Οι σειρήνες του πολέμου που ηχούν στη χώρα τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου βρίσκουν τον ελληνικό λαό ενωμένο και -όσο και αν ακούγεται παράξενο- απελευθερωμένο, αφού η δικτατορία της 4ης Αυγούστου περνά πλέον σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στον κοινό στόχο του εθνικού αγώνα που συσπειρώνει πολιτικές παρατάξεις και ιδεολογίες.
Από τις πρώτες ώρες οι πλατείες των πόλεων γεμίζουν με κόσμο, που, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό, συγκροτεί αυθόρμητες συγκεντρώσεις και πορείες ειρωνευόμενος τους Ιταλούς και, κυρίως, τον Μπενίτο Μουσολίνι. Στην πρωτεύουσα, το λαϊκό πανηγύρι της νίκης πριν από τη μάχη ξεκινά από το πρωί και ο ρυθμός δίνεται από τους χιλιάδες στρατευμένους και εθελοντές που φτάνουν με κάθε μέσο στα στρατολογικά γραφεία. Ο λαός γιορτάζει, στην κυριολεξία, την κήρυξη του πολέμου, ανυψώνοντας στα χέρια και στις ψυχές τους φαντάρους που φεύγουν για το μέτωπο, με αυτοσχέδιες ομιλίες σε δρόμους και πλατείες και τραγουδώντας εμβατήρια και τον Εθνικό Υμνο.
Από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου ξεκινά η πρώτη πορεία προς την πλατεία Συντάγματος με το πλήθος να κρατά πλακάτ με συνθήματα όπως το «Αλλοι το παίζουν το σπαθί και άλλοι τας κιθάρας». Κάποιοι διαδηλωτές φτάνουν στην, ασφυκτικά φυλασσόμενη, ιταλική πρεσβεία για να αποδοκιμάσουν, ενώ εντελώς διαφορετική είναι η συμπεριφορά των συγκεντρωμένων έξω από την αγγλική και την τουρκική πρεσβεία. Ειδικά στη δεύτερη, το ενθουσιώδες πλήθος ξεσπά σε συνθήματα όπως «Ζήτω η Τουρκία», «Ζήτω ο γενναίος τουρκικός στρατός», ενώ ο Τούρκος πρέσβης αποθεώνεται μόλις κάνει την εμφάνισή του (πού να ήξεραν οι επευφημούντες ότι η Τουρκία θα έμπαινε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λίγες ημέρες πριν από τον τερματισμό του μόνο και μόνο για να συμμετέχει στα «λάφυρα» των νικητών…).
Από την πρώτη στιγμή δημιουργήθηκαν ουρές εθελοντών στα στρατολογικά γραφεία
Σε αυτό το κλίμα εθνικού παροξυσμού οι περισσότεροι αδιαφορούν ακόμα και για την εμφάνιση των πρώτων ιταλικών αεροπλάνων πάνω από την πόλη. Τρεις ιταλικές αεροπορικές επιδρομές πραγματοποιούνται την πρώτη ημέρα στην Αθήνα, έχοντας ως στόχο περισσότερο την τρομοκράτηση του κόσμου, παρά το βομβαρδισμό της πόλης. Πολλοί ανεβαίνουν στα μπαλκόνια και τις ταράτσες για να δουν τα ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα, καθώς και τα ελληνικά αντιαεροπορικά πυρά. Στους συναγερμούς που ακούγονται όσοι δεν είναι το ίδιο… περίεργοι σπεύδουν στα καταφύγια, ενώ σε έναν από αυτούς εθεάθη να μπαίνει σε ένα καταφύγιο της οδού Σταδίου και ο Ιωάννης Μεταξάς.
Ομως, παρά τον παλλαϊκό ενθουσιασμό, για τη χώρα ξημερώνει μια άλλη ημέρα, κάτι που γίνεται σαφές από την πρώτη στιγμή. Πολλά μαγαζιά κλείνουν αμέσως, άλλα κρύβουν τα τρόφιμα, ενώ οι οικονομικές συναλλαγές περιορίζονται στις απολύτως απαραίτητες. Στο τελευταίο συντελεί το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου και η δέσμευση των καταθέσεων, ενώ τα… πολεμικά κάπιταλ κοντρόλ επιβάλλουν επιτρεπόμενο όριο αναλήψεων που φτάνει μόλις στο 5% της κατάθεσης ανά μήνα, μέχρι του ποσού των 10.000 δραχμών. Οι συναγερμοί γίνονται μέρος της καθημερινότητας όλων, ενώ τα καταφύγια αντικαθιστούν, για όση ώρα χρειάζεται, το ρόλο της γειτονιάς. Η παντελής έλλειψη καταφυγίων οδηγεί στη… βάφτιση αποθηκών ως τέτοιων, ενώ το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας δίνει οδηγίες για τη δημιουργία καινούργιων χώρων αντιαεροπορικής προστασίας στα σπλάχνα της πόλης.
