Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

Τι έγινε στην Αργεντινή την επόμενη ημέρα της χρεοκοπίας

Η χώρα δεν... εξαφανίστηκε από τον χάρτη και απέκτησε θετικούς ρυθμους ανάπτυξης.
Οι βίαιες διαμαρτυρίες των τελευταίων ημερών του Δεκεμβρίου του 2001 στην Plaza de Mayo κατέληξαν σε συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας που κορυφώθηκαν με την απώλεια ανθρώπινων ζωών..

Της Μαρίας Μαθιοπούλου
Η έννοια της χρεοκοπίας μπήκε στη ζωή μας αιφνιδιαστικά, χωρίς να συνειδητοποιήσουμε τι κρύβεται πίσω της, αλλά και τις πραγματικές της διαστάσεις όταν μια χώρα αναγκαστεί ή επιλέξει να στραφεί προς την κατεύθυνσή της.
Συχνά χρησιμοποιείται χωρίς κανείς να ξέρει ή να μπορεί να προβλέψει τις συνέπειές της για μια οικονομία και έναν λαό. Κάποιοι τη χρησιμοποίησαν ως ευλογία και κάποιοι άλλοι σαν κατάρα. Στην πράξη όμως δεν έχει τον ίδιο αντίκτυπο σε όλες τις περιπτώσεις.
Όπως τονίζουν διεθνείς αναλυτές, ούτε όλες οι χρεοκοπίες προκαλούνται από τους ίδιους λόγους ούτε οδηγούν στα ίδια αποτελέσματα. Η ιστορία έχει δείξει πως μια χρεοκοπία μπορεί να καταστρέψει την εμπιστοσύνη σε μια οικονομία για χρόνια, μπορεί να κλονίσει ένα παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, να οδηγήσει στην εξαθλίωση και στην κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου, μπορεί όμως και να αφήσει ανεπηρέαστες τις αγορές ή ακόμα και να φέρει ωφέλειες σε έναν χρεοκοπημένο.
Η “ΜτΚ” παρουσιάζει δύο από τις πιο γνωστές χρεοκοπίες της τελευταίας δεκαετίας, της Αργεντινής και του Εκουαδόρ, καταγράφοντας το πριν και το μετά των δύο οικονομιών.

Η Αργεντινή, η χρεοκοπία και η ζωή μετά

Η Αργεντινή βρέθηκε τις τελευταίες ημέρες στα χείλη πολλών, επισήμων και μη, με αναφορές σε τανκς, ανθρώπινες απώλειες και λεηλατημένα σούπερ μάρκετ που έφεραν δραματικές μνήμες στην επιφάνεια. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά. Τον τελευταίο έναν χρόνο, από τότε που η χώρα έβαλε στη ζωή της το μνημόνιο και βρέθηκε αντιμέτωπη με το χάσμα της χρεοκοπίας, όλος ο κόσμος θυμήθηκε την κατάρρευση της Αργεντινής το 2002, συνέπεια ενός συνδυασμού βαθιάς ύφεσης και μέτρων λιτότητας, που είχαν τις ρίζες τους στο σπάταλο κράτος της μεταπολίτευσης, στη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά.
Η οικονομία της Αργεντινής μετά από μια επίπονη περίοδο για την κοινωνία κατάφερε τελικά να ανακάμψει και να εισέλθει σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, κάνοντας κάποιους αναλυτές να τη χρησιμοποιούν ως ένδειξη ότι μπορεί να υπάρξει ζωή μετά τη χρεοκοπία. Ο αντίλογος όμως λέει πως η κρίση χρέους της Αργεντινής δεν προκάλεσε κρίση στους πιστωτές, ενώ όταν συνέβη η διεθνής οικονομία έμπαινε σε περίοδο σταθερής ανάπτυξης, κάτι που βοήθησε και την οικονομία της λατινοαμερικάνικης χώρας.
Η “ΜτΚ” θυμάται μερικούς από τους σημαντικότερους σταθμούς στην οικονομική και πολιτική κρίση της Αργεντινής, που κορυφώθηκε και επισφραγίστηκε από τη χρεοκοπία της χώρας το 2002.

