Απαιτείται άμεση αλλαγή πολιτικής, ·
Απαιτείται ένα άλλο αναπτυξιακό μοντέλο που στο επίκεντρό του θα βάζει τον άνθρωπο συνδυάζοντας αποτελεσματικά την ανταγωνιστικότητα με την κοινωνική συνοχή Η κυβερνητική πολιτική στις εργασιακές σχέσεις δημιουργεί στρατιές ανέργων, πλήθος φτωχών εργαζόμενων και συνταξιούχων, «λουκέτα» στην πραγματική οικονομία, «κραχ» σε Ασφαλιστικά Ταμεία και κρατικά έσοδα
Από την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου μέχρι σήμερα, από το «Πολυνομοσχέδιο» έως το «Μεσοπρόθεσμο», αλλά και σε κάθε επίσημη ή άτυπη επίσκεψη της τρόικας στην Ελλάδα, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι -οι μόνιμοι και νόμιμοι χρηματοδότες του Κρατικού Προϋπολογισμού- βρίσκονται στο στόχαστρο της κυβερνητικής πολιτικής. Με όχημα τη δημοσιονομική εξυγίανση και πρόσχημα την προσέλκυση ξένων επενδύσεων διαμορφώνεται ένας σύγχρονος «κοινωνικός καιάδας». Η ανταγωνιστικότητα συνδέθηκε αποκλειστικά με την εργασιακή ανασφάλεια, το μισθολογικό εξευτελισμό των εργαζομένων και τη διαρκή υποβάθμιση του επιπέδου διαβίωσης. Η αγορά εργασίας γίνεται κυριολεκτικά «ζούγκλα» με την άναρχη και χωρίς κανόνες επέκταση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, οι μισθοί μοιάζουν με «φιλοδώρημα» ή «χαρτζιλίκι» και το εργατικό δίκαιο παραπέμπει περισσότερο σε τριτοκοσμική χώρα παρά σε κράτος-μέλος της ευρωζώνης. Συμπληρώνοντας σχεδόν ενάμιση χρόνο στα δεσμά του Μνημονίου, η εξέλιξη των οικονομικών και κοινωνικών δεικτών αποδεικνύει πως οι θυσίες των Ελλήνων δεν πιάνουν τόπο. Το «φάρμακο» της άγριας λιτότητας και των ακραία περιοριστικών πολιτικών γίνεται «φαρμάκι» για την κοινωνία και την πραγματική οικονομία υπονομεύοντας κάθε αναπτυξιακή προοπτική, κάθε διέξοδο διαφυγής από το τούνελ της ύφεσης που θα ξεπεράσει το 5% και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων που συνεχώς διογκώνονται. Η πολιτική συμπίεσης του εργασιακού κόστους απέτυχε όχι μόνο να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας αλλά και να διατηρήσει τις υπάρχουσες προκαλώντας αλυσιδωτές αρνητικές εξελίξεις. Η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε συνώνυμο της εξαντλητικής τιμωρίας των εργαζομένων και οι διαρθρωτικές αλλαγές ταυτίστηκαν με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και την καταστρατήγηση κάθε εργασιακού δικαιώματος. Οι ξένες επενδύσεις δεν ήρθαν ποτέ με το ασταθές και αντιαναπτυξιακό φορολογικό περιβάλλον να αποτρέπει κάθε σοβαρό επενδυτικό ενδιαφέρον. Η εκρηκτική άνοδος της ανεργίας την τελευταία διετία που αγγίζει πλέον το 17% σημαίνει απώλεια εσόδων για τα Ασφαλιστικά Ταμεία και το κράτος, ύψους 5 δις € (450 εκατ. € για κάθε μονάδα ανεργίας) ενώ αν συνυπολογίσει κανείς την απώλεια εισφορών από τις μειώσεις μισθών (115 εκατ. € για κάθε 1% μείωση) τότε το ποσό αυτό δεν απέχει πολύ από τα 8 δις € της 6ης δόσης, για την καταβολή της οποίας η τρόικα ζητά ακόμη πιο σκληρά μέτρα. Κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον έναν άνεργο και το γεγονός ότι σε κάθε νέα πρόσληψη αντιστοιχούν 7 απολύσεις καθιστά όλους τους εργαζόμενους υποψήφιους ανέργους. Οι νέοι μας -το σημαντικότερο αναπτυξιακό κεφάλαιο του τόπου- αναγκάζονται στη μετανάστευση και την εργασιακή περιπλάνηση. Ο δημόσιος χαρακτήρας του Ασφαλιστικού αλλοιώνεται και η βιωσιμότητά του κινδυνεύει σοβαρά μαζί με το δικαίωμα των απόμαχων της εργασίας σε μια αξιοπρεπή ζωή. Η μερική απασχόληση και τα «μπλοκάκια» γίνονται πλέον κανόνας για να βρει κάποιος δουλειά, με την εκ περιτροπής εργασία αναγκαία συνθήκη για να τη διατηρήσει. 4 στις 10 νέες συμβάσεις είναι «ευέλικτες» ενώ η μετατροπή της πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής εργασία και οι διαθεσιμότητες έχουν λάβει διαστάσεις επιδημίας. Η μείωση των εισοδημάτων και η συνεχής αύξηση των έμμεσων φόρων ανατρέπει τον οικογενειακό προγραμματισμό και πολλαπλασιάζει τους «φτωχούς εργαζόμενους». Η υπερχρέωση των ελληνικών νοικοκυριών εντείνεται επικίνδυνα και η αγοραστική τους δύναμη συρρικνώνεται με τα αγαθά πρώτης ανάγκης να γίνονται πολυτέλεια. Η καθίζηση της κατανάλωσης εξαντλεί τη στεγνή από ρευστότητα αγορά και διαμορφώνει συνθήκες ασφυξίας για το λιανικό εμπόριο. Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, καταρρέει και τα λουκέτα είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο. Περισσότερες από 180.000 επιχειρήσεις κινδυνεύουν να κλείσουν μέχρι το τέλος τους έτους με την αντίστοιχη απώλεια θέσεων εργασίας να υπολογίζεται στις 250.000. Η μείωση του τζίρου, των εσόδων από ΦΠΑ καθώς και του φορολογητέου εισοδήματος συνιστούν τεράστιες απώλειες για το κράτος, που καλούνται να καλύψουν τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα μέσα από μια νέα φοροκαταιγίδα. Είναι σαφές ότι το μείγμα πολιτικής που εφαρμόζει το ΠΑΣΟΚ είναι επικίνδυνο και καταστροφικό. Δεν ευημερούν ούτε οι άνθρωποι αλλά ούτε και οι αριθμοί. Η φτώχεια και το κοινωνικό περιθώριο απειλεί όλο και περισσότερους συμπολίτες μας δημιουργώντας κινδύνους κοινωνικής αναταραχής ενώ η καθημερινότητα του Έλληνα έχει γίνει δυσβάσταχτη. Η μεσαία τάξη αποσυντίθεται, οι πάσης φύσεως ανισότητες διευρύνονται και η απόγνωση έχει αντικαταστήσει την προοπτική. Απαιτείται άμεση αλλαγή πλεύσης, άμεση αλλαγή πολιτικής, απαιτείται ένα άλλο αναπτυξιακό μοντέλο που στο επίκεντρό του θα βάζει τον άνθρωπο συνδυάζοντας αποτελεσματικά την ανταγωνιστικότητα με την κοινωνική συνοχή. Η δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί και πρέπει να συνυπάρξει με την κοινωνική δικαιοσύνη. Η επανεκκίνηση της οικονομίας θα έρθει μόνο μέσα από την ανακούφιση της κοινωνίας και τη θωράκιση της υγιούς επιχειρηματικότητας. Έτσι και μόνο έτσι μπορούμε να ξανακερδίσουμε τη χαμένη μας αυτοπεποίθηση και να ξεφύγουμε από τη μιζέρια, έτσι μπορούμε να δημιουργήσουμε την ελπίδα για το αύριο και να αδράξουμε την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή.