Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Εντάλματα σύλληψης για αρχαιοκάπηλους διεθνούς φήμης

Διεθνή εντάλματα σύλληψης για την προσαγωγή ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης δύο εκπροσώπων ξένων εταιρειών, που διακίνησαν σπάνιο αρχαίο ελληνικό νόμισμα μεγάλης αξίας, εξέδωσε χθες η ανακρίτρια Σερρών.

Του Κώστα Καντούρη

Το νόμισμα έχει κατασχεθεί από τις ελβετικές αρχές ύστερα από παρέμβαση του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού και της ΕΛ.ΑΣ. και η δικαστική διαδικασία στην Ελλάδα είναι αυτή που θα κρίνει την επιστροφή του στη χώρα μας.
Τα εντάλματα εκδόθηκαν για έναν Καναδό, λιβανέζικης καταγωγής, και έναν άμεσο συνεργάτη του, οι οποίοι αποκαλύφθηκε πως πούλησαν σε οίκο δημοπρασιών της Ελβετίας το αρχαίο οκτάδραχμο, που προέρχεται από το βασίλειο της Βισαλτίας (σημερινή Νιγρίτα Σερρών) και χρονολογείται στα 480 π.Χ. Οι ανακριτικές αρχές των Σερρών στη δικογραφία που σχημάτισαν για αρχαιοκαπηλία κάλεσαν τους δύο προμηθευτές του νομίσματος να απολογηθούν, όμως δεν εμφανίστηκαν. Πληροφορίες ανέφεραν μάλιστα πως ο ένας έστειλε επιστολή, με την οποία καθιστούσε σαφές ότι δεν θα συνεργαστεί με τις ελληνικές αρχές. Αντίθετα ο ελβετός εκπρόσωπος του οίκου δημοπρασιών, από τον οποίο το νόμισμα βγήκε σε διαδικτυακή δημοπρασία και πουλήθηκε αρχικά, εμφανίστηκε ενώπιον της ανακρίτριας Σερρών Γεωργίας Τουτουντζή και απολογήθηκε. Ο εκπρόσωπος της εταιρείας δημοπρασιών αρνήθηκε ότι έχει οποιαδήποτε εμπλοκή και υποστήριξε πως δεν γνώριζε ότι το νόμισμα αποτελεί προϊόν αρχαιοκαπηλίας. Μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος, χωρίς να του επιβληθούν περιοριστικοί όροι.
Οι δύο καταζητούμενοι πλέον προμηθευτές του νομίσματος έχουν ήδη προβλήματα με δικαστικές αρχές και άλλων χωρών. Πληροφορίες αναφέρουν πως ο Καναδός έχει καταδικαστεί σε ακόμη δύο χώρες, από τις οποίες επίσης έχουν εκδοθεί εντάλματα. Έχει χαρακτηριστεί άλλωστε ως ένας εκ των κορυφαίων αρχαιοκάπηλων της παγκόσμιας αγοράς. Η απόφαση πάντως των ανακριτικών αρχών των Σερρών να εκδώσουν εντάλματα είναι αυτή που θα ανοίξει το δρόμο για την επιστροφή του ασημένιου οκτάδραχμου στην Ελλάδα. Η προϋπόθεση που έχουν θέσει οι ελβετικές αρχές για την παράδοσή του, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, είναι να εκδοθεί καταδικαστική απόφαση σε βάρος των αρχαιοκαπήλων.
Στη δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την παράνομη διακίνηση του συγκεκριμένου νομίσματος εκτός των δύο καταζητούμενων και του ελβετού εκπροσώπου του οίκου δημοπρασιών εμπλέκονται και δύο Έλληνες. Περιλαμβάνεται μάλιστα και μαρτυρία αρχαιοκάπηλου σύμφωνα με την οποία είδε να εξελίσσεται συναλλαγή σε ξενοδοχείο για την πώληση του νομίσματος.

ΕΝΤΟΠΙΣΤΗΚΕ ΣΤΗ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ
Το ασημένιο αρχαίο νόμισμα είναι ιδιαίτερα σπάνιο, καθώς πρόκειται για οκτάδραχμο και άλλο αντίγραφο δεν υπάρχει σε προθήκη μουσείου. Ανήκει στο βασίλειο της Βισαλτίας και υπάρχει η εκτίμηση πως κόπηκε από έναν δυνάστη με το όνομα Μοσσής.
Τέθηκε σε δημόσια διαδικτυακή δημοπρασία από τον ελβετικό οίκο το Σεπτέμβριο του 2009. Αστυνομικοί του τμήματος δίωξης αρχαιοκαπηλίας της ασφάλειας Θεσσαλονίκης δέχτηκαν ανώνυμη καταγγελία, που συνοδευόταν και από δύο φωτογραφίες του νομίσματος, όπως είχε αποκαλύψει την περίοδο εκείνη η “Μ”. Ο καταγγέλλων ενημέρωνε για τη δημοπρασία, επισημαίνοντας πως το νόμισμα βρέθηκε στην περιοχή μεταξύ Νέου Πετριτσίου και Βυρώνειας Σερρών κατά τη διάρκεια λαθρανασκαφής και προωθήθηκε στη συνέχεια σε διεθνή κυκλώματα αρχαιοκάπηλων. Την περίοδο εκείνη, παρότι η δημοπρασία ολοκληρώθηκε και το νόμισμα πουλήθηκε αντί του ποσού των 116.000 ελβετικών φράγκων (80.000 ευρώ), η Ιντερπόλ το δέσμευσε.
Με την άσκηση της ποινικής δίωξης από την εισαγγελία Σερρών και τη συνδρομή των ελβετικών αρχών αποκαλύφθηκε η σκοτεινή διαδρομή του νομίσματος. Πίσω από τους πωλητές εμφανίστηκαν δύο off shore εταιρείες με έδρα τον Άγιο Βικέντιο και τον Παναμά και μία εταιρεία εμπορίας αρχαιοτήτων στην Ελβετία με υπεύθυνο τον Καναδό. Μετά τα στοιχεία αυτά το ελβετικό ομοσπονδιακό δικαστήριο κατέληξε το Δεκέμβριο του 2011 πως το νόμισμα ήταν προϊόν λαθρανασκαφής, αποφασίζοντας ότι έπρεπε να δοθεί στην Ελλάδα.