Το βάρος του δανεισμού

Η Αργεντινή βίωσε μια βαθιά οικονομική κρίση από το 1998 έως το 2002, που άλλαξε άρδην το πρόσωπο μιας χώρας που θεωρείτο λίγα χρόνια νωρίτερα οικονομικό θαύμα. Ουσιαστικά όμως η κρίση άρχισε να σιγοκαίει από το 1983, χρονιά κατάρρευσης της δικτατορίας στη χώρα. Ο δανεισμός που απαίτησε η ανασυγκρότηση βάρυνε επικίνδυνα την Αργεντινή, δημιουργώντας στην αρχή μια πλασματική ευφορία, οδηγώντας όμως στη συνέχεια στην κατάρρευση του νομίσματός της (του αουστράλ που είχε αντικαταστήσει το πέσο). Η μία μετά την άλλη υποτίμηση του νεόκοπου νομίσματος, αλλά και οι αδυναμίες της τότε κυβέρνησης στο οικονομικό μέτωπο οδήγησαν σε υπερπληθωρισμό. Έτσι, το 1991 κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ντομίνγκο Καβάγιο ως υπουργού Οικονομικών στην κυβέρνηση του Κάρλος Μένεμ, ελήφθη η απόφαση το πέσο να “δεθεί” στο αμερικανικό δολάριο, υπό τις ευλογίες του ΔΝΤ, για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να αντιμετωπίσει τον υπερπληθωρισμό. Η πρακτική αυτή δούλεψε για λίγο. Ο πληθωρισμός έπεσε, η αξία του νομίσματος διατηρήθηκε και πολλοί πολίτες μπορούσαν πια να ταξιδεύουν στο εξωτερικό, να αγοράζουν εισαγόμενα αγαθά και να ζητούν δάνεια σε δολάρια με χαμηλά επιτόκια.
Με τον καιρό όμως η Αργεντινή αντιμετώπισε τα μειονεκτήματα του να έχει σταθερή ισοτιμία. Δένοντας το πέσο στο άρμα του δολαρίου, οι Αργεντίνοι υιοθέτησαν ένα νόμισμα του οποίου η ισοτιμία είχε ελάχιστη σχέση με τις οικονομικές τους συνθήκες. Υπήρξε ευλογία σε περιόδους υπερπληθωρισμού, όταν όμως η σταθερότητα επέστρεψε στη χώρα, η αδυναμία του νομίσματος να ανταποκριθεί αποδείχθηκε περισσότερο βάρος παρά όφελος. Η Αργεντινή είχε παραχωρήσει τον έλεγχο της νομισματικής της πολιτικής και το Μπουένος Άιρες αφέθηκε να χορεύει ντίσκο, όπως τόνιζαν οι αναλυτές, όταν θα ήταν καλύτερα να χορεύει τάνγκο.
Ήταν μια περίοδος που το ήδη τεράστιο χρέος της χώρας σε δολάρια πήρε την ανιούσα, μαζί με τις ανάγκες της για συνεχή δανεισμό, ενώ οι δημόσιες δαπάνες φούσκωναν σε μια οικονομία όπου η διαφθορά κυριαρχούσε. Και εν μέσω όλων αυτών το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έδινε δάνεια, τα οποία ουσιαστικά έπεφταν σε ένα βαρέλι δίχως πάτο.

