ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΡΑΤΣΟΣ
Η Ιστορία μας διδάσκει ότι οι μεγάλες οικονομικές κρίσεις παράγουν διεθνείς ανακατατάξεις και ότι οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις των κυρίαρχων δυνάμεων μεταβάλλονται ώστε να είναι αντίστοιχες των δυνατοτήτων τους.
Παράλληλα με τη διεθνή οικονομική κρίση, εξελίσσεται και μία έντονη δραστηριότητα με διαφοροποίηση στη στρατηγική των δυνάμεων οι οποίες επιδιώκουν περισσότερο ζωτικό χώρο.
Η τάση επιβολής της Γερμανίας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τα δεδομένα του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος και των αγορών, μέσω της θέλησής της για καθιέρωση των δικών της κανόνων αποτελεί εμπόδιο στον επανασχεδιασμό του μέλλοντος της Ευρώπης με βιώσιμη προοπτική με περισσότερο ισορροπημένη ανάπτυξη και συμμετοχή στις Ευρωπαϊκές πολιτικές αποφάσεις.
Από την οπτική γωνία της αποτελεσματικότητας, η απαρέγκλιτη και πειθαρχημένη τήρηση των νόμων και των κανόνων λειτουργίας της κοινωνίας της, η εσωτερική της εθνική συνοχή και η επικράτηση αρχών νεοφιλελευθερισμού έναντι αυτών της αλληλεγγύης, επιβράβευσε τη Γερμανία δεδομένου ότι έχει σαφώς και με σχετικά μεγάλη διαφορά την πιο εύρωστη οικονομία στην Ε.Ε.
Μέχρι τώρα, και από την εμφάνιση της κρίσης, ο Γερμανικός τρόπος προσέγγισης της πραγματικότητας, για την επίτευξη προόδου στην οικοδόμηση της Ευρώπης, μπορεί να χαρακτηριστεί από σαφή έλλειψη ευελιξίας η οποία στοιχίζει και θα συνεχίσει να στοιχίζει στην Ευρώπη. Η Γερμανία προτάσσει τους «κανόνες»
της , χωρίς να λαμβάνει υπ’όψη της τις ανάγκες ρευστότητας της Ευρωπαϊκής και διεθνούς οικονομίας. Ας ελπίσουμε ότι η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ των έξι μεγάλων Κεντρικών τραπεζών για τη διοχέτευση ρευστότητας σε δολάρια στην ασφυκτιούσα Ευρωπαϊκή οικονομία θα έχει και συνέχεια από την πλευρά της ΕΚΤ –για τη στήριξη της διαδικασίας αγοράς κρατικού χρέους- χωρίς τις έντονες ενστάσεις της Γερμανίας.
Η στρατηγική της κυριαρχίας, σε περίοδο κρίσεως, εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους για τη συνέχιση της οικοδόμησης της Ευρώπης σε κλίμα ομαλότητας.
Επίσης, η Ιστορία υπενθυμίζει πού κατέληξε η στρατηγική επέκτασης της Γερμανίας τον προηγούμενο αιώνα. Μακροπρόθεσμα, θεωρείται ότι δύσκολα -κυρίως η Γαλλία αλλά και οι άλλες μεγάλες χώρες όπως η Ιταλία, η Μ. Βρετανία , η Πολωνία, η Ισπανία -, θα μπορέσουν να αποδεχθούν τη Γερμανική ηγεμονία, επιβάλλοντας τους δικούς της κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας της κοινωνίας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Μπορεί το Γαλλικό κοινωνικό μοντέλο να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης σε σχέση με τις ανάγκες της ανταγωνιστικότητας της παγκοσμιοποίησης και να χρειάζεται προσαρμογή, όμως αυτή η προσαρμογή θα δημιουργήσει ύφεση και θα φέρει τη Γαλλία σε μεγαλύτερη απόκλιση σε σχέση με τη Γερμανία. Το διακύβευμα για τη Γαλλία είναι το γόητρο και η θέση της στην Ευρωπαϊκή και διεθνή σκακιέρα. Πρέπει να θεωρείται αρκετά δύσκολο για τη Γαλλία να αντέξει μακροπρόθεσμα τη Γερμανική ηγεμονία.
Πρόσφατο δείγμα της σκέψης του μέσου Γερμανού και της τυπολατρίας σε σχέση με την εφαρμογή των νόμων, μπορεί να θεωρηθεί η μήνυση του Γερμανού πολίτη προς το Γερμανό Πάπα Βενέδικτο, διότι δε φορούσε ζώνη ασφαλείας κατά τη διάρκεια της διέλευσης μέσα σε αυτοκίνητο, ανάμεσα στο ακροβολισμένο πλήθος, δεξιά και αριστερά του δρόμου.
Για έναν Νοτιοευρωπαίο είναι σχεδόν η απόλυτη μικρονοηκότητα.
Είναι δεδομένο ότι ο νόμος υπάρχει για να εφαρμόζεται. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία πάνω σε αυτό το θέμα. Η επικράτηση της τυπολατρίας επί της ουσίας όμως, φέρνει στην επιφάνεια μία διαστρεβλωμένη αντίληψη της πραγματικότητας και αποφάσεις – ενέργειες αναντίστοιχες των περιστάσεων. Η διέλευση του Πάπα αποτελεί ένα εντελώς έκτακτο γεγονός, και το οποίο πραγματοποιήθηκε κάτω από συνθήκες απολύτου ελέγχου, μη συγκρινόμενες με τις συνθήκες της κανονικής κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Συνεπώς, η «συνεπής»εφαρμογή του συγκεκριμένου νόμου δεν μπορεί να έχει έννοια κάτω από αυτές τις συνθήκες. Εξ’ άλλου τι πιθανότητες σύγκρουσης υπήρχαν, ώστε να κινδυνεύσει η σωματική του ακεραιότητα και για προληπτικούς λόγους να προστατευθεί με ζώνη ασφαλείας ; Ούτε μία στο εκατομμύριο!
Ενδιαφέρον πάντως θα παρουσίαζε η υπόθεση, εάν ο Πάπας δεν προστατευόταν από διπλωματική ασυλία και η μήνυση να έφτανε μέχρι το Γερμανικό δικαστήριο.
Ο Keynes, ο οποίος έδωσε τα θεωρητικά εργαλεία για την έξοδο από την κρίση του 1930, πίστευε στην ευελιξία της εφαρμοζόμενης πολιτικής τονίζοντας ότι όταν οι συνθήκες αλλάζουν, αλλάζει και η γνώμη για τις ιδέες της εφαρμοζόμενης πολιτικής.
Η επιβράβευση της «αρετής» των ανταγωνιστικών οικονομιών μέσα σε ένα διεθνώς απορυθμισμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα και μέσω της διαιώνισης των ανισορροπιών των εμπορικών συναλλαγών σε διεθνές επίπεδο, με υψηλά πλεονάσματα και ελλείμματα αντίστοιχα, χωρίς αυτόματες συναλλαγματικές προσαρμογές η άλλες αντισταθμίσεις, δεν μπορεί να επιβιώσει μακροπρόθεσμα.
Στην Ευρωζώνη, ο δρόμος τον οποίο δείχνει η Γερμανία θα φέρει μεγαλύτερη ύφεση στις ελλειμματικές χώρες, αύξηση της ανεργίας με σοβαρές πιθανότητες για κοινωνικές αναταραχές με συνέπεια τις Ευρωπαϊκές συγκρούσεις σε πολιτικό επίπεδο.
Χωρίς ισχυρούς μηχανισμούς στήριξης η συνδυασμό μηχανισμών σε ρόλο «μπαζούκας» , με μεγάλο πακέτο ρευστότητας ,καθώς και ένα σχέδιο τύπου Marshall
με επενδύσεις στη πραγματική οικονομία προς τις οικονομίες της Ν. Ευρώπης , η Ευρωπαϊκή προοπτική δεν έχει μέλλον.
Θα αποσυντεθεί λόγω της διαιώνισης των έντονων ανισορροπιών στη πραγματική οικονομία και της διεύρυνσης της απόκλισης. Η διεύρυνση των ανισοτήτων δρα αντιαναπτυξιακά . Η καλύτερη κατανομή των πόρων δημιουργεί βιωσιμότητα μακροπρόθεσμα .
Η Ευρώπη του αύριο θα είναι διαφορετική από την Ευρώπη του σήμερα.
Ας ελπίσουμε ότι οι απαραίτητες δημοσιονομικές προσαρμογές θα συνοδευτούν από πιέσεις και τη συνειδητοποίηση των κινδύνων ώστε να «ξεμπλοκάρουν» τη Γερμανική συμπεριφορά γιά να διοχετευθεί η απαραίτητη ρευστότητα στις αγορές . Ετσι θα μειωθούν σε βιώσιμο επίπεδο για τη διαχείριση του χρέους τα επιτόκια δανεισμού των κρατικών ομολόγων και θα παύσει να ασφυκτιά η πραγματική οικονομία.
Ισως η τρέχουσα εβδομάδα να φέρει στην επιφάνεια τα πρώτα κεντρικά στοιχεία του μελλοντικού παζλ για την υπό «επανεφεύρεση» Ευρώπη.