
• Τον περαιτέρω κατακερματισμό και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, με τη δημιουργία εργαζομένων «πολλών ταχυτήτων» ίδιας ειδικότητας και προσόντων σε ίδιους ή ομοειδείς κλάδους, με την επιβολή των όρων εργασίας μονομερώς από τον εργοδότη στον εργαζόμενο, μέσα από την υπογραφή ατομικών συμβάσεων.
• Την πιθανότητα δημιουργίας ενός επικίνδυνου ανταγωνισμού κατώτατων ορίων αμοιβής και συνθηκών εργασίας τόσο σε κλαδικό επίπεδο, όσο και σε εθνικό επίπεδο, που θα δημιουργήσει συνθήκες νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού σε βάρος κυρίως των πολύ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, δηλαδή των επιχειρήσεων με προσωπικό λιγότερο των 50 ατόμων, που δεν θα έχουν τη δυνατότητα υπογραφής επιχειρησιακών συμβάσεων.
• Τη διασφάλιση της εφαρμογής από τα Κράτη-Μέλη του θεμελιώδους δικαιώματος της συνδικαλιστικής ελευθερίας, ώστε να αποτραπούν πολιτικές που στοχεύουν στην αποδυνάμωση των εργαζομένων και των συνδικάτων που τους εκπροσωπούν και τη συνακόλουθη μείωση του θεσμικού ρόλου και της παρέμβασής τους στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, όταν και στο πλαίσιο της Στρατηγικής για την Ευρώπη 2020, προβλέπεται η ενίσχυση της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στις διαδικασίες του κοινωνικού διαλόγου και της συναπόφασης.
«Ενδεχόμενη ανατροπή του καθεστώτος των ΣΣΕ, μεταφέρει το ζήτημα της προστασίας της εργασίας (αμοιβές και λοιποί όροι) στο στενό επιχειρησιακό επίπεδο, με αποκλειστική εξάρτηση από τη θέληση του εργοδότη και τις “προκρούστιες” διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης. Μια τέτοια ρύθμιση θα πρόκειται για την πιο ωμή και βίαιη κρατική παρέμβαση στο σύστημα των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα στην κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής και τη διασάλευση εργασιακής ειρήνης, δημιουργώντας στρατιές φτωχών εργαζομένων και πολλαπλασιάζοντας τα “λουκέτα” των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Η Κυβέρνηση θα πρέπει επιτέλους να καταλάβει, ότι η έξοδος από την ύφεση δεν επιτυγχάνεται μέσα από την εισοδηματική εξόντωση του κόσμου της εργασίας και την αποσύνθεση της μικρομεσαίας τάξης», δήλωσε σχετικά ο Κ. Πουπάκης.