«Αργειε νάλθει εκείνη η μέρα κι
ήταν όλα σιωπηλά,
γιατί τά 'σκιαζε η φοβέρα και τα
πλάκωνε η σκλαβιά.»
ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Δ. ΣΟΛΩΜΟΣ
Σεβασμιότατε, Στρατηγέ Διοικητή του
Γ΄ Σώματος Στρατού, κ. Γενική Γραμματέα που εκπροσωπείτε την κυβέρνηση, κύριοι
βουλευτές, κ. Αντιπεριφερειάρχη, κ. Δήμαρχε του Αμυνταίου, κ Πρόεδρε του
Δημοτικού Συμβουλίου, κ. Αντιδήμαρχοι, ακούραστε κ. Πρόεδρε του Ροδώνα που μας φιλοξενείτε
σήμερα στο χωριό σας, μέλη του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμβουλίου, ανώτατες
πολιτικές, στρατιωτικές και αστυνομικές αρχές,
Κυρίες και Κύριοι,
Βρισκόμαστε μπροστά σε ιερό βωμό
του έθνους. Στα άγια των αγίων της πατρίδας μας. Η καρδιά του ελληνισμού χτυπά
σήμερα εδώ, σ’ αυτή την μαρτυρική γωνιά της ελληνικής Μακεδονίας! Δεν είναι μια
οποιαδήποτε επέτειος απελευθέρωσης, μιας πόλης απλώς, αλλά ένας τετραπλός
εορτασμός μνήμης θαυμάτων και παθών. Των παθών που προηγήθηκαν όπως πάντα, για
να φτάσουμε στην λυτρωτική Ανάσταση της περιοχής και στην ένωση της, με την
Μητέρα Πατρίδα! Εδώ και στα γύρω υψώματα και χωριά, εκτυλίχτηκαν μάχες,
αδυσώπητες, καταστροφές, πυρπολήσεις, μαρτύρια αλλά και νίκες λαμπρές και
δοξασμένες.
Σαν επανάληψη αρχαίας ελληνικής
τραγωδίας, σ’ αυτό το ποτισμένο χώμα με το αγνό αίμα των νέων Ελλήνων
στρατιωτών, προηγήθηκαν γεγονότα οδυνηρά και καθαρτήρια, που οδήγησαν όμως στην
τελική λύτρωση της περιοχής. «Δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων
παθημάτων κάθαρσιν» όπως είναι και ο ορισμός της αρχαίας τραγωδίας.
Τιμούμε σήμερα την 105 επέτειο από την
τελική νίκη του ελληνικού στρατού, με την δεύτερη απελευθέρωση του Αμυνταίου
και των γύρω χωριών από τους Οθωμανούς κατακτητές, στις 6 Νοεμβρίου 1912 τιμούμε
και τη νικηφόρα μάχη του Σόροβιτς της 23ης Οκτωβρίου. Τιμούμε τους θυσιασθέντες
στρατιώτες και αμάχους κατοίκους, την αποφράδα ημέρα της 24ης Οκτωβρίου της
ίδιας χρονιάς, που αποτελεί την αιματηρότερη σελίδα του Α΄ Βαλκανικού και
διδάσκεται ακόμη στην σχολή πολέμου, ως δείγμα του τι μπορεί να προκαλέσει ο
πανικός, αλλά και την προηγηθείσα πρώτη απελευθέρωση της περιοχής, την 18η Οκτώβριου
1912.
Θεωρώ πως αυτή η περιοχή, που και
κατά τον Α΄και Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο έγινε θέατρο σκληρών μαχών, απέδειξε με τα
στενά της, ότι δικαίως αποτελεί τις δεύτερες Θερμοπύλες του έθνους. Αυτό διότι
όταν έπεφτε ιστορικά η περιοχή στα χέρια εχθρών, ήταν τόσο κομβική η γεωστρατηγική
της θέση, που η επόμενη στάση το εχθρού, ήταν ο Αλιάκμονας και η γέφυρα του.
