Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Ευρωβουλή. Καταχρηστικός χαρακτηρισμός ως ορισμένου χρόνου, εργαζομένων με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας στο Δημόσιο

Σχετική ερώτηση του Κ. Πουπάκη στην Ε. Επιτροπή
Στην χώρα μας, στο πλαίσιο της κάλυψης πάγιων και διαρκών αναγκών του Δημόσιου Τομέα, παρατηρείται το φαινόμενο της απασχόλησης προσωπικού με τη σύναψη διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, γεγονός που αποτελεί «πανευρωπαϊκή πρωτοτυπία». Οι συμβάσεις αυτές άστοχα και καταχρηστικά αποκαλούνται ως προσλήψεις εποχιακού προσωπικού, αφού στην πραγματικότητα υποκρύπτουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, μια και οι εργαζόμενοι αυτοί απασχολούνται στην ίδια θέση εργασίας με το ίδιο αντικείμενο από 4 έως και 20 χρόνια.Σε αντίθεση με το Ελληνικό Σύνταγμα αλλά και την κοινοτική οδηγία 1999/70/ΕΚ, που αναγνωρίζει, ήδη, από το 1999 τα αυτονόητα δικαιώματα των εργαζομένων με αυτό το είδος εργασιακής σχέσης, προκειμένου να διεκδικήσουν και νομικά την εργασιακή τους αποκατάσταση, και επιβάλλει την ίση μεταχείριση εργαζομένων ορισμένου και αορίστου χρόνου, οι εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο Τομέα δεν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα με αυτά των συναδέλφων τους με μόνιμη σχέση εργασίας (μισθός και όροι εργασίας). Όπως προκύπτει, μάλιστα, και από τη νομολογία του Ανωτάτου Ελληνικού Δικαστηρίου, του Αρείου Πάγου «Ο ορθός δε νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης, ως κατ' εξοχήν έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας, ανήκει στο δικαστήριο, το οποίο, μη δεσμευόμενο από το χαρακτηρισμό, που προσέδωσαν τα συμβαλλόμενα μέρη, κρίνει, ερμηνεύοντας το περιεχόμενό της, όπως απαιτούν η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και οι περιστάσεις, υπό τις οποίες συνήφθη η σύμβαση (Ολ. ΑΠ 18/2006)». Σε διαφορετική περίπτωση παραβιάζεται η Αρχή του Κράτους Δικαίου, και τίθενται υπό αμφισβήτηση θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά στοιχειοθετούνται στα άρθρα 6,13,14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο Ευρωβουλευτής Κ. Πουπάκης κατέθεσε ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλώντας την να πάρει θέση αναφορικά με:
• Τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, μετά από μακρά χρονική περίοδο συνεχών ανανεώσεων, σε σχέση εργασίας αορίστου με πλήρη ασφαλιστικά δικαιώματα λαμβάνοντας υπόψη της γενικούς κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου,
• Τα νομοθετικά κενά στην κάλυψη των εργαζομένων με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου που προκύπτουν από τη μη ορθή ενσωμάτωση της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ στην ελληνική έννομη τάξη.
«Σε μια περίοδο έντονης απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και δομών, το Δημόσιο συνεχίζει να πρωτοστατεί στην κατάργηση, στην πράξη, κεκτημένων εργασιακών δικαιωμάτων, στερώντας από χιλιάδες συμβασιούχους, που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, το δικαίωμα να διεκδικήσουν την εργασιακή τους αποκατάσταση, μέσα από τον ορθό χαρακτηρισμό της εργασιακής τους σχέσης. Πρέπει επιτέλους να δοθεί ένα τέλος στην ομηρία των χιλιάδων συμβασιούχων, μέσα από μια κοινωνικά δίκαιη λύση συμβατή με την ελληνική και κοινοτική νομοθεσία, και να αποτραπεί η επανάληψη παρόμοιων καταχρηστικών πρακτικών. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας δε συνεπάγεται, σε καμία περίπτωση, κοινωνική και εργασιακή αναλγησία μιας και οι εργαζόμενοι αποτελούν την κινητήρια δύναμη και το αναπτυξιακό δυναμικό της χώρας μας», δήλωσε σχετικά ο Έλληνας Ευρωβουλευτής.