Ο γείτονας πουλούσε φθηνότερα

Όταν το βραζιλιάνικο ρεάλ βυθίστηκε το 1999, το πέσο δεν μπόρεσε να ακολουθήσει, καθιστώντας τις αργεντίνικες εξαγωγές πολύ πιο ακριβές από αυτές του γείτονα. Η πτώση στις παγκόσμιες τιμές αγροτικών προϊόντων και η παγκόσμια οικονομική κρίση απλά επιδείνωσαν τα προβλήματα της Αργεντινής. Οι λιγότερες εξαγωγές περιόρισαν τη δυνατότητα της χώρας να κερδίσει συνάλλαγμα για να αποπληρώνει τα εκφρασμένα σε δολάριο χρέη της. Η πτωτική βιομηχανική δραστηριότητα στέρησε από την κυβέρνηση το ρευστό για να ισοσκελίσει τους ισολογισμούς της, ενώ τα επίπεδα της ανεργίας έφτασαν στο 30%. Οι ξένοι επενδυτές και αγοραστές διαπίστωσαν πως τα δολάριά τους μπορούσαν να αγοράσουν περισσότερα στη Βραζιλία από ό,τι στην Αργεντινή, με συνέπεια οι ξένες επενδύσεις να γίνουν καπνός και οι εξαγωγές αέρας. Το 1999 το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 4% και η χώρα εισήλθε σε περίοδο ύφεσης, που κράτησε τρία χρόνια και κατέληξε σε μια δραματική κατάρρευση. Στο τιμόνι ήταν τότε ο Φερνάντο ντε λα Ρούα.
Τον Δεκέμβριο του 2000 το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) συμφώνησε να παράσχει στη χώρα δάνειο 40 δισ. δολ. για να καταφέρει να βγει από την κρίση. Το πακέτο όμως που συνόδευε το δάνειο προέβλεπε μέτρα λιτότητας, όπως αυξήσεις της φορολογίας και μειώσεις στα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας. Μετά από μια δύσκολη χρονιά, στις 5 Δεκεμβρίου του 2001, το ΔΝΤ ανακοίνωνε ότι δεν θα εκταμιεύσει την δόση του 1,3 δισ. δολ. στην Αργεντινή, αφού τα μέτρα λιτότητας δεν ήταν αρκετά σκληρά.

Οργή στους δρόμους του Μπουένος Άιρες

Οι συνέπειες της συνεχιζόμενης ύφεσης σε συνδυασμό με τα σκληρά μέτρα δημιούργησαν μια εκρηκτική κατάσταση. Τον Δεκέμβριο του 2001 οι Αργεντίνοι, φοβούμενοι πως τα πέσος του θα υποτιμηθούν κατέφυγαν στις τράπεζες, θέλοντας να τα μετατρέψουν σε δολάρια σε ένα προς ένα ισοτιμία. Οι περιορισμοί των αναλήψεων που ακολούθησαν, προκειμένου να μην καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα, προκάλεσαν κύμα θυμού και αβεβαιότητας σε όλη τη χώρα. Ξεκινώντας από την επαρχία ο κόσμος άρχισε να λεηλατεί σούπερ μάρκετ, με τις εξεγέρσεις να επεκτείνονται σταδιακά και στο Μπουένος Άιρες.
Η χώρα κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και η πολιτική αδυναμία ήταν εμφανής. Ο κόσμος οργισμένος ξεχύθηκε στους δρόμους του Μπουένος Άιρες, όχι μόνο οι άνεργοι, αλλά και οι μικρομεσαίοι που επλήγησαν από τους οικονομικούς περιορισμούς. Οι βίαιες διαμαρτυρίες των τελευταίων ημερών του Δεκεμβρίου του 2001 στην Plaza de Mayo κατέληξαν σε συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας που κορυφώθηκαν με την απώλεια ανθρώπινων ζωών. Πέντε χιλιάδες πολίτες μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι του υπουργού Οικονομικών, Καβάγιο, χτυπώντας κατσαρόλες και τηγάνια, αναγκάζοντάς τον μετά από μία ώρα να παραιτηθεί, παίρνοντας στη συνέχεια μαζί του όλο το υπουργικό συμβούλιο. Ο πρόεδρος της χώρας Φερνάντο Ντε λα Ρούα χρειάστηκε ελικόπτερο για να διαφύγει ανοίγοντας τον δρόμο στην πολιτική κρίση. Η ενδιάμεση κυβέρνηση που ακολούθησε δήλωσε αδυναμία να αντιμετωπίσει την κατάσταση και, προτού δει την έξοδο, ανακοίνωσε στις 25 Δεκεμβρίου του 2001 την αναστολή των πληρωμών στο ύψους 132 δισ. δολ. χρέος της.
Την έκρυθμη κατάσταση ανέλαβε να διαχειριστεί ο νέος πρόεδρος, Εντουάρντο Ντουάλντε, με πρώτη κίνηση την κατάργηση της σταθερής ισοτιμίας πέσο-δολαρίου. Το πέσο έπεσε στα τάρταρα. Στις 3 Ιανουαρίου του 2002 η Αργεντινή χρεοκόπησε και επίσημα, αφού δεν κατάφερε να ανταποκριθεί σε πληρωμή ομολόγων 28 εκατ. δολ.
Η πτώση του πέσο έφερε αρχικά χάος, εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό. Το βιοτικό επίπεδο του μέσου Αργεντίνου έπεσε σημαντικά, πολλές εταιρείες έκλεισαν ή χρεοκόπησαν, πολλά εισαγόμενα προϊόντα έγιναν κυριολεκτικά απρόσιτα. Για αρκετό καιρό ο κόσμος κατέβαινε στους δρόμους, αμφισβητώντας τις προθέσεις και της νέας κυβέρνησης.