Αυθόρμητες συγκεντρώσεις και πορείες στην πρωτεύουσα την πρώτη ημέρα του πολέμου
Μοναδική διασκέδαση στην πολεμική Αθήνα αποτελούν πλέον οι κινηματογράφοι και τα θέατρα, που στρατεύονται στον εθνικό στόχο της ανύψωσης του ηθικού της οπισθοφυλακής των πόλεων. Τα κινηματογραφικά επίκαιρα παίζουν το ρόλο του δελτίου ειδήσεων της εποχής με εικόνες από το μέτωπο, ενώ η ανάγκη διακωμώδησης του αντιπάλου δημιουργεί ουρές στα μόλις τέσσερα θέατρα που παραμένουν ανοιχτά στην πρωτεύουσα και δίνουν διπλές παραστάσεις. Πολλές φορές μάλιστα, οι δύο τέχνες… μπερδεύονταν μεταξύ τους, με τον κόσμο στον κινηματογράφο να αποθεώνει τον Ελληνικό Στρατό, ενώ τα θέατρα παίζουν ρόλο επικαίρων, με τους ηθοποιούς να ανακοινώνουν από σκηνής τα τελευταία νέα.
Αυθόρμητες συγκεντρώσεις και πορείες στην πρωτεύουσα την πρώτη ημέρα του πολέμου
Καθοριστικές για το ηθικό αλλά και τη σκληρή καθημερινότητα των αγωνιστών του μετώπου είναι οι συγκινητικές προσφορές του λαού που βρίσκεται πίσω: Μαλλί από τα μαξιλάρια, νήματα πλεξίματος, κουβέρτες, φαγητό, οικονομικές προσφορές, «Η φανέλα του στρατιώτη», οι γυναίκες, η εκκλησία, οι γέροντες, τα παιδιά, όλοι μαζί συγκροτούν μια τεράστια πλειοψηφία άμαχων πολεμιστών χωρίς την οποία ίσως να μη γραφόταν η εποποιία του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Συγκινητικές είναι οι προσφορές απ’ όλους στον εθνικό αγώνα. Από τον απλό κόσμο που προσφέρει δαχτυλίδια, σταυρούς και καδένες, τις επιχειρήσεις που δίνουν τμήμα των κερδών τους, μέχρι τους επιστήμονες που προσφέρουν την εθελοντική τους εργασία. Κάποιος γιατρός μάλιστα, ονόματι Συνοδινός, προσφέρει ολόκληρη την ιδιωτική του κλινική στον Πειραιά «υπέρ του κράτους μέχρις ευοδώσεως του πολέμου».
Για να περιορίσει την αισχροκέρδεια το υφυπουργείο Αγορανομίας σπεύδει από την πρώτη κιόλας ημέρα της κήρυξης του πολέμου να μιλήσει για επάρκεια αγαθών στην αγορά, καλώντας τους καταναλωτές να αγοράσουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα… απειλώντας τους ότι δεν θα επιτρέψει να προμηθευτούν υπερβολικές ποσότητες προϊόντων γιατί σε αυτή την περίπτωση θα οδηγούνται στο Στρατοδικείο. Παράλληλα, επιβάλλεται ανώτατη τιμή πώλησης σε μια σειρά από προϊόντα, όπως ψωμί και ζυμαρικά.
Οι πρώτοι φαντάροι αναχωρούν για το μέτωπο μέσα σε κλίμα παλλαϊκού ενθουσιασμού
Οπως συμβαίνει σε όλες τις πρώτες ημέρες των πολέμων, έτσι και την 28η Οκτωβρίου οι πολίτες της χώρας, εκτός του αιφνίδιου πολέμου, είχαν να αντιμετωπίσουν μια σειρά από άμεσες απαγορεύσεις, με αποτέλεσμα να καθυστερήσουν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Η κήρυξη στρατιωτικού νόμου οδηγεί στην άμεση απαγόρευση της κίνησης των μέσων μεταφοράς από τη δύση μέχρι την ανατολή του ηλίου, αφού τα φώτα δίνουν στόχο στην αντίπαλη αεροπορία. Οι περιορισμοί στη χρήση φωτισμού στους δρόμους οδηγεί μοιραία σε αρκετά τροχαία ατυχήματα, ενώ όσοι δεν τηρούν το σωστό φωτισμό στα αμάξια -κάλυψη των φώτων με μπλε βαφή- τιμωρούνται με αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας. Συσκότιση επιβάλλεται και στο σπιτικό φωτισμό, με τους παραβάτες να απειλούνται από το στρατιωτικό νόμο: «Δεν υπάρχει εγκληματικοτέρα πράξις από την επιπόλαιαν αμέλειαν που έχουν μερικοί να αφήνουν να διαφαίνεται από τα παράθυρά των φως, έστω και ελάχιστον. Μεταβάλλουν το σπίτι των αλλά και την πόλην όλην εις στόχον εχθρικών αεροπλάνων. Αλλά πρέπει να ξέρουν οι επιπόλαιοι αυτοί ότι έχουν να κάμουν με τον Στρατιωτικόν Νόμον».
