Άρθρο του Ευρωβουλευτή Κώστα Πουπάκη στο μηνιαίο πολιτικό περιοδικό “crash”
Η μετατροπή της κρίσηςχρέους σε ανεξέλεγκτη κρίση δανεισμού, αποκλειστικό απότοκο της διακυβέρνησηςΠΑΣΟΚ, οδήγησε τη χώρα σε έναν πρωτοφανή φαύλο κύκλο ύφεσης, σε καταστροφικά αδιέξοδαγια την κοινωνία και την πραγματική οικονομία.
Η τυφλή επιμονή στην ανάλγητηιδεοληψία για άνοδο της ανταγωνιστικότητας μέσα από την «υποτίμηση» του εργασιακούκόστους και την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν απέφερε κανένααποτέλεσμα στην αναπτυξιακή διαδικασία. Αντίθετα «συνέβαλε» στη «ελεύθερηπτώση» του ΑΕΠ, στον πολλαπλασιασμό των «λουκέτων» και την ασφυξία της «αγοράς»ενώ υπήρξε βασικός παράγοντας διόγκωσης της ανεργίας και της επακόλουθης «αιμορραγίας»του Ασφαλιστικού Συστήματος. Ενδεικτικό είναι ότι η μέση μείωση κατά 12% στουςμισθούς του ιδιωτικού τομέα δεν συνοδεύτηκε από καμία βελτίωση τηςανταγωνιστικότητας. Άλλωστε,το πραγματικό κόστος εργασίας στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερο από τοαντίστοιχο των προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών (35%χαμηλότερο έναντι των χωρών της Βόρειας Ευρώπης, 25% έναντι της Γαλλίας και τηςΒρετανίας, 20% έναντι Ισπανίας και Ιταλίας). Μόνο την τελευταίαδιετία έχουν χαθεί περισσότερες από 320.000 θέσεις εργασίας, όσεςδημιουργήθηκαν την περίοδο 2000-2008, όταν είναι τουλάχιστον άξιο απορίας γιατίη κυβέρνηση Παπανδρέου δεν ενεργοποίησε –παρά μόνο μια φορά– τους πόρους από το«Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση» για τη στήριξη των Ελλήνωνανέργων.
Σε αυτή την κατεύθυνση,κάθε «συζήτηση» για περαιτέρω συρρίκνωση του μισθολογικού κόστους αγνοείπαντελώς την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Ενδεχόμενη κατάργηση του13ου και 14ου μισθού αφενός θα προκαλέσει «ντόμινο»δυσμενών εξελίξεων στην πραγματική οικονομία, καθώς ένα νέο πλήγμα στην κατανάλωσηθα δώσει τη «χαριστική βολή» στο λιανικό εμπόριο και τους εργαζόμενους τουκλάδου και αφετέρου θα υπονομεύσει τη βιωσιμότητα και επάρκεια των Ταμείων.Ταυτόχρονα, η συμπίεση της κατώτατης αμοιβής των 740€ (640€ καθαρά-χαμηλότερη και από της πρώην ΓιουγκοσλαβικήςΣλοβενίας) -η οποία ήδη έχει καταλυθεί με την άναρχη επέκταση της εκπεριτροπής εργασίας και της μερικής απασχόλησης με «μισθούς πείνας» 350€ και400€- θα σημάνει την ακαριαία φτωχοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων.
Παρά την κρίσιμη συγκυρία,οφείλουμε να προστατέψουμε σαν «κόρη οφθαλμού» την αυτονομία του κοινωνικούδιαλόγου, την ισχύ και δυναμική της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων απόοποιαδήποτε «έξωθεν επιβολή». Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας είναι«θεμέλιος λίθος» του κοινωνικού κράτους, εγγυητής του ελάχιστου πλαισίουεργασιακής ειρήνης και κοινωνικής δικαιοσύνης. Παρεμβάσεις ή προσπάθειες αποδυνάμωσηςτων συμφωνηθέντων συνιστούν «δημοκρατική εκτροπή».
Το πρόβλημα τηςανταγωνιστικότητας είναι διαρθρωτικό. Η ακολουθούμενη πολιτική όχι μόνο δενβελτιώνει τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, αλλά διαμορφώνει συνθήκες αποεπένδυσης καιαπαξίωσης μεγάλων τμημάτων του παραγωγικού και ανθρώπινου δυναμικού.
Απαιτείται ένα άλλο «μείγμαπολιτικής» που θα διασφαλίσει την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ελληνικούχρέους μέσα από την παραγωγική ανάκαμψη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τηναναβάθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη χρηματοδότηση τωνμικρομεσαίων επιχειρήσεων, την επένδυση στη γνώση και την καινοτομία, τηνεργασιακή και κοινωνική σταθερότητα. Ένα ανθρωποκεντρικό μοντέλο ανάπτυξης που δενθα «ξοδεύει» παραγωγικούς συντελεστές, αλλά θα αξιοποιεί τις δυνατότητές τους εκμεταλλευόμενοστο ακέραιο το ΕΣΠΑ. Είναι απαράδεκτο σε μια εποχή που το Πρόγραμμα ΔημοσίωνΕπενδύσεων «πετσοκόβεται», η απορροφητικότητα της Ελλάδας στο ΕΣΠΑ να ξεπερνά μετάβίας το 30% και αυτά τα ζωτικής σημασίας κονδύλια, αντί να διοχετεύονται στηναγορά και την απασχόληση, να λιμνάζουν στα «αζήτητα» των Υπουργείων ή νατοποθετούνται σε «νεκρά έργα». Η ελληνική οικονομία πρέπει να παράγει πλούτοκαι η πολιτεία να αναδιανέμει το κοινωνικό μέρισμα, δεν είναι δυνατόν νααναπαράγει μαζικά εξαθλιωμένους ανέργους και «νεόπτωχους» εργαζομένους, τουςοποίους και «σπεύδει» να φορολογήσει με τη μείωση του αφορολογήτου ορίου στις 5.000€,δηλαδή πολύ πιο κάτω απότο όριο της φτώχειας που σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ κυμαίνεται στα 7.178€.
Η «επαναδιαπραγμάτευση» τουοικονομικού και κοινωνικού μοντέλου της χώρας προϋποθέτει μια νέα κυβέρνηση με ισχυρήκαι νωπή λαϊκή εντολή, χρειάζεται μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της Ν.Δ., πουπιστεύω ακράδαντα ότι θα κατορθώσει –έχει δώσει διαπιστευτήρια με τις υπεύθυνεςκαι ρεαλιστικές της προτάσεις– να συνδυάσει την αύξηση της παραγωγικότητας μετην ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και την ανταγωνιστικότητα με το δικαίωμαστην αξιοπρεπή αμοιβή και διαβίωση. Αυτή η ισορροπία είναι αναγκαία συνθήκη γιατην εθνική πρόοδο και την κοινωνική προκοπή, είναι απαραίτητη προϋπόθεση, ώστενα επαναφέρουμε το όραμα και την ελπίδα σε κάθε ελληνικό σπίτι που σήμεραδοκιμάζεται.