Μετά τη χρεοκοπία, η ανάκαμψη

Ο Ντουάλντε κατάφερε να σταθεροποιήσει σε ένα βαθμό την κατάσταση και στη συνέχεια προκήρυξε εκλογές. Τον Μάιο του 2003 τα ηνία της χώρας πήρε ο Νέστωρ Κίρσνερ, διατηρώντας τον υπουργό Οικονομικών του προκατόχου του στη θέση του. Σταδιακά όμως η υποτίμηση του νομίσματος άρχισε να δείχνει και το καλό της πρόσωπο. Οι εξαγωγές φθήνυναν, έγιναν ελκυστικότερες και εισήλθαν σε ανοδική πορεία, ωφελημένες και από τη δυναμική εμφάνιση της Κίνας στη διεθνή σκηνή, που άρχισε να επιλέγει τα αγροτικά προϊόντα της Αργεντινής. Η βιομηχανία και η γεωργία μπήκαν σε φάση ανασυγκρότησης, δημιουργώντας σταδιακά νέες θέσεις εργασίας και συμβάλλοντας στη μείωση της ανεργίας, που σε λίγα χρόνια υποχώρησε από το 20% στο 8,5%. Οι οικονομικοί ρυθμοί άρχισαν να αποκτούν υψηλά θετικά πρόσημα. Η κυβέρνηση ενθάρρυνε την υποκατάσταση των εισαγωγών και την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε πιστώσεις, εφάρμοσε ένα επιθετικό σχέδιο για την είσπραξη φόρων και άρχισε να εξοικονομεί χρήματα για κοινωνική πρόνοια, περικόπτοντας δαπάνες σε άλλους τομείς. Το νέο παραγωγικό μοντέλο σε συνδυασμό με τα μέτρα ελέγχου των δαπανών είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή ανατίμηση του πέσο. Οι γεωργικές εξαγωγές αυξήθηκαν και ο τουρισμός επανήλθε. Η άνθηση των εξαγωγών έφερε στη χώρα συνάλλαγμα διευκολύνοντας τις προσπάθειες αποπληρωμής του χρέους.
Το 2005 η κυβέρνηση κατέληξε σε συμφωνία, ώστε το μεγαλύτερο κομμάτι των χρεοκοπημένων της ομολόγων να ανταλλαχθεί από άλλα, με χαμηλότερη ονομαστική αξία. Ακόμα και το ΔΝΤ χαιρέτισε την ανταλλαγή, μπαίνοντας σε νέες διαπραγματεύσεις με τη χώρα.
Μετά τις τελευταίες συμφωνίες με τους πιστωτές της η Αργεντινή έχει διευθετήσει περίπου το 92% του χρέους από τη χρεοκοπία της το 2001, ενώ έχει αποπληρώσει χρήματα που η χώρα δανείσθηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πάντως η Αργεντινή πληρώνει ακόμα τη χρεοκοπία της. Αν και πέτυχε συμφωνίες με την πλειοψηφία των πιστωτών της, δεν μπορεί ακόμα να δανειστεί από τις ξένες αγορές.