Σακιά με άμμο στα παράθυρα κεντρικών κτιρίων της Αθήνας
Από την πρώτη ημέρα του πολέμου η τηλεφωνική εταιρία ζητά από τους πελάτες της να «…μην τηλεφωνείτε άνευ απολύτου ανάγκης. Δυσχεραίνετε επικινδύνως την επικοινωνία των δημοσίων υπηρεσιών». Η Εταιρία Υδάτων ενημερώνει ότι σε περίπτωση βομβαρδισμού είναι πιθανό να σημειωθούν μεγάλες ζημιές στο υδρευτικό δίκτυο, η επισκευή των οποίων θα διαρκούσε πολλές ώρες ή ημέρες. Γι αυτό ζητά από τους καταναλωτές να κρατούν το πόσιμο νερό μέσα σε κλειστά δοχεία και να διαθέσουν όσα κλειστά δοχεία έχουν στην κατοχή τους στη γειτονιά. Το υφυπουργείο Ασφαλείας προχωρά ένα βήμα παραπέρα:«Απαγορεύεται η ήχησις σειρήνος ή σφυρίκτρας εργοστασίου, η κρούσις κωδώνων των εκκλησιών, των Ιερών Μονών, των νεκροταφείων, των σχολείων, των σιδηροδρομικών σταθμών, των οχημάτων των εκτελούντων την καθαριότητα της πόλεως, ως και παντός άλλου μέσου παράγοντος ήχου. Η χρήσις τούτων θα γίνεται αποκλειστικώς διά την μετάδοσιν του συναγερμού».
Κυνήγι… κατασκόπων σε όλη τη χώρα
Παράλληλα με τα παραπάνω, ένα κύμα «κατασκοποφοβίας» διαπερνά τη χώρα από άκρη σε άκρη. Ολοι αναζητούν πιθανούς κατασκόπους του εχθρού, με τις συζητήσεις των πολιτών να συγκλίνουν στο ότι πλέον «πρέπει να προσέχουμε και τη σκιά μας». Το κλίμα αυτό συντηρείται από το δημιουργό του υφυπουργείου Δημόσιας Ασφαλείας Κωνσταντίνο Μανιαδάκη, που «βομβαρδίζει» τις εφημερίδες με ανυπόγραφα δελτία Τύπου όπως το παρακάτω, που αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της εσωστρέφειας των ημερών: «Πολίται και στρατιώται. ΣΙΩΠΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΟΧΗ. Μην εμπιστεύεστε κανένα. Στο δρόμο, στο καφενείο, στο τραμ, στο γραφείο, στο εργοστάσιο που δουλεύετε ο κατάσκοπος καραδοκεί. Δεν ξέρουμε αν είναι φίλος μας, δεν ξέρουμε αν είναι κάποιος άγνωστος, ευγενικός και δήθεν πατριώτης που σας ρωτάει: ΣΕ ΠΟΙΑ ΚΛΑΣΗ ΑΝΗΚΕΤΕ; ΠΟΥ ΠΑΤΕ; και άλλες τέτοιες ερωτήσεις. ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΑΙ. Αποφεύγετε τις άγνωστες παρέες, αποφεύγετε τους ηττοπαθείς περισσότερον, που είναι χειρότερος από τον ξένον κατάσκοπον, γιατί ζουν με την ελπίδα να σώσουν σε μια κρίσιμη στιγμή το τομάρι των.
Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΠΑΡΑΜΟΝΕΥΕΙ.
Μην έχετε εμπιστοσύνη σε κανέναν ξένον. Μη μιλάτε σε αγνώστους, που σας μιλούν για άλλα ζητήματα, άσχετα με την πολεμική οργάνωση της χώρας, για να καταλήξη εκεί που ο άγνωστος φίλος της στιγμής θέλει. Αποφεύγετε π.χ. να απαντάτε εις αγνώστους, και γνωστούς ακόμη, που σας ρωτούν πόσα πλοία είναι στο λιμάνι, πού θα κατευθυνθούν και αν αναμένονται άλλα. Κλείσατε το στόμα σας και όταν σας μιλούν διά την κίνησην των σιδηροδρόμων. Ο εχθρός καραδοκεί διά να μαζεύει πολύτιμες πληροφορίες, που όμως σε εσάς δεν φαίνονται άξιες λόγου, και όμως θα τις χρησιμοποιήση διά να πλήξη εκ του ασφαλούς την πατρίδα μας. Και διά κάθε άλλη σχετικήν με τον πόλεμο πληροφορίαν, το σύνθημα όλων: ΠΡΟΣΟΧΗ. ΣΙΩΠΗ. Αυτό θα πει πρόσεχε».
Πηγή: eleftherostypos.gr