Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

ΣΤΗΜΕΝΟ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΗ ΖΑΧΑΡΗ

Μεγάλη «μπάζα» η αγροτική παραγωγή της Ελλάδας για τους «επενδυτές»

*της Λίτσας Αμμανατίδου - Πασχαλίδου

Άγονος για τρίτη φορά κηρύχθηκε ο διεθνής διαγωνισμός για την πώληση της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης (ΕΒΖ Α.Ε) συμπληρώνοντας πάνω από δύο χρόνια που βρίσκεται ανοιχτός με τους διάφορους «γαμπρούς» -τέως ανταγωνιστές- να μπαινο-βγαίνουν ανενόχλητοι στα «άδυτα» του Ομίλου και με τις «φήμες» να διαδέχονται η μία την άλλη.

Πάνω από το «σίριαλ» της ζάχαρης επικρέμεται εδώ και χρόνια έντονη αποφορά σκανδάλων, σκανδάλων που αφορούν τόσο το μέλλον όσο και το παρελθόν του Ομίλου. Το μεγαλύτερο, ωστόσο, σκάνδαλο είναι ότι η περίπτωση της ζάχαρης είναι ενδεικτική για τον τρόπο που κυβέρνηση και επιχειρηματικά συμφέροντα μεταχειρίζονταν εδώ και δεκαετίες τον αγροτικό τομέα της χώρας μας, αλλά και για το μέλλον που οι ίδιοι κύκλοι επιφυλάσσουν στην αγροτική παραγωγή.
Και επανέρχομαι στη ζάχαρη. Το σενάριο που εντέχνως εξυφαίνεται εδώ και πολύ καιρό επιδιώκει να παρουσιάσει την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης ως ένα μεγάλο οικονομικό βαρίδι που παράγει μόνο ζημίες και υπέρογκα χρέη και την τευτλοκαλλιέργεια ως μία καλλιέργεια με χαμηλές αποδόσεις που οριστικά φθίνει από τον χάρτη της Ευρώπης. Με βάση αυτό το σενάριο όποιος αγοράσει την ΕΒΖ θα μας κάνει «μεγάλη χάρη» και κανονικά θα έπρεπε να τον πληρώσουμε όχι να μας πληρώσει, ενώ, αν αυτό ο μελλοντικός αγοραστής κατορθώσει μετά από τις «γιγάντιες προσπάθειες» που θα καταβάλει να διατηρήσει ανοιχτό ένα από τα τρία εναπομείναντα εργοστάσια στην Ελλάδα θα πρόκειται για μεγάλο άθλο.
Ποια είναι όμως τα γεγονότα;
Μύθος Πρώτος: Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης εξ αντικειμένου είναι ασύμφορη παραγωγικά και παράγει μόνο ζημιές. Η πραγματικότητα είναι ότι η ΕΒΖ Α.Ε υπήρξε μία βιομηχανία μεγάλου οικονομικού μεγέθους με κύκλο εργασιών που έφτανε μέχρι και τα 400 εκατομμύρια ευρώ. Η μεταρρύθμιση της ΚΟΑ ζάχαρης στην ΕΕ, οι επιλογές των ελληνικών κυβερνήσεων, οι επιλογές των διοικήσεων της ΕΒΖ, η στρατηγική της Αγροτικής Τράπεζας και η μεταχείριση που της επιφύλαξαν οι διάφοροι «τοπάρχες» και τα διάφορα στελέχη, «τσάκισαν» στην κυριολεξία αυτό τον οικονομικό γίγαντα μεθοδικά και μεθοδευμένα σε πολλές περιπτώσεις. Και επειδή μερικές φορές οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους, να σημειώσουμε ότι η ΕΒΖ κατά την περίοδο 2004 έως 2007 ήταν κερδοφόρα, δηλαδή ακόμα και μετά το σοκ της απομείωσης του 50% της παραγωγής της, ενώ κατά την χρήση 2011-12 επανήλθε σε κερδοφορία. Ειδικά πριν την εφαρμογή της ευρωπαϊκής μεταρρύθμισης (2006) και συγκεκριμένα για την οικονομική χρήση 2004-5 η ΕΒΖ παρουσιάζει στα ενοποιημένα αποτελέσματα της προ φόρων κέρδη 14.343.807 ευρώ και κύκλο εργασιών 264.179.801, το 2005-6 παρουσιάζει κέρδη 871.355 και κύκλο εργασιών 337.985.240.


Μύθος δεύτερος: Η ΕΒΖ είναι «καμμένο χαρτί» και κανείς επενδυτής δεν θέλει να «σπαταλήσει» τα λεφτά του.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο Όμιλος της ΕΒΖ διαθέτει ακίνητα που η αξία τους ξεπερνά τα 94 εκατομμύρια ευρώ (Εξαμηνιαία Οικονομική Έκθεση, Ιούλιος – Δεκέμβριος 2012), συνολική περιουσία αξίας  τουλάχιστον 200 εκατομμυρίων ευρώ (Εξαμηνιαία Οικονομική Έκθεση, Ιούλιος – Δεκέμβριος 2012), ενώ η ελάχιστη αξία μόνο των δύο εργοστασίων του Ομίλου στην Σερβία εκτιμάται κατ΄ ελάχιστο στα 133 εκατομμύρια ευρώ (Ετήσια Οικονομική Έκθεση ΕΒΖ Α.Ε 2009)
Μύθος τρίτος: το τεύτλο έχει κακές αποδόσεις και γι’ αυτό οι αγρότες αποφεύγουν να σπείρουν τεύτλο. Συγκεκριμένα, αυτός ο μύθος λέει απλά ότι από την στιγμή που οι αποδόσεις στο τεύτλο είναι χαμηλές και οι αγρότες δεν σπέρνουν γιατί δεν τους συμφέρει, το κόστος ανεβαίνει για την βιομηχανία, η οποία δήθεν εξαναγκάζεται να εισάγει ζάχαρη από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και μ’ αυτό τον τρόπο γίνεται σταθερά ζημιογόνα. Επομένως, μία «ρεαλιστική» επενδυτική κίνηση θα ήταν να σταματήσει η ΕΒΖ την παραγωγή και να κρατήσει μόνο την εμπορία ζάχαρης.
 Η πραγματικότητα, ωστόσο, διαφέρει πολύ γιατί οι αγρότες θέλουν να σπείρουν τεύτλο και γι’ αυτό άλλωστε κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία της ΕΒΖ πριν από δύο μήνες , ενώ η περσινή καλλιεργητική χρονιά είχε τις καλύτερες αποδόσεις της τελευταίας 30ετίας. Ωστόσο, οι αγρότες αποθαρρύνονται από την Διοίκηση και την πολιτική ηγεσία να μην σπέρνουν τεύτλο: τα τιμολόγια παραμένουν χαμηλά, ειδικά φέτος επήλθε περαιτέρω μείωση στην τελική τιμή του τεύτλου και αφαιρέθηκαν οι εκπτώσεις που λάμβαναν για σπόρους και φυτοφάρμακα, ενώ, η ενίσχυση από την Ολοκληρωμένη Διαχείριση που δικαιούνται για το 2012 και για το 2013 δεν τους έχει αποδοθεί και δεν ξέρουν αν θα τους αποδοθεί. Επομένως, οι εγχώριες ελλείψεις σε πρώτη ύλη οφείλονται στις μεθοδεύσεις της Διοίκησης και της πολιτικής ηγεσίας και όχι στην φύση της καλλιέργειας και στην διάθεση των αγροτών.
Μύθος τέταρτος: Η επένδυση στη ζάχαρη λόγω των διεθνών εξελίξεων είναι υψηλού ρίσκου.
Η πραγματικότητα είναι ότι σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο υπάρχουν ραγδαίες εξελίξεις. Σε διεθνές επίπεδο η ζάχαρη ήταν από τα προϊόντα που πρωταγωνίστησαν στην διατροφική κρίση το 2008 που κόστισε ανθρώπινες ζωές με το ράλι της τιμής της να φτάνει το 2011 στα 800 δολλάρια ο τόνος. Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο της ζάχαρης διεθνώς είναι σφοδρός. Στην Ευρώπη, μετά την μεταρρύθμιση, την ζάχαρη ελέγχουν 6 κράτη – παραγωγοί με την Γερμανία να παίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ, 6 εταιρείες ελέγχουν το 75% της ευρωπαϊκής αγοράς ζάχαρης με τις 3 από αυτές να είναι γερμανικών συμφερόντων. Πρόκειται για έναν κανονικό οικονομικό πόλεμο που μαίνεται για τον έλεγχο ένος πολύ στρατηγικού προϊόντος συντήρησης του πληθυσμού με το Bloomberg να επισημαίνει το 2012 ότι σε επίπεδο προϊόντος  «Η ζάχαρη αποτελεί την εξαίρεση στην κρίση».
Μύθος Πέμπτος: Το δάνειο της ΕΒΖ προς την τράπεζα ΠΕΙΡΑΙΩΣ ύψους 138 εκατομμυρίων ευρώ αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους που αποθαρρύνονται οι επενδυτές.
Αυτός ο μύθος στην επιφάνεια του είναι σωστός, αλλά στο βάθος του υποκρύπτει σειρά από κομβικά ερωτηματικά γύρω από το «κουβάρι της ζάχαρης». Πρώτον, γιατί η Βιομηχανία περνάει στον εκκαθαριστή και το δάνειο της βιομηχανίας περνάει στην τράπεζα ΠΕΙΡΑΙΩΣ; Η απάντηση περιγράφεται στον «μύθο»: Με αυτό τον τρόπο η Τράπεζα ΠΕΙΡΑΙΩΣ διατηρεί τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στην πώληση της ΕΒΖ, άρα και τον έλεγχο ενός δημόσιου περιουσιακού στοιχείου που παίζει ή έστω μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο για την αγροτική οικονομία της χώρας. Ας το κρατήσουμε αυτό και ας προχωρήσουμε στα επόμενα ερωτήματα. Δεύτερον, γιατί η ΕΒΖ έφτασε να χρωστάει στην πρώην μητρική της 138 εκατομμύρια; Γιατί η εταιρεία (η εταιρεία έχει το δάνειο όχι ο Όμιλος) έφτασε να έχει 138 εκατομμύρια βραχυπρόθεσμα δάνεια και 0 μακροπρόθεσμα; Δεν είναι απαραίτητο να υπονοεί κανείς δόλο, όταν θέτει τα παραπάνω ερωτήματα, ωστόσο, όταν ένα σημαντικό δημόσιο περιουσιακό στοιχείο φτάνει στο σημείο να εκποιείται «έναντι πινακίου φακής», το δημόσιο οφείλει να θέτει ερωτήματα αναφορικά με το τι έχει γίνει στην περιουσία του.
Με βάση τα παραπάνω, και πολλά άλλα ακόμα που δεν μπορούμε ν’ αναλύσουμε σ’ αυτό το άρθρο, είναι φανερό ότι η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης έγινε όλες αυτές τις δεκαετίες αντικείμενο εκμετάλλευσης προσωπικών φιλοδοξιών, πελατειακών σχέσεων, κυβερνητικών επιλογών, επιχειρηματικών επιδιώξεων ευρωπαϊκών και διεθνών, υπήρξε αντικείμενο εκμετάλλευσης στελεχών, επιχειρηματιών, υπουργών και Πρωθυπουργών. Σήμερα γίνεται αντικείμενο διαμάχης μεταξύ διεθνών και εγχώριων  επενδυτών, συμφερόντων χρηματοπιστωτικών και real estate, πολιτικών και επιχειρηματικών κύκλων, ενώ παράλληλα, τιτάνιος είναι ο αγώνας «κάποιων» για να θαφτούν με την πώληση και «οι αμαρτίες» που κρύβει ο Όμιλο στα συρτάρια του, αμαρτίες που επισύρουν πολιτικές ευθύνες, ηθικές ευθύνες και ίσως ποινικές και διαχειριστικές, αμαρτίες που ίσως την διατρέχουν σε όλα σχεδόν τα στάδια της λειτουργίας της.
Αυτό που έχει, όμως, την μεγαλύτερη σημασία είναι απέναντι στα σχέδια εκείνων που δεν στήνουν μόνο business plan, αλλά Αυτοκρατορίες, απέναντι σε όσους διέπραξαν εχθές εγκλήματα για την αγροτική παραγωγή της χώρας και σήμερα προετοιμάζουν ακόμα χειρότερα εγκλήματα, να αντιταχθεί ένα κοινό αγωνιστικό μέτωπο των αγροτών και των εργαζομένων, ένα κοινό αγωνιστικό μέτωπο του ελληνικού λαού που του ανήκει ο πλούτος αυτής της χώρας.
Για εμάς, σ’ αυτό τον αγώνα, στον αγώνα για την ανατροπή και την ανασυγκρότηση της χώρας, στον αγώνα για δικαιοσύνη, η μάχη για τη Ζάχαρη δεν έχει απλά συμβολικό χαρακτήρα.
*Η Λίτσα Αμμανατίδου – Πασχαλίδου είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β’ Θεσσαλονίκης