Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου 

Εκφράζουμε από τις στήλες αυτές την πολύ σοβαρή ανησυχία μας για το μέλλον της χώρας, όχι τόσο γιατί η Ελλάδα πλήττεται από μία βαθειά οικονομική κρίση –που μπορεί, ωστόσο, να ξεπεραστεί– αλλά γιατί μία σημαντική κατηγορία του πληθυσμού, με τις πολιτικές επιλογές που δηλώνει, επιλέγει περιπέτειες για όλους. Το γεγονός αυτό, όμως, αποδεικνύει αφ’ εαυτό ότι η Ελλάδα έχει σοβαρό ιδεολογικό και πνευματικό ταυτοχρόνως πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που προϋπήρχε της κρίσεως και αναδεικνύεται σε όλες τις διαστάσεις του λόγω αυτής. 


Στην σημερινή Ελλάδα, όπως προκύπτει ξεκάθαρα από τις δημοσκοπήσεις, 2 Έλληνες στους 10 επιλέγουν να ψηφίσουν κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Επίσης, άλλοι 4 στους 10 υποστηρίζουν πολιτικές παρατάξεις που ναι μεν δηλώνουν, πολύ χαμηλόφωνα, ότι σέβονται την κοινοβουλευτική δημοκρατία, πλην όμως, δοθείσης ευκαιρίας να βρεθούν στην εξουσία, μπορεί να την βάλουν και στο ψυγείο. 

Συμπέρασμα πρώτο, λοιπόν: στην Ελλάδα του θέρους 2013, η πλειοψηφία των δηλωμένων και αδήλωτων εχθρών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι άνετη και, βεβαίως, εύγλωττη. Προηγείται δε της κρίσεως, την οποία χρησιμοποιεί ως άλλοθι. Το επιχείρημα ότι η διαφθορά των πολιτικών οδήγησε την χώρα εδώ που βρίσκεται είναι γελοίο και προσχηματικό. Ο δικομματισμός στην Ελλάδα, όπου «λεφτά υπήρχαν», είχε 80% αποδοχή, η οποία διήρκεσε πάνω από 35 χρόνια. Ανετράπη δε μόλις έπαψαν να υπάρχουν δανεικά και οι δανειστές απαίτησαν διακανονισμό των δανείων –ήτοι, επιστροφή μέρους αυτών που χρησιμοποιήθηκαν για να περάσει η δημόσια απασχόληση, από 260.000 άτομα το 1974, στα 1.006.000 άτομα το 2009. 

Κάποιοι έδειξαν και δείχνουν επίσης πόση εκτίμηση έχουν για την δημοκρατία, μόλις τους ζητήθηκε να επιστρέψουν απειροελάχιστο μέρος από τα 60 δισεκατ. ευρώ που είναι το ύψος της φοροδιαφυγής. Μία φοροδιαφυγή που συνειδητά αφέθηκε να αποτελεί λιπαντή της παραοικονομίας, για αμιγώς πολιτικούς λόγους. Στην ουσία, και να θέλουμε να πάμε σε βάθος, η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία απετέλεσαν –με την ανοχή της πολιτικής– τις διεξόδους από τον άκρατο κρατισμό που επεβλήθη μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα. Έτσι, στην χώρα μας, όπου οι ζωτικές οικονομικές λειτουργίες, κατά τα κομμουνιστικά πρότυπα, υπάγονταν στο κράτος, οι πολιτικοί-προστάτες ήσαν αυτοί που μοίραζαν προνόμια, ευνουχίζοντας κάθε δημιουργική δύναμη. 

Στο πλαίσιο αυτό, και με την παραοικονομία σε απόλυτη έξαρση, οι πολιτικοί μετέτρεψαν την κοινωνία σε κατασκήνωση μέσα στην οποία όλοι ήσαν ευχαριστημένοι –με τις θρασύτατες συντεχνίες να αποσπούν την μερίδα του λέοντος. 

Περιττόν δε να τονισθεί ότι η ίδια νοοτροπία επικράτησε και στην ιδιωτική οικονομία. Κάποιες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις –στις κατασκευές, στην κλωστοϋφαντουργία, στην χαρτοποιΐα, στον οικιακό εξοπλισμό– στην ουσία μέσω του κρατικού τραπεζικού συστήματος και της δασμολογικής προστασίας κατάντησαν να είναι κρατικά παραρτήματα που εξυπηρετούσαν πολιτικούς στόχους. Και όταν ήγγικεν η ώρα του ελεύθερου ανταγωνισμού και της σταδιακής παγκοσμιοποιήσεως, τα μεγάλα ονόματα της «χρυσής» κρατικοδίαιτης εποχής κατέρρευσαν. Δυστυχώς δε, τα κενά που δημιουργήθηκαν καλύφθηκαν από εξίσου κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις, κάποιες από τις οποίες έχουν επίσης καταρρεύσει. 

Όλα αυτά συνέβαλαν στο να είναι πολύ χαμηλό το επίπεδο του εξωστρεφούς εμπορεύσιμου τομέα της οικονομίας, σε μία εποχή όπου τελεί υπό κατάρρευση και η εσωτερική αγορά. Ακόμα χειρότερα, η ιδεολογία του άκρατου κρατισμού –την οποία σήμερα κατά κόρον επικαλούνται ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χρυσή Αυγή και οι λοιπές αντιμνημονιακές δυνάμεις– συνέβαλε και σε ένα εκπληκτικό για ενσωματωμένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση οικονομία: μετέτρεψε την κατανάλωση σε εργαλείο αποκοπής από την παγκοσμιοποίηση! 

Στην μεταπολιτευτική Ελλάδα ο υπέρμετρος δανεισμός κατευθύνθηκε προς την χωρίς προηγούμενο αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης, εις βάρος των επενδύσεων. Έτσι, την εποχή του πολύ φθηνού δανεισμού λόγω εισόδου μας στην ευρωζώνη, αντί να ενισχυθούν η ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση και η παραγωγική βάση της οικονομίας, εκτινάχθηκε στα ύψη η κατανάλωση, διευρύνοντας και την παραοικονομία. Παράλληλα, όμως, διευρύνθηκαν και εμβάθυναν όλοι οι θύλακες της διαφθοράς, από τους οποίους σήμερα τροφοδοτούνται δραστηριότητες της παραοικονομίας αλλά και οι φορείς που απεργάζονται την υπονόμευση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. 

Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οι δημοκρατικές ελίτ της χώρας είναι πλέον ζωτική ανάγκη να αντισταθούν σθεναρά στην επερχόμενη, όχι μόνον οικονομική, αλλά και πλήρη πνευματική κατάρρευση. Στην παρούσα φάση, η χώρα δεν έχει τόσο εξωτερικούς, όσο εσωτερικούς εχθρούς, οι οποίοι είναι αδίστακτοι. Όπως πολύ εύστοχα έγραψε ο συνάδελφος Θανάσης Μαυρίδης, πρόκειται για βουβάλια που είναι έτοιμα να ποδοπατήσουν τα πάντα προκειμένου το αποκρουστικό χθες να αποτελέσει ανάχωμα στο ελπιδοφόρο αύριο.