Η ΓΣΕΕ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ-ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ
Χάνεται το επίδομα γάμου για όσους έχουν εθνική συλλογική σύμβαση
Του ΑΝΤΩΝΗ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ a.vasilopoulos@eleftherotypia.net
ΤΡΙΤΗ 14 και λυπητερή θα είναι για 1.000.000 εργαζομένους, που απασχολούνται σε 50 κλάδους της ιδιωτικής οικονομίας και οι συμβάσεις τους βγαίνουν από το καθεστώς μετενέργειας, με αποτέλεσμα να υποστούν περαιτέρω μειώσεις 20%-35% και στη χειρότερη περίπτωση να πάνε σε ατομικές συμβάσεις με ακόμα χαμηλότερους μισθούς.
Αντίθετα, φαίνεται να σώζονται ακόμα 18 κλάδοι που βγαίνουν από τη μετενέργεια το 2014 και στους οποίους απασχολούνται περί τα 200.000 άτομα.
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις στις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου, προκειμένου να σώσουν ό,τι είναι δυνατόν από τις συλλογικές συμβάσεις.
Θετικές είναι οι εξελίξεις στον ΟΤΕ, καθώς υπήρξε συμφωνία εργαζομένων-διοίκησης ώστε να διατηρηθεί σε ισχύ η τριετής συλλογική σύμβαση που έχει υπογράψει με την Ομοσπονδίας, χωρίς μειώσεις.
Το μεγάλο «αγκάθι» στις συλλογικές διαπραγματεύσεις εργοδοτών και συνδικάτων είναι η κατάργηση της επεκτασιμότητας των συμβάσεων εργασίας (για τα οικονομικά θέματα). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όσοι δεν εκπροσωπούνται στις εργοδοτικές οργανώσεις δεν δεσμεύονται από την κλαδική σύμβαση (αν αυτή υπογραφεί) και μπορούν να διαμορφώσουν τους μισθούς σε όποιο επίπεδο επιθυμούν (αρκεί να μην πέσουν κάτω από την εθνική συλλογική, που κυμαίνεται στα 586 ευρώ).
Ουσιαστικά με τη λήξη της μετενέργειας χάνεται το επίδομα γάμου για όσους αμείβονται με την εθνική συλλογική σύμβαση. Επομένως θα καταβάλλεται ο μισθός, που διαμορφώνεται στα 586 ευρώ (510,95 για τους νέους κάτω των 25), και οι τριετίες που έχουν «παγώσει».
Οι διαπραγματεύσεις
Πάντως, στο κομμάτι των διαπραγματεύσεων της ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές οργανώσεις, που θα συνεχιστούν και αυτή την εβδομάδα, δεν διαφαίνεται λύση ως προς το θέμα της επαναφοράς των κατώτατων μισθών στα επίπεδα του 2010, δηλαδή στα 760 ευρώ, καθώς όλες οι εργοδοτικές οργανώσεις, με εξαίρεση τους εμπόρους, έχουν «ταμπουρωθεί» πίσω από τα προβλεπόμενα στους μνημονιακούς νόμους. Το κομμάτι για το οποίο εκφράζεται κάποια ελπίδα σωτηρίας αφορά το οικογενειακό επίδομα (10%), που είναι θεσμικό μέτρο. Η ΓΣΕΕ επιδιώκει μια συμφωνία-πλαίσιο σε επίπεδο κοινωνικών εταίρων, με στόχο το περιεχόμενο που θα συμφωνηθεί να κατατεθεί σε συνάντηση που θα επιδιώξουν οι εταίροι με τον πρωθυπουργό, από τον οποίο θα ζητήσουν τη νομοθέτησή του.
Ενα τέτοιο πλαίσιο, στο οποίο συμφωνούν μέχρι στιγμής ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ, θα μπορούσε να περιλαμβάνει θέματα όπως:
* Ο καθορισμός του κατώτατου μισθού πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας εργοδοτών και εργαζομένων, στο πλαίσιο του Κοινωνικού Διαλόγου, και να έχει γενική και καθολική ισχύ.
* Επαναφορά της επεκτασιμότητας των συμβάσεων, ώστε να μην πυροδοτηθούν καταστάσεις αθέμιτων πρακτικών και τάσεις αποδιοργάνωσης στις οργανώσεις κοινωνικής εκπροσώπησης του ιδιωτικού τομέα.
* Συμφωνία για μη περαιτέρω μείωση του βασικού μισθού και εξεύρεση σημείων αναφοράς για σταδιακή επαναφορά του κατώτατου μισθού στα προ κρίσης επίπεδα.
Κλαδικές συμβάσεις
Στο «μέτωπο» των κλαδικών συμβάσεων οι περικοπές θα είναι μεγαλύτερες, καθώς μέχρι τώρα καταβάλλονταν περισσότερα επιδόματα. Οι μειώσεις θα κυμαίνονται από 10% έως 35%, ενώ κατά μέσο όρο αναμένεται να διαμορφωθούν στο 20%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΠΕ, την περσινή χρονιά οι μισθοί 261.353 εργαζομένων μειώθηκαν κατά 22,2% με ατομικές συμβάσεις (οι περικοπές κυμαίνονταν από 17,4% έως 28,3%) και οι μισθοί 94.044 εργαζομένων υποχώρησαν κατά 18,8% με επιχειρησιακές συμβάσεις (οι περικοπές ήταν από 5,3% έως και 30,4%).
Ανάλογο είναι το «κλίμα» και τη φετινή χρονιά, καθώς μέσα σε ένα δίμηνο έχουν υπογραφεί 76 επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας. Κατά μέσον όρο οι μειώσεις φτάνουν το 20%, χωρίς να υπολογίζεται το ψαλίδι στους μισθούς τα προηγούμενα χρόνια.
Σημειώνεται πως το πρώτο τρίμηνο του 2014 με βάση το Μνημόνιο θα αξιολογηθεί εκ νέου η διαδικασία του κατώτατου μισθού. Από την πλευρά του το υπουργείο Εργασίας έχει ήδη έτοιμο τον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού από το 2017 και μεταξύ άλλων θα λαμβάνεται υπόψη η πορεία της ανεργίας, της οικονομίας κ.ά.