Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Επίκαιρες ερωτήσεις και παρεμβάσεις του Ευρωβουλευτού Κώστα Παπάκη

Ακύρωση της κοινωνικής συμφωνίας και των αποτελεσμάτων του κοινωνικού διαλόγου στην Ελλάδα

Στην απάντηση της γραπτής ερώτησης Ε-012011/2011 με αφορμή την ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα και την αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων αναφέρεται, μεταξύ άλλων: "Η Επιτροπή δεσμεύεται να προαγάγει και να υποστηρίξει τον κοινωνικό διάλογο σε ολόκληρη την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, σεβόμενη πλήρως την αυτονομία των κοινωνικών εταίρων και την πολυμορφία των εθνικών συστημάτων εργασιακών σχέσεων".
Στην Ελλάδα, στο πλαίσιο διαπραγμάτευσης για την κατάρτιση του μνημονίου που θα συνοδεύσει το νέο δάνειο, υπήρξε επίσημη διεξαγωγή κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, καθώς ετέθησαν -
inter alia -  ζητήματα επαναπροσδιορισμού των κατώτατων ορίων αμοιβών, την ύπαρξη του 13ου και 14ου μισθού και του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών και οι κοινωνικοί εταίροι κατέληξαν σε συγκεκριμένες θέσεις. Σύμφωνα, μάλιστα, με την εθνική πρακτική αυτά τα ζητήματα στην Ελλάδα καθορίζονται μέσω συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων, έπειτα από ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και κυρώνονται μέσω της υπογραφής της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Στη συνέχεια, όμως, η κυβέρνηση διαφαίνεται να προχωρεί σε νομοθετική ρύθμιση επί αυτών των θεμάτων αγνοώντας τις αποφάσεις των κοινωνικών εταίρων και μάλιστα προς πλήρως αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που εξέφρασαν επίσημα ως θέση κατά παράβαση και  Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας (87,98,122,154). Με βάση τα παραπάνω ερωτάται η Επιτροπή:
  1. Πιστεύει ότι οι εξελίξεις αυτές συνάδουν με τις αρχές του κοινωνικού διαλόγου και των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων οι οποίες κατοχυρώνονται στη Συνθήκη; Πώς σκοπεύει η Επιτροπή να προάγει και να υποστηρίξει τον κοινωνικό διάλογο στην Ελλάδα δεδομένων των εξελίξεων που δρομολογούνται υπό το πρίσμα της εκταμίευσης του νέου δανείου;
  2. Η μείωση του κατώτατου μισθού έχει ως αποτέλεσμα οι ετήσιες αποδοχές του συνόλου των εργαζομένων που αμείβονται με αυτόν να βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Συνάδει το εν λόγω μέτρο με την ευρωπαϊκή δέσμευση για περιορισμό των φτωχών συμπολιτών μας κατά 20 εκατομμύρια με τη Στρατηγική Ευρώπη 2020;
Διαθέτει στοιχεία αναφορικά με τα ποσοστά φτωχών εργαζομένων σε συνάρτηση με το βαθμό αποκέντρωσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων; Συγκριτικά σε ποιό σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης εμφανίζονται πιο επαρκείς οι αμοιβές;
Δυσχερείς οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες θα σημάνει η κατάργηση των Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας.

Ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας και ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας αποτελούν δύο από στους σημαντικότερους φορείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα με αποστολή αφενός τη στήριξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων και αφετέρου τη στεγαστική αποκατάσταση των εργαζομένων. Οι πόροι  τους προέρχονται αποκλειστικά από εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών και δεν επιβαρύνουν ούτε κατ’ ελάχιστο τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Οι δράσεις τους είναι απόλυτα συμβατές με τους κοινωνικούς στόχους της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και αποκτούν ζωτική σημασία και αναγκαιότητα σήμερα, με τη μετεξέλιξη της οικονομικής κρίσης σε μια βαθιά κοινωνική κρίση. Ταυτόχρονα τα προγράμματα που υλοποιούν έχουν ιδιαίτερη προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία καθώς αφορούν σημαντικούς τομείς της πραγματικής οικονομίας όπως η οικοδομική δραστηριότητα, ο τουρισμός, ο επισιτισμός αλλά και ο πολιτισμός. Στο πλαίσιο της κατάρτισης της νέας δανειακής σύμβασης για τη συνέχιση του χρηματοδοτικού προγράμματος προς την Ελλάδα εξετάζεται η κατάργηση των δύο αυτών Οργανισμών ως μέσο για τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Σε αυτήν την κατεύθυνση ερωτάται η Επιτροπή:

