ΡΑΪΧΕΝΜΠΑΧ: «ΣΕ ΕΝΑΝ ΧΡΟΝΟ ΘΑ ΦΑΝΕΙ ΑΝ ΠΡΟΧΩΡΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ»
Ο Στέφανος Μάνος και ο Ευρωβουλευτής των Φιλελευθέρων και Δημοκρατών και μέλος της ΚΕ της Δράσης Θόδωρος Σκυλακάκης συμμετείχαν σε ειδική ακρόαση στην Επιτροπή Ελέγχου των Προϋπολογισμών του Ευρωκοινοβουλίου για το έργο της Task Force.
Ο Στέφανος Μάνος στην παρέμβασή του, αναγνώρισε ότι έχει μεν σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά σημείωσε ότι δεν υπάρχει πλέον περιθώριο για περαιτέρω αυξήσεις φόρων και μειώσεις μισθών. Επισήμανε ότι το βασικό πρόβλημα της χώρας παραμένει η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να προωθήσει βαθειές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να αγγίξει την ιερή αγελάδα του υπερτροφικού δημοσίου τομέα. Στο πλαίσιο αυτό, υπενθύμισε την πραγματική αποστολή της Task Force, που είναι η συνδρομή στην αναδιάρθρωση και τον εξορθολογισμό της δημόσια διοίκησης. Έργο που δυσχεραίνεται από την απροθυμία του πολιτικού συστήματος και των οργανωμένων ομάδων να συνεργασθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Τόνισε δε, ότι αν δεν αλλάξει αυτή η κατάσταση, δεν βλέπει πώς θα πετύχουμε την επιθυμητή βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομίας. Στη συνέχεια, άσκησε κριτική στην τρόϊκα, που απέτυχε να πιέσει προς την κατεύθυνση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Επίσης, ο Στέφανος Μάνος αναφέρθηκε στο κοινωνικό αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η χώρα, εξαιτίας της τεράστιας ανεργίας στον ιδιωτικό τομέα, της κάθετης πτώσης στη βιομηχανική παραγωγή, του υπέρμετρου αριθμού κόκκινων δανείων που θέτουν σε κίνδυνο το τραπεζικό σύστημα και της δραστικής μείωσης της αξίας των ιδιοκτησιών που χρησιμοποιούνται ως εγγυήσεις για τα δάνεια, ιδιοκτησιών μάλιστα που επιβαρύνονται ακόμα περισσότερο από εξωφρενικά φορολογικά βάρη. Αναγνώρισε ότι και στις δύο πλευρές (τρόϊκα-κυβέρνηση) υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ προθέσεων και αποτελεσμάτων και συμπλήρωσε ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει αξιοποιήσει την Task Force ως βασικό εργαλείο αλλαγής, αντί να την χρησιμοποιεί για σεμινάρια και εκπόνηση κειμένων στρατηγικής.
Ο Θόδωρος Σκυλακάκης από την πλευρά του, σημείωσε ότι η Task Force είναι καλοπροαίρετη αλλά μακριά από τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής διοίκησης. Αφού διαπίστωσε ότι βασικά αίτια της κακοδαιμονίας του κράτους είναι «η συνεχιζόμενη υπέρμετρη επιρροή των κομμάτων σ’ αυτό και η μεγάλης έκτασης διαφθορά» εξήγησε με συγκεκριμένα παραδείγματα ότι η Task Force δεν ασχολείται με τα πραγματικά καυτά προβλήματα, όπου η επέμβαση της θα είχε άμεση απόδοση. Χρησιμοποίησε συγκεκριμένα τα παραδείγματα της καταστροφικής για τις επιχειρήσεις και τους ανέργους ασφυξίας χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα, των διορισμών ανώτατων δημοσίων λειτουργών με μη αξιοκρατικά, κομματικά κριτήρια (το περίφημο 4-2-1 που έχει δημόσια παραδεχθεί και ο κ. Βενιζέλος), του ΟΠΑΠ, όπου το μονοπώλιο μεταβιβάστηκε στον ιδιωτικό τομέα χωρίς καμία ενασχόληση κανενός για να σταματήσει το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος που γίνεται με τα ανώνυμα δελτία του και της διαφθοράς στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό.
Απαντώντας στην κριτική, ο επικεφαλής της Task Force Χόρστ Ράϊχενμπαχ δήλωσε ότι: «Ένας αριθμός διαρθρωτικών αλλαγών δεν έχουν ακόμα επιτευχθεί και η τελική κρίση γι’ αυτές θα εξαρτηθεί από το αν σε ένα χρόνο από τώρα θα υπάρχει πραγματική αλλαγή στη δομή και όχι απλώς στην οικονομική κατάσταση».