Η διαδρομή του Κυριάκου Μητσοτάκη στα δυο χρόνια ηγεσίας του Αντώνη Σαμαρά, είναι από τις πλέον… ενδιαφέρουσες στον χώρο της Κεντροδεξιάς. Ο βουλευτής της Β’ Αθηνών και πολιτικός επίγονος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, διαφοροποιήθηκε πλήρως και εγκαίρως από την αδελφή του, Ντόρα Μπακογιάννη.
Όχι μόνο δεν την ακολούθησε στο αυτόνομο εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμμαχίας, αλλά ενίσχυσε τη θέση του στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, στο πλευρό του Αντώνη Σαμαρά, με τον οποίο άλλωστε διατηρούν προσωπική σχέση εμπιστοσύνης, επί σειρά ετών.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μαζί με μικρή μερίδα βουλευτών της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, άρθρωναν συχνά έναν πολιτικό λόγο που ορισμένες φορές δεν κινείτο σε κατεύθυνση πλήρους ταύτισης με την επίσημη γραμμή, παλαιότερα της Ρηγίλλης και σήμερα της Συγγρού. Βρέθηκε ωστόσο με συνέπεια δίπλα στον Αντώνη Σαμαρά, και ήταν από τους πρώτους που υπερασπίστηκαν τη στάση εθνικής ευθύνης στην ψηφοφορία για το Μνημόνιο.
Με δηλώσεις του σε ραδιοφωνικά μέσα, κατά τη διάρκεια της χθεσινής ημέρας, αλλά και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις του με άλλους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, έδειξε να έχει ξεκάθαρη θέση για το θέμα των διαγραφέντων, και του μέλλοντός τους, το κατά πόσο δηλαδή θα πρέπει να επανενταχθούν ενόψει των εκλογών στα ψηφοδέλτια της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μια τέτοια προοπτική θα πρέπει να αποκλείεται, καθώς, κατά την άποψή του δεν θα ήταν δίκαιο για τους βουλευτές που στήριξαν τη θέση του Αντώνη Σαμαρά στην ψηφοφορία για το Μνημόνιο ΙΙ, επιλέγοντας το αντιδημοφιλές «ναι».