  • Δεδομένης και της κινητοποίησής της στην πρόληψης του φαινομένου των αστέγων, πώς κρίνει μια ενδεχόμενη κατάργηση των Οργανισμών αυτών που δραστηριοποιούνται στο χώρο της στέγασης  (επιδότηση ενοικίου οικονομικά ασθενεστέρων, χορήγηση στεγαστικών δανείων με ευνοϊκούς όρους, παροχή κατοικιών κ.α), με αποτέλεσμα να οδηγηθούν στο δρόμο χιλιάδες οικογένειες;
  • Στο κείμενο των δεσμεύσεων της Ελλάδας προς τους θεσμικούς της εταίρους αναφέρεται ρητά η δέσμευση προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Κατά αυτόν τον τρόπο η κατάργηση των δύο αυτών Οργανισμών θα μετακυλήσει το βάρος της κοινωνικής προστασίας στον Κρατικό Προϋπολογισμό, με την αύξηση των κοινωνικών δαπανών π.χ. επιδόματα κ.λπ. με συνέπεια την επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης της Ελλάδος. Πώς αντιμετωπίζει αυτήν την εξέλιξη;
  • Συνάδει η κατάργηση της δραστηριότητας των φορέων αυτών με τους στόχους της Στρατηγικής ΕΕ2020 για την αύξηση της απασχόλησης και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς αυτό θα σημάνει και την αναστολή λειτουργίας παιδικών σταθμών που διευκολύνουν την πρόσβαση  γυναικών στην απασχόληση στο πλαίσιο προαγωγής της συμφιλίωσης επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.
Κίνδυνος έκρηξης των πλειστηριασμών κατοικίας από ενδεχόμενη κατάργηση του οργανισμού Εργατικής Κατοικίας

Σε προηγούμενη ερώτηση E- 005517/2011 αναφορικά με την προστασία των καταναλωτών μέσω της αναστολής των πλειστηριασμών, η Επιτροπή στην απάντησή της υπογράμμισε ότι «…θεωρεί  σημαντικό τα κράτη μέλη  να συνεχίσουν να παρακολουθούν στενά την οικονομική κατάσταση και να εξετάζουν το ενδεχόμενο, εάν απαιτείται, καθιέρωσης κανόνων με στόχο είτε την πρόληψη των κατασχέσεων, είτε, στις περιπτώσεις που έχουν θεσπιστεί τέτοιου είδους διαδικασίες, τον περιορισμό των κοινωνικών και οικονομικών τους επιπτώσεων…». Στο πλαίσιο της κατάρτισης της νέας δανειακής σύμβασης για τη συνέχιση του χρηματοδοτικού προγράμματος προς την Ελλάδα δρομολογείται η κατάργηση του ΟΕΚ, ως οργανισμού που ασχολείται με κοινωνικές δαπάνες  οι οποίες δεν αποτελούν προτεραιότητα. Συγκεκριμένα ο ΟΕΚ ιδρύθηκε  το 1954 με αποκλειστικό στόχο τη στεγαστική αποκατάσταση των εργαζομένων και κυρίως των οικονομικά ασθενέστερων (έχει κατασκευάσει περίπου 50.000 κατοικίες, χρηματοδοτεί την κατασκευή 1.300 κατοικιών και κατέχει 230 οικόπεδα συνολικής επιφάνειας 5.500 στρεμμάτων για μελλοντικές ανεγέρσεις κατοικιών, έχει επιδοτήσει περίπου 50.000 στεγαστικά δάνεια και έχει καταβάλλει 1.13 δις ευρώ για επιδοτήσεις ενοικίου) ενώ οι πόροι του προέρχονται αποκλειστικά από εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών χωρίς καμία επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού. Με βάση τα παραπάνω ερωτάται η Επιτροπή:
  • Πώς αξιολογεί το γεγονός ότι μια ενδεχόμενη κατάργηση του ΟΕΚ όχι μόνο θα επιβαρύνει τους δανειολήπτες με το ποσό του επιτοκίου που κάλυπτε ο Οργανισμός προς τις τράπεζες, αλλά επί της ουσίας, θα πλήξει τη δυνατότητα τους να πληρώνουν τις δόσεις, καθώς είχαν κάνει συμβάσεις - συμβόλαια με άλλα δεδομένα τα οποία άλλαξαν βίαια με υπαιτιότητα του κράτους,  σε μια εποχή που τα εισοδήματα των Ελλήνων πολιτών -σύμφωνα και με όλα τα επίσημα στοιχεία- μειώνονται ραγδαία (ενδεικτικά 16.000 έχουν στην κατοχή τους κατοικίες χωρίς τίτλο ιδιοκτησίας αφού δεν την έχουν αποπληρώσει ακόμα);
Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και μισθολογικό κόστος

