Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Η Λαγκάρντ φοβάται χρεοκοπία

Όταν ο Ντομινίκ Στρος-Καν ανέλαβε τα ηνία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, δεν χρειάστηκε παρά ελάχιστα… παραδείγματα συμπεριφοράς και ρητορικής, για να πείσει ότι, σε σχέση με τους προκατόχους του, δεν είχε καμία διάθεση να «σκοτώσει» τον πολιτικό που είχε μέσα του.

Αντιθέτως, κατάφερε να μην υποκύψει στον πειρασμό του να… μεταμφιεστεί σε τεχνοκράτη. Διαχειρίστηκε πολιτικά τις τύχες του Ταμείου, που μετά την άνοιξη του 2010 εξελίχτηκε στον μεγαλύτερο δανειστή της Ελλάδας, και αυτή ακριβώς η βαθιά ρεαλιστική προσέγγισή του, βοήθησε στο να έχει διαγραφεί η λέξη «χρεοκοπία» από το λεξιλόγιο της καθημερινής διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος.
Όλα αυτά βέβαια, χάθηκαν από τη στιγμή που η τηλεοπτική εικόνα έγινε εξαιρετικά «ζωηρή», με την απεικόνιση του DSK να οδηγείται το καλοκαίρι στο δικαστήριο, φορώντας χειροπέδες. Η Ελλάδα έχασε έναν πολύτιμο σύμμαχο, έστω και για τους δικούς του, πολιτικά εγωϊστικούς λόγους, καθώς ο Στρος-Καν ήθελε να κομίσει ως κεντρικό επιχείρημα στην προεκλογική εκστρατεία του για το Ελιζέ, την αποφυγή χρεοκοπίας της Ελλάδας. Επομένως, συνολικά της ευρωζώνης.
Τον σύζυγο της Αν Σινκλέρ, και άλλοτε αυτονόητο φαβορί για την Προεδρία της γαλλικής Δημοκρατίας, διαδέχτηκε στη γενική διεύθυνση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μια συμπατριώτισσά του. Η κεντροδεξιά Κριστίν Λαγκάρντ, υπουργός Οικονομικών μέχρι τότε της κυβέρνησης Φιγιόν, και καλύτερη μεταξύ όλων των συναδέλφων της στην ευρωζώνη, σύμφωνα και με τη σχετική διάκριση που της απενεμήθη.
Η Λαγκάρντ έμοιαζε στην αρχή έξω από τα νερά της στο ΔΝΤ. Χρειάστηκε να βρει ισορροπίες και πρόθυμους συνομιλητές μεταξύ της γραφειοκρατίας του Ταμείου, που κατά πλειοψηφία ελέγχεται πολιτικά από την Ουάσινγκτον. Εκ των πραγμάτων δηλαδή, ήταν μια Γαλλίδα την οποία αντίκριζαν με πρόδηλη καχυποψία οι Αμερικανοί.
Όσο περνούσε ο καιρός ωστόσο, η Κριστίν Λαγκάρντ κατάφερε να βρει τα «πατήματά» της. Και πλέον, να συνομιλεί με την Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο, δηλαδή εκτός έδρας, και να έχει την ευχέρεια και το πολιτικό κουράγιο να λέει δημοσίως όσα δεν θέλει η Καγκελάριος να ακούει ούτε… κατ’ ιδίαν.
Έτσι έκανε και σήμερα. Όταν, στο περιθώριο του Eurogroup, στο οποίο αναμένεται να «κλειδώσει» η θετική έκβαση του PSI για τα ελληνικά ομόλογα τα οποία έχουν στην κατοχή τους ιδιώτες, δεν δίστασε να μιλήσει και πάλι για την ανάγκη να αρθεί η πολιτική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ύψος των περιστάσεων. Να ανταποκριθεί στη συγκυρία της εποχής. Να γίνει και ηγεσία, αλλά και πολιτική.
Ζήτησε να ενισχυθούν τα κεφάλαια του μηχανισμού στήριξης. Να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην έκδοση ευρωομολόγων. Και φυσικά, να συνεχίσει ο Μάριο Ντράγκι, διάδοχος του Ζαν-Κλοντ Τρισέ στη Φρανκφούρτη, την πολιτική μείωσης των επιτοκίων.
Επεσήμανε ότι η ανάπτυξη, σε παγκόσμιο αλλά και ειδικότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τρέχει… στην κατηφόρα. Και υπογράμμισε την ανάγκη να υψωθούν τείχη προστασίας, που θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα.
Είναι προφανές ότι η Κριστίν Λαγκάρντ διαχειρίζεται πολιτικά την έκδηλη αγωνία της για το μέλλον, και μάλιστα το όχι και τόσο μακρινό. Γνωρίζοντας τη γονιδιακή ανεπάρκεια της πολιτικής ηγεσίας της ευρωζώνης, που στην εποχή της ακραίας παγκοσμιοποίησης επηρεάζει όλες τις οικονομίες του πλανήτη, φοβάται ότι επί ημερών της στη Γενική Διεύθυνση του ΔΝΤ, είναι πιθανό το κραχ. Δηλαδή η χρεοκοπία, και όχι φυσικά μονάχα της ελληνικής οικονομίας.