Το δεύτερο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας, που συζητείται τις μέρες αυτές, όπως και το PSI, που έχει φέρει το ελληνικό πολιτικό σύστημα και την κοινωνία σε επίπεδο υστερίας, θα κοστίσει στον ευρωπαίο πολίτη 145 δις. ευρώ, αντί για 130 δις. ευρώ, που προβλέπετο αρχικά, σύμφωνα με πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Οι βασικές χώρες-δανειστές, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Γαλλία, δηλώνουν ενοχλημένες από την εξέλιξη αυτή και σε σχέση με τη γενικότερη εμπλοκή τους στη διάσωση της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, μαζί με την Ελλάδα.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε αναμονή των διαπραγματεύσεων με τους ιδιώτες δανειστές. Οι τράπεζες έχουν κατ΄ αρχήν δεχθεί κούρεμα 50%, δηλαδή 100 δις. ευρώ περίπου, αν και το τελικό ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί στο 70%, σύμφωνα με τις συζητήσεις που γίνονται για την ανταλλαγή ομολόγων.
Πρέπει, ωστόσο, να βρεθούν 15 δις. ευρώ επιπλέον, από τις κυβερνήσεις και τις τράπεζες, λόγω της περαιτέρω επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης στη χώρα μας, από το φθινόπωρο και μετά. Αν ο ιδιωτικός τομέας αρνηθεί να συμβάλλει, τότε εναπόκειται στις κυβερνήσεις να συνεισφέρουν. Κάτι που συνεπάγεται δυσβάσταχτα, για τον Έλληνα, νέα μέτρα.
Εκεί εστιάζεται το αδιέξοδο που έχουν περιέλθει οι συζητήσεις και που αναμένεται να καταλήξουν μέχρι αύριο, με την ελπίδα ότι το ατομικό κόστος που θα αγγίζει τον Έλληνα πολίτη, θα μειωθεί στο ελάχιστο δυνατόν. Το ζητούμενο από εδώ και μπρος, εκτός απροόπτου, είναι η ανάπτυξη και οι διαρθρωτικές αλλαγές. Διότι, ακόμη και αν μας «χάριζαν» όλο το χρέος και ξεκινούσαμε από το μηδέν για πρωτογενές πλεόνασμα, με τη γραφειοκρατία, τη νοοτροπία και τις αντιλήψεις που μας διακρίνουν, σε λίγα χρόνια πάλι θα είχαμε οικονομικό πρόβλημα.