Η Ελληνική κυβέρνηση έχει δρομολογήσει τις τελευταίες εβδομάδες μια σειρά συζητήσεων αναφορικά με τη μείωση του μισθολογικού κόστους στον ιδιωτικό τομέα, καλώντας τους κοινωνικούς εταίρους να ξεκινήσουν τον κοινωνικό διάλογο (όπως προβλέπεται στην Ελλάδα), αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε περίπτωση που τα αποτελέσματα του κοινωνικού διαλόγου δεν είναι ικανοποιητικά σε ό, τι αφορά τις προτάσεις που έχουν υποβληθεί από την τρόικα, τότε θα προχωρήσει σε παρέμβαση μέσω νομοθετικής πράξης - δημιουργώντας υποψίες υπονόμευσης της ίδιας της φύσης του κοινωνικού διαλόγου. Το μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα έχει ήδη μειωθεί κατά 12% με την ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας (σύμφωνα με προηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν) χωρίς θετικές επιπτώσεις  στην ανταγωνιστικότητα της χώρας η  οποία μειώνεται. Ταυτόχρονα αυξάνονται τα ποσοστά φτώχειας και ανεργίας δραματικά διογκώνοντας τις κοινωνικές δαπάνες και άρα τις δημόσιες δαπάνες, ενώ διαφαίνεται ότι ένας από τους λόγους μη επίτευξης των στόχων αναφορικά με τα κρατικά έσοδα είναι ο περιορισμός της καταναλωτικής δύναμης των ελληνικών νοικοκυριών εξαιτίας της μείωση των εισοδημάτων τους (χωρίς κριτήρια) μέσω της αύξηση της φορολογίας, της μείωσης των μισθών κ.λπ.  

Σε αυτό το πλαίσιο ερωτάται η Επιτροπή:

  • Δεδομένου ότι αποτελεί ένα εκ των τριών μερών της τρόικα, έχουν υποβληθεί  από την Τρόικα προτάσεις στην ελληνική κυβέρνηση για μείωση του μισθολογικού κόστους στον ιδιωτικό τομέα και ποιές είναι αυτές;
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η περαιτέρω μείωση του μισθολογικού κόστους δεν αποτελεί πανάκεια ούτε για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας ούτε για την πρόληψη ή και αντιμετώπιση της ανεργίας, αντίθετα φαίνεται ότι μπορεί να προκαλέσει σημαντικές κοινωνικές ανισορροπίες - εντείνοντας τα φαινόμενα φτώχειας και υλικής υστέρησης - δεδομένου και του γεγονότος ότι η Ελλάδα δε διαθέτει σύστημα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Ποιά η άποψη της Επιτροπής, υπό το πρίσμα αφενός της επίτευξης των στόχων της Στρατηγικής ΕΕ2020 και αφετέρου της δημοσιονομικής εξυγίανσης και της οικονομικής βιωσιμ