Η αστυνομία αναζητεί στα κοντινά δάση επιζήσαντες που ενδεχομένως διέφυγαν μόνοι τους από το φλεγόμενο κτίριο. Μία νοσοκόμα έχασε τη ζωή της στην προσπάθειά της να βοηθήσει ασθενείς να απομακρυνθούν από το ψυχιατρείο, ενώ σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες έχουν ανασυρθεί άλλοι πέντε νεκροί. Οι αγνοούμενοι ανέρχονται σε περισσότερους από τριάντα.
Η πυρκαγιά εκδηλώθηκε στις 3 τη νύκτα στην ανδρική πτέρυγα του ψυχιατρείου που ήταν κατασκευασμένο από ξύλο. Σύμφωνα με πληροφορίες, η φωτιά ξεκίνησε από το κρεβάτι ασθενούς που κάπνιζε, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ή που έβαλε σκοπίμως φωτιά στο κρεβάτι του, σύμφωνα με άλλες πηγές. Η φωτιά επεκτάθηκε με ταχύτητα σε ολόκληρο το κτίριο.
Το κτίριο είχε πρόσφατα κριθεί ακατάλληλο από τις αρμόδιες αρχές, οι οποίες προσπάθησαν να κλείσουν το ψυχιατρείο για λόγους ασφαλείας. Ωστόσο το κτίριο παρέμεινε σε λειτουργία με απόφαση δικαστηρίου, το οποίο έδωσε εντολή για επισκευές και τροποποιήσεις που έπρεπε να πραγματοποιηθούν μέχρι τον Αύγουστο.
Αξιωματούχος του υπουργείου Εκτάκτων Καταστάσεων δήλωσε ότι η επιθεώρηση είχε κρίνει ακατάλληλο από άποψη πυρασφάλειας το κτίριο, που ήταν κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από ξύλο.
Ο κυβερνήτης του Νοβγκορόντ Σεργκέι Μιτίν διευκρίνισε ότι το ψυχιατρείο, που περιελάμβανε εννέα πτέρυγες, προοριζόταν για βαριά ψυχιατρικά περιστατικά, γεγονός που καθιστούσε δύσκολη την εκκένωσή του.
Πολλά ψυχιατρεία, σχολεία, γηροκομεία, κέντρα αποτοξίνωσης στη Ρωσία στεγάζονται σε ακατάλληλα κτίρια, συχνά της σοβιετικής εποχής, κατασκευασμένα από ξύλο.
Η χώρα έχει βεβαρυμένο ιστορικό πυρκαγιών σε ψυχιατρεία. Τον Απρίλιο, κατά την πυρκαγιά στο ψυχιατρείο της πόλης Ραμένσκι, βόρεια της Μόσχας, 38 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και μόνο τρεις επέζησαν. Την ώρα που ξέσπασε η φωτιά, πολλά από τα θύματα βρίσκονταν στο κρεβάτι υπό την επήρεια ηρεμιστικών.
Μετά την πυρκαγιά του Απριλίου, ο Γιούρι Σαβένκο, πρόεδρος της ανεξάρτητης ψυχιατρικής ένωσης της Ρωσίας κατήγγειλε την κατάσταση των ψυχιατρικών ιδρυμάτων στη Ρωσία, διευκρινίζοντας ότι το εν τρίτον των κτιρίων έχουν κριθεί ακατάλληλα από το 2000.