Έγινε, μετά την επιτυχή καθιέρωση
των Ελευθερίων ως επίσημης γιορτής, το 2008 με προεδρικό διάταγμα, ευρέως
γνωστή η πολύπαθη ιστορία του Αμυνταίου και τιμήθηκαν επιτέλους, οι τόσοι
νεκροί οι οποίοι έπεσαν εδώ μαχόμενοι υπέρ Πίστεως και Πατρίδος, για να
ελευθερώσουν τα αλύτρωτα αδέλφια τους. Μέχρι τότε, οι κάτοικοι στέναζαν αιώνες κάτω
από την βάρβαρη καταπίεση των Τούρκων, οι οποίοι μάλιστα κατά τον τελευταίο
αιώνα της κυριαρχίας τους, είχαν γίνει ακόμη πιο αιμοβόροι, ειδικά επι Αβδούλ
Χαμίτ που επονομάστηκε και κόκκινος Σουλτάνος, λόγω των σφαγών που έγιναν κατά
την διακυβέρνηση του. Επίσης, διάφοροι τουρκαλβανοί μπέηδες και τσιφλικάδες της
περιοχής, με άθλιο τρόπο, λυμαίνονταν τα καλύτερα χωράφια και καταπίεζαν τους
υπόδουλους με βαρβαρότητα, εκμεταλλευόμενοι τους χριστιανικούς πληθυσμούς ως
φθηνή εργατική δύναμη.
Τυχαίο άραγε που και στις μέρες μας
αναβιώνουν τουρκαλβανικές υποχθόνιες συνεργασίες; Ακόμη ηχούν στα αυτιά μου οι
φρικαλέες αφηγήσεις παππούδων του Ξινού Νερού για τις συμμορίες Τούρκων, που
μέχρι και την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα, βίαζαν γυναίκες, απαγάγωντας τις
στις χαράδρες του λόφου Κουρή ενώ
σκότωναν και λήστευαν κατοίκους.
Πριν 105 χρόνια λοιπόν, το
Αμύνταιο, το Ξινό Νερό και τα γύρω χωριά αντίκρισαν μετά από χρόνια σκλαβιάς και
υποτέλειας, το φως της ελευθερίας σαν σήμερα. Από τα δραματικά γεγονότα που
προηγήθηκαν, θέλω να κρατήσουμε την πρώτη απελευθέρωση της περιοχής, την νίκη
επί των Τούρκων στις 23 Οκτωβρίου 1912 αλλά και την δραματική καταστροφή με το
ατύχημα της Ε΄ Μεραρχίας, μετά τον αιφνιδιασμό της από μικρό τουρκικό τμήμα με
την συνέργεια τούρκων οδηγών, κατοίκων της περιοχής και ενός παλαιού κομιτατζή της
Ε.Μ.Ε.Ο του Καρά Κομίτ.
Λίγα λόγια, ειδικά για την τραγική νύχτα
εκείνης της Τρίτης στις 23ης Οκτωβρίου 1912, όπου η ιστορία επεφύλασσε στον
ελληνικό στρατό και στους κατοίκους της περιοχής μια καταστροφική αιματηρή εξέλιξη.
Το βράδυ, ο ιθύνων νους της καταστροφής, ένας Τουρκαλβανός υπολοχαγός από τα
Ιωάννινα, ο Εσσάτ, ζήτησε την άδεια από τον αρχηγό των τουρκικών δυνάμεων
Τζαβίτ Πασά να διενεργήσει επιχείρηση παράτολμη κατά των νώτων της 5ης
μεραρχίας, με δύναμη λίγων ανδρών και 4 πολυβόλα. Όπως έγινε αργότερα γνωστό,
επρόκειτο για την πολυβολαρχία του 49ου συντάγματος πεζικού, της 17ης μεραρχίας
του τουρκικού στρατού. Ο Τζαβίτ Πασάς, με μεγάλη δυσκολία έδωσε την άδεια του,
απειλώντας ωστόσο τον τολμηρό αξιωματικό, ότι αν έχανε τους άνδρες και τα
πολυβόλα, θα διέταζε τον τουφεκισμό του. Η βαλτώδης περιοχή είχε ομίχλη και το
κρύο ήταν απελπιστικό. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του στρατιώτη Βασίλειου Βελισσάριου μέσα
απο γράμμα του: «…Κρύο φοβερόν. Απελπισία. Τι θα γίνη το χάλι μας και εγώ δεν
γνωρίζω. Οι στρατιώται στερούνται άρτου. Από την πείνα εχάλασεν η όψις των.