Η “ανταρσία” του Εκουαδόρ

Η στάση πληρωμών του 2008 από το Εκουαδόρ ήταν περισσότερο μια επιλογή να μην πληρώσει η κυβέρνηση το χρέος της παρά μια αδυναμία να το κάνει
Η περίπτωση του Εκουαδόρ χρησιμοποιείται από τους υπέρμαχους της πτώχευσης ως παράδειγμα εθνικής αντίστασης στους “κακούς” ξένους πιστωτές. Η στάση πληρωμών του 2008 από το Εκουαδόρ ήταν περισσότερο μια επιλογή να μην πληρώσει η κυβέρνηση το χρέος της παρά μια αδυναμία να το κάνει.Ο πρόεδρός της Ραφαέλ Κορία σήκωσε τη σημαία της επανάστασης κατά των πιστωτών, υπό το βάρος των μειωμένων πετρελαϊκών εσόδων και την πτώση των εμβασμάτων από το εξωτερικό, θέλοντας να κρατήσει τις υποσχέσεις του για κράτος πρόνοιας, που τον ανέδειξαν στην ηγεσία της χώρας. Χαρακτηρίζοντας το χρέος “ανήθικο και παράνομο” ο Κορία ανακοίνωσε απλά πως η κυβέρνηση δεν θα προχωρούσε σε μια πληρωμή ύψους 31 εκατ. δολ., αποκαλώντας τους ξένους πιστωτές “πραγματικά τέρατα”. Επικαλούμενος μάλιστα ατασθαλίες στη διαχείριση του χρέους από προηγούμενες διοικήσεις, ο αμερικανοτραφής οικονομολόγος εξαπέλυε μύδρους κατά των διεθνών δανειστών, δαιμονοποιώντας τους και κερδίζοντας τη λαϊκή στήριξη. Ο Κορία αντιμετώπισε το χρέος ως διάβολο που απλά δεν χρειαζόταν να πληρώσει. Άλλωστε ήρθε στην εξουσία με τη δέσμευση ότι θα αντιμετωπίσει τη διαφθορά και θα αυξήσει τις κοινωνικές δαπάνες και προτίμησε να μην πληρώσει παρά να πειράξει το κοινωνικό κράτος.
Λίγα χρόνια αργότερα η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου -ο μαύρος χρυσός αποτελεί τη βασική πηγή εισοδήματος της χώρας και αντιπροσωπεύει περί το 40% του κρατικού προϋπολογισμού- αλλά και η άντληση χρηματοδοτήσεων από την Κίνα άνοιξε νέους δρόμους στο Εκουαδόρ, που πάντως δεν αποχωρίζεται τον “άσο” της στάσης πληρωμών από το μανίκι του. Η παραμονή του Εκουαδόρ μακριά από τις ξένες αγορές δεν ήταν ανώδυνη, γι’ αυτό και η χώρα αναγκάστηκε να στραφεί σε άλλες πηγές, όπως η Κίνα. Τα δάνεια από την Κίνα εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 3 δισ. δολ. το 2011, ενώ σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου καθησυχάζουν τους επενδυτές ότι η έβδομη μεγαλύτερη οικονομία της Νότιας Αμερικής θα συνεχίσει να εξυπηρετεί το χρέος της. Το Εκουαδόρ εξαρτάται επίσης από τους τοπικούς δανειστές για τα ελλείμματα του προϋπολογισμού της, όπως είναι αναπτυξιακές τράπεζες της ευρύτερης περιοχής. Κάπως έτσι χρηματοδοτείται το φιλόδοξο πρόγραμμα υποδομών του Κορία και ανταμείβονται οι ομολογιούχοι με υψηλές αποδόσεις. Φέτος μάλιστα στη χώρα προβλέπεται ανάπτυξη 5,1%.



.