Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Η ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ

Δικηγορικά Γραφεία σε ρόλο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών που καταλήγει, τελικά, εις βάρος του καταναλωτή

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Ο ελεύθερος επαγγελματίας Θεόφιλος Β. έχει προβλήματα με τις τρεις πιστωτικές κάρτες του. Οφείλει κάπου 24.000 ευρώ και για τις τρεις κάρτες και τους έξι τελευταίους μήνες αδυνατεί να καταβάλει ο,τιδήποτε έναντι. Τα μηνιαία εισοδήματά του έχουν μειωθεί περί το 45% και ό,τι κερδίζει σήμερα φτάνει με το ζόρι για να καλύψει τις ανάγκες του. 
Μέχρι πρόσφατα δεχόταν τηλεφωνήματα από εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών με τις οποίες προσπαθούσε να κάνει κάποιες ρυθμίσεις. Ξαφνικά, όμως, αντί να ενοχλείται από τις εταιρείες αυτές, άρχισε να δέχεται τηλεφωνήματα από δικηγορικά γραφεία τα οποία, ως φαίνεται, κάνουν την ίδια δουλειά με τις εταιρείες.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, η παρεμβολή αυτή των δικηγορικών γραφείων δημιουργεί σοβαρά προβλήματα που η πολιτεία δείχνει να τα παραμερίζει. Πριν απ’ όλα, η δραστηριότητα αυτή των δικηγορικών γραφείων δεν υπάγεται στην ίδια νομοθεσία με την αντίστοιχη των εταιρειών ενημέρωσης, με αποτέλεσμα αφενός μεν να βλάπτονται οι καταναλωτές, αφετέρου δε να τίθεται σοβαρό θέμα αθέμιτου ανταγωνισμού. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες ενημέρωσης πρέπει εκ του νόμου (Ν.3758/2009) να τηρούν μια σειρά από κανόνες, με τις όποιες παραβάσεις να συνεπάγονται πρόστιμα που προκύπτουν μετά από έρευνα καταγγελιών και διαμαρτυριών καταναλωτών. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τα δικηγορικά γραφεία.

Όπως μάς είπαν συγκεκριμένοι οφειλέτες, οι διατάξεις του παραπάνω νόμου δεν τηρούνται από τα δικηγορικά γραφεία, τα οποία, κατά κανόνα, δεν σέβονται ούτε καν τα ωράρια κλήσεως των οφειλετών. Υπάρχουν έτσι περιπτώσεις κλήσεων μετά τις 8 το βράδυ, πράγμα που απαγορεύεται ρητώς από τον νόμο. Πέρα δε από τις παραπάνω περιπτώσεις, κάποια δικηγορικά γραφεία, που εκτελούν χρέη εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών, σπεύδουν να βάλουν τους οφειλέτες και στον Τειρεσία, γεγονός που σε περιπτώσεις νέων επαγγελματιών είναι καταδικαστικό για την συνέχιση της δραστηριότητάς τους. Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, οι πρακτικές κάποιων δικηγορικών γραφείων στην ουσία έχουν και αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα, γιατί βγάζουν από την αγορά επαγγελματίες που με κάποια βελτίωση του οικονομικού κλίματος θα μπορούσαν να ανακάμψουν και να προσφέρουν παραγωγικό έργο.

Επιπροσθέτως, τα δικηγορικά γραφεία επιβαρύνουν τους καταναλωτές και με επιπρόσθετα έξοδα, καθ’ όσον οι αμοιβές τους προηγούνται της όποιας εξόφλησης ή ρύθμισης της οφειλής από τον οφειλέτη. Αντιθέτως, οι εταιρείες ενημέρωσης δεν επιβαρύνουν τους οφειλέτες διότι αμείβονται από τους δανειστές και για να πάρουν την αμοιβή τους, πρέπει να έχουν βρει λύση στο πρόβλημα του οφειλέτη –στο μέτρο και στον βαθμό που αυτός είναι συνεργάσιμος μαζί τους. Υπό αυτή την έννοια, οι νομικές παρεμβάσεις στο καυτό θέμα των «κόκκινων» δανείων κυρίως, από οικονομικής πλευράς, συμβάλλουν και στην αφαίρεση κατανάλωσης σε μία οικονομία η οποία αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα ζήτησης.

Το όλο θέμα είναι πολυσύνθετο και έχει βέβαια σαφώς επιπτώσεις και στην τραπεζική οικονομία. Για την ώρα, ωστόσο, το καθεστώς που επικρατεί έχει σαφή στοιχεία αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ δικηγορικών γραφείων και εταιρειών ενημέρωσης και η κατάσταση αυτή, πέρα από όποια γενικότερη θεώρηση, επιτρέπει την παραβίαση της κείμενης νομοθεσίας –με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους καταναλωτές-οφειλέτες. Και αυτοί οι τελευταίοι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εγγίζουν τα 2.500.000 άτομα, ήτοι ένα πλουσιοπάροχο 23% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.

Συμπληρωματικά, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε ότι η κατάσταση που επικρατεί απέχει πολύ από τού να είναι συμβατή και με τους όρους ανταγωνισμού που κάθε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εφαρμόζει.

Μήπως λοιπόν το όλο θέμα θα πρέπει να επανεξετασθεί από τους αρμόδιους, με την συμμετοχή και της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, η οποία σίγουρα έχει πολλά να πει από τις σχετικές καταγγελίες που έχουν γίνει στις υπηρεσίες της;