κυρίως η διαδρομή προς την έξοδο από τις αρνητικές συνέπειές της, δίδαξε στον Μπαράκ Ομπάμα… εμπράγματη οικονομία. Σε σημείο που ο πλανητάρχης να διαθέτει σήμερα τη δυνατότητα πρωτογενούς κατανόησης του τι συμβαίνει στην ευρωζώνη. Που μπορεί να οδηγήσει. Και τι πρέπει να γίνει για να αποτραπεί.
Με… εκνευριστική επιμονή άλλωστε, τις τελευταίες μέρες, είτε με συνεντεύξεις του είτε με επίσημες δηλώσεις του, όπως στη συνάντηση που είχε στον Λευκό Οίκο με τον Ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, ο Μπαράκ Ομπάμα δεν κουράζεται να εξωτερικεύει την ανησυχία του για τις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Κυρίως όμως, να επισημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τις δυνατότητες και τους κατάλληλους οικονομικούς πόρους, για να δημιουργήσει ένα επαρκές τείχος προστασίας, το οποίο θα αποτρέψει τη διάχυση της κρίσης χρέους στο σύνολο της ευρωζώνης. Και από εκεί, στον υπόλοιπο κόσμο.
Ο Μπαράκ Ομπάμα βλέπει μπροστά του το παράδειγμα της FED και το πώς χειρίστηκε η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ την κρίση, και δυσκολεύεται να κατανοήσει γιατί δεν ακολουθεί το παράδειγμα αυτό και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Κάπου εκεί, αρχίζουν οι υποψίες του πλανητάρχη για τον ρόλο και τις απώτερες φιλοδοξίες της Γερμανίας, χωρίς την έγκριση της οποίας η ΕΚΤ δεν μπορεί να κουνηθεί ούτε… μισό βήμα. Στην Ουάσινγκτον αποτελεί κοινό τόπο το συμπέρασμα ότι η Γερμανία προσπαθεί να επωφεληθεί όσο περισσότερο μπορεί από την κρίση. Σε οικονομικό αλλά και πολιτικό επίπεδο.
Οι αριθμοί άλλωστε το λένε ξεκάθαρα: Οι αγορές… δανείζουν τη Γερμανία ώστε να την πείσουν να «δανειστεί» από αυτές, μέσω της δημοπράτησης ομολόγων. Οι γερμανικές εξαγωγές έχουν ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ. Και η γαλλική οικονομία κλυδωνίζεται, αφαιρώντας από τον καθρέπτη της ζώσας καθημερινότητας, το πολιτικό και οικονομικό αντίβαρο στην ισχύ του Βερολίνου. Το Παρίσι, δεν είναι πλέον το ίδιο «φωτεινό» με το παρελθόν.
Η υποψία του Μπαράκ Ομπάμα είναι ότι η Γερμανία θέλει να… δοκιμάσει τις αντοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Και να διεκδικήσει μερίδιο παγκόσμιας κυριαρχίας, μέσω της οικονομικής ισχύος. Αυτό βεβαίως συνεπάγεται ότι η Γερμανία θα «στραγγαλίσει» την υπόλοιπη ευρωζώνη, με πρώτη την Ελλάδα.
Ο Ομπάμα το κατανοεί και προσπαθεί να το «φωνάξει» με όλους τους τρόπους… διπλωματικού τακτ που έχει στη διάθεσή του. Όχι για να πείσει ή να πιέσει τη Γερμανία να αλλάξει στάση. Αλλά για να αφυπνίσει τη συλλογική συνείδηση μιας Ευρώπης που έχει… μουχλιάσει.