Η Ενωμένη Ευρώπη έχει ακόμα μακρά πορεία έως ότου οι χώρες μέλη της νοιώσουν ότι συναποτελούν όλες μαζί μία μοναδική πολιτική οντότητα.
Η ελληνική κοινωνία έπαψε εδώ και καιρό να έχει αξιώσεις από τον εαυτό της και διεκδικεί μόνον την με δανεικά κάλυψη των αναγκών της.
Η Ελλάδα είναι μία χώρα που, από την ιδρύσεώς της ως κράτους έως τις μέρες μας, έχει γνωρίσει τα περισσότερα κινήματα, τις εντονότερες σεισμικές πολιτικές και πολιτειακές αναστατώσεις από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης.
Το αποτέλεσμα είναι αυτό: δεν κατόρθωσε να στήσει κρατικό μηχανισμό και θεσμούς. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα διελύθη πλέον κάθε ψευδαίσθηση περί των δυνατοτήτων της χώρας και αποκαλύφθηκε ακόμη και σε εκ συστήματος αόμματους ότι είναι χώρα χωρίς μέλλον, χωρίς προοπτικές.
Η φτώχεια σέρνει πλέον τον χορό, η δημόσια παιδεία και υγεία κείτονται με σπασμένη την σπονδυλική τους στήλη, οι περιουσίες έγιναν βάρος επαχθές, ενώ στο επιχειρείν την δημιουργικότητα αντικατέστησε η αγωνία.
Είναι αλήθεια, όμως, είναι αλήθεια, δυστυχώς, ότι η χώρα έφθασε σε αυτό το σημείο όχι εξ αιτίας των μνημονίων αλλά καθαρώς και μόνον επειδή ο κρατικός μηχανισμός απέδειξε ότι δρα σε βάρος της και ο συνδικαλισμός απέδειξε ότι είναι σύστημα λεηλασίας και όχι προστασίας.
Αλλά αυτό δεν έγινε ερήμην του λαού. Δύο αιώνες τώρα, η κοινωνία αντιμετωπίζει το κράτος ως πρεβαντόριο των ανικάνων να εργασθούν μελών της, αλλά και ως ταμείο προσφερόμενο σε υφαρπαγές παντός είδους. Οι δε πολιτικοί υπήρξαν στην πλειοψηφία τους κοινά αντικλείδια του κρατικού ταμείου.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι, δεν μπορεί να είναι η οικονομική κρίση. Το πρόβλημα είναι η κοινωνική ανεπάρκεια. Η κοινωνία μας έπαψε να έχει αξιώσεις από τον εαυτό της και διεκδικεί μόνον την αμέριστη και υποχρεωτική κάλυψη των αναγκών της έξωθεν, από όσους και όποιους αναγνωρίζει ως μεταφυσικούς προστάτες της.
Ούτε με τις συνομιλίες του Eurogroup αυτών των ημερών, ούτε στο μέλλον πρόκειται να σταματήσει η απαίτησή μας από την Ευρώπη –ούτε, άλλωστε, η απαίτηση της Ευρώπης από εμάς να διορθωθούμε.
Πέρα από εμάς, όμως, υπάρχει και το πρόβλημα που λέγεται Ενωμένη Ευρώπη. Η οποία έχει ακόμα μακρά πορεία έως ότου φθάσει στο σημείο να έχει στρατηγική και συμφέροντα τα οποία να υπερασπίζεται –να τα γνωρίζει, να θέλει και να μπορεί να τα υπερασπίζεται.
Έχει μακρά πορεία να διανύσει έως ότου οι χώρες μέλη της να νιώσουν ότι όλες μαζί συναποτελούν την μοναδική πολιτική οντότητα που μπορεί να εγγυηθεί την υπόστασή τους στις προσεχείς δεκαετίες.
Συνειδητοποιούμε τον κίνδυνο: η διαρκής πολιτιστική της υποβάθμιση είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει στην απορία: ποιο νόημα θα έχει να δομήσουμε μία ενιαία πολιτική οντότητα; Για να σώσουμε τί;
Ωστόσο, οι κίνδυνοι που δημιουργεί η αδυναμία δεν συνιστά λόγο να εγκαταλειφθεί ο αγώνας για την ενδυνάμωση. Το ακριβώς αντίθετο.
Έτσι, πρέπει να συνεχίσουμε με ιδιαίτερο σθένος και επιμονή τον αγώνα για την πολιτική ένωση της Ευρώπης, ένωση που προϋποθέτει την ουσιαστική οικονομική της ένωση.
Ο αγώνας όμως για ένωση παγιδεύεται μέσα στις στερεοτυπίες «βορράς/ νότος» και, ακόμη χειρότερα, μέσα στα τενάγη του εθνικισμού που θέλει την Γερμανία εναντίον των φτωχών χωρών –μία ολέθρια ηγεμονία που βλακωδώς και επικινδύνως η Γερμανία αποδέχεται σε μεγάλο βαθμό.
Η διάκριση της Ευρώπης σε λαούς ευγενείς και αλιτήριους μπορεί να βολεύει την πρόχειρη δημοσιογραφία, δημιουργεί όμως δυσεπίλυτα προβλήματα σε όσους υπερασπίζονται το όραμα της ενιαίας Ευρώπης.
Επείγον και σταθερό για την Ευρωπαϊκή Ένωση αναδεικνύεται το πρόβλημα της Ελλάδος. Βεβαίως, δεν μπορεί και δεν πρέπει η Ευρώπη να διαλέγεται με την ανεύθυνη ρητορεία των πολιτικών της χώρας.
Το σοβιετικό δόγμα περί λαϊκής εντολής λ.χ. δεν είναι υποχρεωμένη να το δεχθεί η ΕΕ. Το αντίθετο: έχει ταχθεί να το πολεμήσει, εκδηλώνοντας πάντοτε και παντού την αφοσίωσή της στο κράτος δικαίου.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, η Ευρώπη οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι η ταϊλανδοποίηση μίας ή περισσότερων χωρών μελών της ή λαών της δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί λύση υπέρ αυτής.
Το ζήτημα σαφώς δεν είναι αν οι νεοφιλελεύθεροι ή οι κεϋνσιανοί έχουν δίκιο, το ζήτημα είναι ότι η ΕΕ χρειάζεται νέες οικονομικές πολιτικές αν θέλει να μην οδηγείται στην αυτοαναίρεσή της.
Εμείς θα συνεχίσουμε να μένουμε άκρως ανήσυχοι όχι μόνον για το ενδεχόμενο μιας ιστορικής τραγωδίας που συμπυκνώνεται στον όρο Grexit, αλλά και για την άλλη, την ασυγκρίτως μεγαλύτερη τραγωδία που θα συνιστούσε η μετατροπή της Ενωμένης Ευρώπης σε απλό επεισόδιο στην ιστορία της δασμολογίας.
* Συγγραφέας, εκδότης, ιδρυτικό μέλος του ελληνικού τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων
europeanbusiness.gr