Οι ανεπάρκειες του οικογενειακού περιβάλλοντος και η πλήρης ασυδοσία στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα αποτελούν θερμοκήπιο που ενισχύει τους «επαναστάτες» της Χρυσής Αυγής
του Μενέλαου Αγραφιώτη*
Η κατάργηση των κρατικών αργομισθιών και το άνοιγμα κάποιων επαγγελμάτων οδηγούν προς την ακροδεξιά νέους που δεν μπορούν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι
Από τους 5.250 δημοσίους υπαλλήλους που «πάρκαραν» στις εκτός Ελλάδος τράπεζες 1,5 δισεκατ. ευρώ, οι μισοί θα ψηφίσουν Χρυσή Αυγή πιστεύοντας ότι έτσι θα εκδικηθούν αυτούς τους «παλιοπολιτικούς» που τούς έβγαλαν τα άπλυτα στην φόρα. Όσο για τους άλλους μισούς, μάλλον θα ψάχνουν στην αξιωματική αντιπολίτευση για ανθρώπους πρόθυμους να «κουκουλώσουν» τις βρωμοδουλειές τους υπό το πρόσχημα της «κοινωνικής αλληλεγγύης». Αυτή είναι μία αδρή ελληνική πραγματικότητα, η οποία μάλλον σύντομα θα πέσει σαν γροθιά στα μούτρα όλων αυτών των Νεοελλήνων που τελικά δεν πήραν μέρος στο κατά Θεοδ. Πάγκαλο μεγάλο φαγοπότι.
Πέρα, όμως, από τους πιο πάνω «αγανακτισμένους», η ελληνική κοινωνία στα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα μπορεί ξαφνικά να καταρρεύσει, με αφορμή την διάβρωση που έχει υποστεί στην χώρα μας ο οικογενειακός ιστός και το εκπαιδευτικό σύστημα.
Πολλά είναι τα γεγονότα των τελευταίων μηνών που οδηγούν στην διαπίστωση ότι, στις σημερινές συνθήκες κρίσης και αβεβαιότητας, οι γονείς ελάχιστα ασχολούνται με τις γνώσεις και την διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών τους μέσα στο σχολείο. Αντιθέτως, έχουν πλήρως αποδεχθεί και συμβιβαστεί με την ιδίαις δαπάναις πλήρωση των κενών, γνωστικών και άλλων. Τους απασχολεί η προώθηση των παιδιών στον ανταγωνισμό, με τελικό στόχο μια θέση στο Δημόσιο ή την ενσωμάτωση σε κάποιο από τα κλειστά επαγγέλματα.
Το σύστημα αυτό, όμως, καταρρέει. Ούτε το κράτος μπορεί πλέον να λειτουργεί ως διανομεύς αργομισθιών, ούτε τα επαγγέλματα θα παραμείνουν κλειστά. Το επαγγελματικό μέλλον των νέων θα εξαρτάται από τις πραγματικές τους ικανότητες, χωρίς τις οποίες τα τυπικά προσόντα είναι άχρηστα. Ωστόσο, οι επί τριακονταετία εμπεδωμένες νοοτροπίες αλλάζουν αργά και δύσκολα. Τα συνεπαγόμενα επαγγελματικά και συνδικαλιστικά δίκτυα συμφερόντων διαθέτουν ακόμη εφεδρείες.
Οι ζημίες από την ανωμαλία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος δεν περιορίζονται στην επαγγελματική αστοχία, η οποία σήμερα επιβαρύνει τις «χαμένες γενιές». Η οικονομική κρίση προέκυψε από την υποδόρια κατάρρευση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, η υποβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος λειτουργεί σαν ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της πολιτικής ζωής. Το εκπαιδευτικό έλλειμμα, εν συνδυασμώ με τις διαψευσμένες κατοχυρωμένες προσδοκίες, τροφοδοτεί και αναπτύσσει ακραίες συμπεριφορές. Η Χρυσή Αυγή αποτελεί έναν φυσικό υποδοχέα των νέων σε επαγγελματικό αδιέξοδο και σε πνευματική σύγχυση, δηλαδή των θυμάτων του ελλειμματικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Πλανώνται, επομένως, όσοι θεωρούν ότι η ισχύς της Χρυσής Αυγής οφείλεται κατά κύριο λόγο στην τρέχουσα οικονομική κρίση. Η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών δεν θα απαλλάξει την ελληνική κοινωνία από τον ήδη εγκατεστημένο δεξιό εξτρεμισμό. Η δύναμή του ανάγεται περισσότερο στην ιδεολογική πενία, παρά στην οικονομική δυσπραγία. Η Χρυσή Αυγή δεν ακυρώνεται με απαγορεύσεις ή αστυνομικά μέτρα. Σε ένα πολιτικό κίνημα το οποίο αμφισβητεί την καθεστηκυία τάξη, η μεμονωμένη καταστολή διευκολύνει την ανάδειξη πολιτικών στελεχών, την ριζοσπαστικοποίηση, την ενίσχυση της εσωτερικής συνοχής, την ηρωοποίηση. Προετοιμάζει, επίσης, έναν σκληραγωγημένο «στρατό», ικανό να ασκήσει επαναστατική βία όταν προκύψουν ευνοϊκές συνθήκες.
Το υπόβαθρο της ακροδεξιάς πολιτικής ανέλιξης είναι πολιτισμικό. Έρχεται ως συνέπεια της αστοχίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Πλείστοι όσοι νέοι Έλληνες αποφοιτούν από τα σχολεία χωρίς τα βασικά νοητικά εφόδια ώστε να διακρίνουν θεμιτό και αθέμιτο στον πολιτικό λόγο και πράξη. Άγλωσσοι, ανίκανοι να διατυπώσουν συγκροτημένη σκέψη, χωρίς στοιχειώδη ιστορική παιδεία, χωρίς αίσθηση των κλιμάκων του χρόνου, χωρίς κριτήρια και πνευματική πειθαρχία, κινούνται εύκολα από το ένα άκρο στο άλλο. Υιοθετούν ή ανέχονται απόψεις οι οποίες τούς τοποθετούν –έστω και εν αγνοία τους– εκτός της πολιτισμένης Ανθρωπότητας.
«Χωρίς υπεύθυνους και ενημερωμένους πολίτες, καμμία κοινωνία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει κρίσεις και δυσκολίες», έγραψε ο καθηγητής Γιώργος Πρεβελάκης. «Η έμφαση στην χρησιμοθηρία και στην ήσσονα προσπάθεια κατέστρεψε την κατ’ εξοχήν αποστολή του εκπαιδευτικού συστήματος: να προετοιμάζει την διαδοχή των γενεών στον πολιτικό και κοινωνικό βίο. Οι όποιες μεταρρυθμιστικές διορθωτικές απόπειρες έχουν αποτύχει. Η κοινωνία δεν υποστήριξε καμμία σχετική προσπάθεια. Η κοινή γνώμη, στραμμένη στην προσοδοθηρική λογική και επηρεασμένη από ξεπερασμένες παιδαγωγικές και εκπαιδευτικές θεωρίες, δεν μπόρεσε να κατανοήσει τα διακυβεύματα».
Οι συλλογικές νοοτροπίες δεν μεταβάλλονται με διδάγματα και νουθεσίες, αλλά μετά από επώδυνες εμπειρίες. Οι πρόσφατες οικονομικές ταλαιπωρίες ήδη κλονίζουν τις ριζωμένες πεποιθήσεις. Οι εκπαιδευτικές παραμορφώσεις είναι πλέον ορατές σε όλα τα πεδία: ατομικά, συλλογικά, πολιτικά. Οι προϋποθέσεις για μία εκ βάθρων αναθεώρηση του συστήματος έχουν συσσωρευθεί. Ρόλος της ηγεσίας είναι, κατ’ αρχήν, να διακρίνει και να αναγνωρίσει το πρόβλημα. Κατόπιν, πρέπει να εξηγήσει στους πολίτες, με σαφήνεια και πειθώ, την αιτιώδη σχέση ανάμεσα στο εκπαιδευτικό έλλειμμα και τις απειλητικές του συνέπειες.
Η Ελλάδα μπορεί να καλύψει το ανταγωνιστικό έλλειμμά της στην οικονομία. Πρόκειται για τεχνικό θέμα. Το πνευματικό και νοηματικό της έλλειμμα, όμως, είναι μια άλλη δραματική ιστορία.
* Άνεργος φιλόλογος, δημοσιογράφος
europeanbusiness.gr