Είναι αξιολύπητοι οι δυστυχείς. Εγώ, ευτυχώς, επαιτών με τα χρήματα εις το χέρι
και παρακαλών εξοικονομούμαι από άρτον. Εκοιμήθην εις οικίαν χωρικού αναμίξ
μετ΄ αγελάδων και βουβάλων. Εκοιμήθην ωραία και ζεστά…» Στο αριστερό άκρο όμως της
Μεραρχίας προς το χ. Ροδώνας, ακούγονταν ασυνήθιστα γαυγίσματα σκύλων. Οι
περίπολοι που έστειλε ο 5ος Λόχος του 2ου Τάγματος ο οποίος βρισκόταν εκεί σε προφυλακές,
διαπίστωσαν πως στο χωριό όντως υπήρχε τουρκικό τμήμα στρατού.
Ο λόχος ανέφερε αμέσως την
πληροφορία στο τάγμα του, αλλά ο διοικητής του τάγματος δεν προέβη σε
οποιαδήποτε ενέργεια, με την δικαιολογία ότι, οι προφυλακές δεν ήταν δική του
ευθύνη και μάλιστα απάντησε απαράδεκτα ότι: « Εσείς και στον ύπνο σας Τούρκους
ονειρεύεστε…». Αργότερα είπε στο στρατοδικείο κατά την απολογία του, πως δεν έλαβε
κανένα μέτρο, επειδή νόμιζε ότι ο υπόψη λόχος υπαγόταν στις άμεσες διαταγές της
Μεραρχίας και εκτελούσε συγκεκριμένη αποστολή, στην οποία δεν μπορούσε να
επέμβει.
Η παράτολμη
ενέργεια του Εσάτ, δεν θα μπορούσε ποτέ
όμως να επιτύχει, αν δεν υπήρχαν οι κατάλληλοι οδηγοί. Ο μπέης των χωριών
Ροδώνα – Φανού, ο περιβόητος Ισίν Χασάν, αναλαμβάνει να συμμετάσχει στην
αποστολή βρίσκοντας ανάμεσα σε άλλους κι έναν οδηγό, που δούλευε ως εργάτης στα
χωράφια του .
Ο οδηγός αυτός δεν ήταν άλλος από
τον διαβόητο κομιτατζή της εποχής του Μακεδονικού Αγώνα, τον επονομαζόμενο από
τους Τούρκους «Καρά Κομίτ» ( Μαύρος Κομιτατζής). Ο άνθρωπος αυτός, που δούλεψε
με λύσσα υπέρ του βουλγαρικού επεκτατισμού, ήταν γνωστός για τις φρικαλεότητες
του εις βάρος και Ελλήνων πατριαρχικών κατοίκων του Ξινού-Νερού, το οποίο τότε
ήταν το διοικητικό κέντρο και το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής. Δέχτηκε λοιπόν
την πρόταση του Ισίν Χασαν και καθοδήγησαν τους Τούρκους, περνώντας τους μέσα
από στεγνά μονοπάτια του βάλτου αλλά και όπου χρειαζόταν, χρησιμοποιώντας
βάρκες. Τον βάλτο τον γνώριζε καλά από τα γεγονότα του Μακεδονικού Αγώνα, της
περιόδου 1903-1908.
Έτσι η πολυβολαρχία του Εσσάτ, βρέθηκε
ανενόχλητη, Βόρεια της περιοχής ερείπια Νέας Κόμης, στις 6: 30 το πρωί της Τετάρτης
24 Οκτ., κοντά στο ύψωμα 640 και σε μικρή απόσταση από τις θέσεις του εκεί
εγκατεστημένου λόχου μηχανικού της 5ης μεραρχίας, που έμελλε πρώτος να
σφαγιασθεί ως αμνός. Αφού έταξε τα πολυβόλα, άνοιξε πυρ στα μετόπισθεν της
ελληνικής μεραρχίας, πριν ακόμη ορισμένοι βγουν σε στεγνό έδαφος, χωρίς οι
σκοποί του λόχου μηχανικού να προλάβουν να καλέσουν σε συναγερμό, σκορπώντας
τον όλεθρο, τον θάνατο και τον πανικό κατά κύματα. Ηρωική αντίσταση προέβαλαν
οι 5η και 6η πυροβολαρχία,
με φωτεινά παραδείγματα αυτοθυσίας τους διοικητές τους λοχαγούς Δελαπόρτα
Σπυρίδωνα και Θεόδωρο Κοσκινά .
Ο Θεόδωρος Κοσκινάς, μάλιστα
διοικητής της 6ης πυροβολαρχίας καταγόμενος από την Κέρκυρα, ενώ ο κίνδυνος είχε γίνει άμεσος και φανερός
και κάποιοι στρατιώτες που έφευγαν πανικόβλητοι τον καλούσαν, να υποχωρήσει,
για να μη κυκλωθεί η πυροβολαρχία, απάντησε ήρεμα και περήφανα:«… είναι καύχημά
μας ότι μας δίνουν μια τόσο τιμητική εντολή να μείνουμε εδώ τελευταίοι και να
πεθάνουμε για τους άλλους. Είμαι βέβαιος ότι θα κάμετε - είπε στους δικούς του στρατιώτες - το καθήκον
σας, ότι θα μείνετε ακλόνητοι και αποφασιστικοί οτιδήποτε και αν συμβεί…».
Οι Τούρκοι προβαίνουν σε επαίσχυντες
νέες φρικαλεότητες και πυρπολούν τα χωριά Ξινό-Νερό, το οποίο κατέστρεψαν
ολοσχερώς και Αμύνταιο, το οποίο έκαψαν μερικώς, εκτός από το ταχυδρομείο του,
από το οποίο πρόλαβε ο υπάλληλος του να στείλει τηλεγράφημα στην Αθήνα για την
καταστροφή που συντελέστηκε, τον Σιδηροδρομικό Σταθμό και τον τουρκομαχαλά. Οι
περισσότεροι κάτοικοι του Ξινού-Νερού και της γύρω περιοχής το είχαν
εγκαταλείψει και είχαν βρει καταφύγιο, πολλοί από αυτούς στα Σέρβια και άλλες
νότιες περιοχές, ενώ είναι χαρακτηριστικό, ότι κάποιες γυναίκες, φεύγοντας, άφησαν
σε κρυφά σημεία τα παιδιά τους μέσα σε κιούπια με λίγο ψωμί
και τα περιμάζεψαν οι επόμενοι κάτοικοι που έφευγαν και αυτοί.
Η αγριότητα των Οθωμανών ξέσπασε
πάνω σε σαράντα υπέργηρους κατοίκους , που αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό τους, το Ξινό Νερό και συγκεντρώθηκαν από τους Τούρκους σε έναν
στάβλο όπου τους έκαψαν ζωντανούς, ενώ τα οστά τους πετάχτηκαν από τους
Τούρκους σε μια τρύπα και μετά την
οριστική απελευθέρωση μέσα σε πάνδημο θρήνο τάφηκαν σε ομαδικό τάφο. Άλλοι 20
περίπου διασώθηκαν, όταν ο Τουρκαλβανός κλειδούχος Οσμάν, του σιδηροδρομικού
σταθμού Ξινού-Νερού, τους έκρυψε στο υπόγειο της αποθήκης του σταθμού και
παραπλάνησε τους Τούρκους, ώστε να μην τους ανακαλύψουν. Από την οργή των
Τούρκων δεν γλίτωσαν ούτε τα ζώα, ειδικά οι χοίροι, τα οποία κατέσφαξαν. Το δε
σχολείο του χωριού, που πριν 3 χρόνια είχε λειτουργήσει, πυρπολείται, όπως και
οι εκκλησίες του.
Ο στρατός όμως στο μεταξύ, μετά από
αυστηρή τηλεγραφική εντολή του αρχιστράτηγου –διαδόχου Κωνσταντίνου, ανασυντάχθηκε,
δημιουργείται τμήμα Στρατιάς, το οποίο αποτελείται από την 5η Μεραρχία και
αποσπάσματα Ευζώνων, υπό την ηγεσία του Συνταγματάρχη Μηχανικού Στέφανου
Γεννάδη κι έτσι φτάνουμε στην ημέρα της λύτρωσης, την Τρίτη 6 Νοεμβρίου 1912
και στην οριστική απελευθέρωση της περιοχής Αμυνταίου.
Στις 11 το πρωί, η 5η Μεραρχία, υπό
την νέα διοίκηση της, προελαύνει μέσω
της οδού Πτολεμαΐδας- Βεύης. Η 4η Μεραρχία, με διοικητή τον υποστράτηγο
Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο, κινούνταν ήδη,
περίπου από τις 7 το πρωί, από το χωριό Μανιάκι, μέσω της οδού, που το
συνέδεε με την Βεγόρα, προχωρώντας κοντά
στην όχθη της λίμνης. Το ιππικό της προπορευόταν της εμπροσθοφυλακής και μετά
από σκληρή μάχη, κατέλαβε την γέφυρα της Βεγόρας. Στη 1 το μεσημέρι, η 4η
μεραρχία μπαίνει στο κατεστραμμένο Αμύνταιο, απελευθερώνοντας το οριστικά, σκορπώντας
συγκίνηση στους λίγους κατοίκους που ήταν ακόμη εκεί και προωθεί τμήματα της
προς την στενωπό Κλειδιού. Η πολύπαθη 5η
μεραρχία, αφού προέλασε, έφτασε στις 3 το μεσημέρι η κεφαλή της κύριας φάλαγγας
της, στην διακλάδωση της οδού προς το Αμύνταιο, όπου δέχτηκε αραιά πυρά
πυροβολικού. Το Ξινό Νερό είχε και αυτό απελευθερωθεί και στέκονταν εκεί τα
ερείπια της καταστροφικής εις βάρος του μανίας, των Οθωμανών.
Και μία υπενθύμιση σημαντική.
Γενικά η 5η Μεραρχία, έχει το
δικαίωμα να λέει ότι ίσως «έχασε τα πάντα εκτός από την τιμή», οι μαχητές της
μπορούν με υπερηφάνεια στην ταινία του μεταλλίου τους να έχουν τη διακριτική
διεμβολή ΣΟΡΟΒΙΤΣ, που θυμίζει τις ηρωικές και πολύνεκρες μάχες στην περιοχή
γύρω από το Σόροβιτς, τους νικηφόρους αγώνες του Κομάνου, της Βίγλιστας και της
Κορυτσάς. Τα ψυχικά στοιχεία της V Μεραρχίας ήταν θαυμαστά και παρά το γεγονός
ότι είχε χάσει το 50 % της δύναμής της, αλλά και μεγάλο αριθμό των αξιωματικών
της, συνέχισε να μάχεται χωρίς ενισχύσεις, με τετραπλάσιο εχθρό, γι’ αυτό και
αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Οι αξιωματικοί της πολέμησαν με απαράμιλλο θάρρος,
γενναιότητα, υψηλό φρόνημα, και παρά τις δυσχερέστατες συνθήκες, οι
περισσότεροι έμειναν στις θέσεις τους και με ηρωική αυτοθυσία έπεσαν εκτελώντας
διαταγές ανωτέρων, σταθεροί στις αρχές τους, αγωνιζόμενοι για την πατρίδα.
Σημαντικό είναι όμως και το νόημα
και μήνυμα της σημερινής επετείου, που πρέπει να αποτελεί πυξίδα για όλους τους
Έλληνες. Το μήνυμα είναι πως τίποτα δεν χάνεται οριστικά, αν δεν αποφασίσουμε
εμείς, ότι χάθηκε. Καμία ήττα δεν είναι οριστική, όσο η θέληση και η πίστη στον
αγώνα φωλιάζουν στις καρδιές των Ελλήνων, σε οποιοδήποτε πεδίο μάχης,
στρατιωτικό, πολιτικό, οικονομικό. Η 5Η Μεραρχία με την
αναδιοργάνωση της και ο ελληνικός στρατός μετέτρεψαν με πίστη, επιμονή και
πείσμα την ήττα σε περίλαμπρη νίκη. Μας παραδειγματίζουν λοιπόν κι εμάς για τις
σημερινές δυσκολίες, όπως και την ηγεσία. Αν εμείς δεν παραδώσουμε τα όπλα της
μάχης, καμία μάχη δεν κρίνεται οριστικά εις βάρος μας.
Οφείλουμε, να κατανοήσουμε, ότι ο περίγυρος μας είναι
και πάλι ασταθής και επικίνδυνος. Ότι κάποιοι από τους γείτονες μας, εξάγουν τα
εσωτερικά τους προβλήματα με επιθετικότητα. Για αυτό πρέπει να είμαστε σε
εγρήγορση και να κάνουμε ότι είναι δυνατό για την ενίσχυση και ισχυροποίηση των
ενόπλων δυνάμεων. Χωρίς ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, η ελευθερία της Ελλάδας
τίθεται σε άμεση απειλή. Είναι λοιπόν, φαιδρές οι ιδεοληπτικές αρνήσεις
ενίσχυσης τους, σε αντιδιαστολή με την κοινωνική πολιτική. Χωρίς ένοπλες
δυνάμεις ισχυρές δεν υπάρχει ελευθέρια, ούτε ανεξαρτησία, ούτε κοινωνική
πολιτική.
Παρακολουθούμε με ανησυχία την
κλιμάκωση των εντάσεων του απολυταρχικού νεοσουλτάνου της Άγκυρας. Αμφισβητεί
τις συνθήκες, που καθόρισαν τα σύνορα μας, αλλά ξεχνά, ότι πριν από αυτές τις
συνθήκες, υπάρχουν άλλες, οι οποίες πιθανόν να αναβιώσουν καθόλου συμφέρουσες
για αυτόν και θα έπρεπε να μην παραβιάζει τις υπάρχουσες και να μην προκαλεί. Για
να μην θυμίσω το εν ισχύ ακόμη και κακώς μη τιθέμενο έντονα καθεστώς ευρείας αυτονομίας,
που η συνθήκη της Λωζάνης αναγνώρισε για της νήσους Ίμβρο και Τένεδο, τις οποίες η Τουρκία καίτοι
αμιγώς ελληνικές τις αφελλήνισε, εκδιώκοντας
απάνθρωπα τους Έλληνες, που αποτελούσαν το 100% του πληθυσμού τους και
εγκαθιστώντας εποίκους από τα βάθη της Ανατολίας. Αυτά πρέπει να τα θυμίζουμε
στην σημερινή Τουρκία, που έχει το θράσος να μιλά για παραβιάσεις της συνθήκης
της Λωζάνης, όπως επίσης να θυμίζουμε και την τύχη των χιλιάδων Ελλήνων της
Πόλης, συγκρίνοντας την τύχη τους με αυτή των μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών στην
Θράκη.
Ακόμη στις μέρες μας,
παρακολουθούμε μια ανίερη συμμαχία πάλι μεταξύ Αλβανίας και Τουρκίας, που
αποσταθεροποιεί ολόκληρα τα Βαλκάνια και επιθετικά λειτουργεί εις βάρος όλων
των χριστιανικών χωρών της περιοχής. Ο Έντι Ράμα ως μακρύ χέρι του Ερντογάν,
άλλη μία φορά έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο αφελληνισμού της Βορείου Ηπείρου,
ξεκινώντας από την Χιμάρα και γκρεμίζοντας παράνομα τις περιουσίες μόνο των
ομογενών μας. Καταπατά το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο,
καταπιέζοντας την συμπαγή ελληνική μειονότητα, προσπαθώντας να την εξωθήσει σε
έξοδο από τα πατρογονικά της εδάφη, ενώ ζητά να γίνει φευ μέλος της Ε.Ε.,
ακολουθώντας ίδια πολιτική με αυτή των Τούρκων παλαιότερα. Παράλληλα, ανακαίνισε
με τους Τούρκους, στρατιωτική βάση ελικοπτέρων στο Βεράτι, στην οποία θα
σταθμεύουν τουρκικά ελικόπτερα με επιθετικό προσανατολισμό και τα οποία σε
οποιαδήποτε ατυχή εξέλιξη θα μπορούσαν, να προσβάλλουν, μεταφέροντας και
ειδικές δυνάμεις, την Δυτική Μακεδονία και τα ενεργειακά πεδία της μέσα σε 40
λεπτά. Είναι καιρός λοιπόν, να θυμίσουμε και στους Αλβανούς το πρωτόκολλο της
Κέρκυρας του 1914, με το οποίο αναγνωρίζεται άπαξ δια παντός η αυτονομία της
Βορείου Ηπείρου. Την ώρα μάλιστα που αποσταθεροποιούν τα Βαλκάνια, οδηγώντας σε
παράνομη και μη προβλεπόμενη ένωση των αλβανικών κρατικών θεσμών με αυτούς του
Κοσόβου, εμείς οφείλουμε, να ζητήσουμε, να σεβαστεί απλώς τα διεθνώς
αναγνωρισμένα και εν ισχύ κείμενα, παιδαγωγώντας τους παράλληλα, ώστε να μην
λειτουργούν καιροσκοπικά εις βάρος και άλλων γειτονικών κρατών .
Επίσης, μετά από ταραχώδης
εξελίξεις στη βόρεια γείτονα μας, ελπίζουμε ότι τώρα θα προβούν αυτοί με θετικό
τρόπο στα απαραίτητα βήματα, που οφείλουν επιτέλους να κάνουν, ώστε να μην
σφετερίζονται την ελληνική ιστορία και πολιτιστική κληρονομιά, να πάψουν τον
παιδαριώδη και αστήρικτο αλυτρωτισμό και να αποδεχθούν μια ονομασία, που δεν θα
δημιουργεί τεχνητά προβλήματα στις σχέσεις μας, ώστε να τους βοηθήσουμε να
ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Άλλωστε πρέπει να καταλάβουν, πως οι μόνοι που
επιθυμούμε, να τους βοηθήσουμε στην περιοχή ήμαστε εμείς.
Κλείνοντας, θα ήθελα να θυμίσω τα
λόγια του μεγάλου οραματιστή και Έλληνα πατριώτη, του Ίωνα Δραγούμη, που έδωσε
την ψυχή του για την Μακεδονία, τα λόγια, για τον ηρωικό θάνατο του γαμπρόυ του
Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, τα οποία κάλλιστα θα μπορούσαν ν’ αφιερωθούν και
στους ήρωες, που σήμερα ταπεινά τιμούμε εδώ σε αυτό το ιερό σημείο της Ελλάδας.
«O Θάνατος του είναι ζωή στους
κουρασμένους από τη μετριότητα του κόσμου. Ο Θάνατος του ανασταίνει τους
κοιμισμένους, ταράζει τούς μαργωμένους, δυναμώνει τους αδύνατους, δροσίζει τους
διψασμένους, ο Θάνατος του Νέου, ο Θάνατος του Ωραίου, ο θάνατος του
Αντρείου....... Ψυχή, ψυχή ωραία, γλυκιά πενταπάρθενη, που ερωτεύτηκες το
θάνατο δίδαξε μας, ω, μάθε μας, να μη πονεί και να μην καίει το αντίκρισμα της
αγωνίας σου, ψυχή ωραία πενταπάρθενη.»
Ζήτω το μαρτυρικό Αμύνταιο!
Ζήτω το έθνος των Ελλήνων!
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΑΜΥΝΤΑΙΟ