Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Πλειοδοσία «αντιρατσισμού» και τρικυμία εν κρανίω


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Λυπάμαι, αλλά θα επανέλθω.

Χθες, τόσο ο ΟΟΣΑ με την εξαμηνιαία έκθεσή του, όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος με την Ετήσια Έκθεση για τη Νομισματική πολιτική την οποία κατέθεσε στη Βουλή ο διοικητής της Γ. Προβόπουλος, μας υπενθύμισαν ότι η οικονομία της χώρας μας θα παραμείνει σε ύφεση και το 2014, για έβδομη συνεχή χρονιά, παρά τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις της Κομισιόν – στην οποία, για να λέμε την αλήθεια, δεν μπορούμε να έχουμε μεγάλη εμπιστοσύνη, διότι οι προβλέψεις και οι εκθέσεις της έχουν συνήθως πολιτικό περιεχόμενο και αποσκοπούν στη δικαιολόγηση των ευρωπαϊκών πολιτικών. 

Παράλληλα, χτύπησε και καμπανάκι για τον κίνδυνο να μην καταφέρει η Ελλάδα να βγει στις αγορές με τη λήξη του μνημονίου και να χρειαστεί και νέος έκτακτος δανεισμός – με όλα τα συμπαρομαρτούντα – επειδή το κράτος παραμένει δυσκίνητο (και προφανώς συνεχίζει να δίνει μάχες οπισθοφυλακών, συνεπικουρούμενο από τον άκρατο λαϊκισμό διαφόρων) και αδυνατεί να εφαρμόσει πλήρως τις μεταρρυθμίσεις.

Την ίδια ακριβώς ώρα, συνεχιζόταν ο τραγέλαφος με τον λεγόμενο αντιρατσιστικό νόμο, με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ να συγκεντρώνουν υπογραφές προκειμένου να καταθέσουν από κοινού νέο νόμο για τον ρατσισμό – εκτός αν πρόκειται για τον ίδιο, που απλώς θα κατατεθεί απευθείας.

Και με τον Αλέξη Τσίπρα να αναγγέλλει, μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του, ότι τη Δευτέρα ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταθέσει δικό του, κατάδικό του σχέδιο νόμου (που θα καλύπτει, όπως είπε, τις παλαιότερες ενστάσεις του κόμματος, τις οποίες πάντως δεν σκόπευε να λάβει υπόψη του, αφού δήλωνε ότι θα ψήφιζε και τον νόμο Ρουπακιώτη).

Είναι επομένως σαφές ότι έχουν μπει και πάλι ανάποδα οι πόλοι, καθώς ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος ασχολείται με άλλα από αυτά με τα οποία θα έπρεπε να ασχολείται.

Βέβαια, όλοι μιλούν και για τα υπόλοιπα (θέλω πάντα να είμαι δίκαιη), αλλά χωρίς αμφιβολία κάποια θέματα βγαίνουν επικοινωνιακά πιο «δυνατά» προς τα έξω, με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι αυτά μονοπωλούν το ενδιαφέρον του πολιτικού κόσμου.

Κατά τα λοιπά, ο κ. Τσίπρας ζήτησε… ντιμπέιτ με τον πρωθυπουργό – κάτι που δεν γνωρίζουμε να συμβαίνει εκτός προεκλογικής περιόδου και που δεν γνωρίζουμε σε τι θα πρόσθετε πλην της πόλωσης.

Όπως επίσης δεν γνωρίζουμε τι νόημα θα είχε για τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ κάτι τέτοιο, αφού ακόμη δεν έχει διεξαχθεί το Συνέδριό του, δεν έχουν αυτοδιαλυθεί οι συνιστώσες του και δεν έχει εξελιχθεί σε ενιαίο κόμμα που μπορεί να πείσει ότι είναι σε θέση να κυβερνήσει.

Προφανώς, όμως, κάτι τέτοιο θα εξυπηρετούσε προσωπικά τον κ. Τσίπρα στη μάχη του με τις συνιστώσες - θα χρησιμοποιούσε δηλαδή τον πρωθυπουργό για λόγους που αφορούν καθαρά το εσωτερικό του κόμματός του.

Παράλληλα, ο κ. Τσίπρας ανακοίνωσε και μια «πορεία προς τον λαό» - ένα νέο είδος «ανένδοτου», καθώς και επ’ αυτού ακολουθεί πιστά τον μέντορά του Γ. Παπανδρέου – προκειμένου, όπως είπε, να «σηματοδοτήσει την μεγάλη αντεπίθεση», αλλά και για μια «αδιαμεσολάβητη απευθείας επαφή με τον ελληνικό λαό», αφού έχει κηρύξει ανένδοτο και κατά των μέσων ενημέρωσης, από τα οποία παρελαύνουν αδιαλείπτως όλα τα στελέχη του.

Και ενώ ο κ. Τσίπρας επιθυμεί την απευθείας επικοινωνία με τον λαό, την ίδια ώρα επιζητεί την (τρισκατάρατη) επικοινωνιακή διαμεσολάβηση, όπως αποκαλείται η εκδοτική και δημοσιογραφική παρεμβολή μεταξύ πολιτικών και λαού.

Διότι ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ δεν ζήτησε αποκλειστικά αντιπαράθεση στη Βουλή, αλλά, όπως είπε, αυτή μπορεί να γίνει και στην τηλεόραση «με όποιους δημοσιογράφους θέλετε».

Επομένως, τι θέλει ο κ. Τσίπρας;

«Αδιαμεσολάβητη» επικοινωνία με τον λαό ή επικοινωνιακή διαμεσολάβηση μέσω τηλεοπτικού ντιμπέιτ και με την παρουσία δημοσιογράφων;

Διότι και τα δύο μαζί, δεν γίνονται!

Και επιτέλους, τι περισσότερο θα πει κατά την «πορεία προς τον λαό», που δεν μπορεί να το πει αυτή τη στιγμή;

Αυτό θυμίζει κάπως την (αλήστου μνήμης) παραίνεση Σημίτη το 2004, που ζήτησε από τα στελέχη του να πάνε «πόρτα-πόρτα» για να καταστήσουν γνωστό το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ.

Τελευταία απορία:

Τι θα περιλαμβάνουν οι δύο νέοι «αντιρατσιστικοί» νόμοι που θα κατατεθούν στη Βουλή;

Ερωτώ, διότι περισσότερος χρόνος αφιερώνεται στον τύπο και στη συγκέντρωση υπογραφών και ελάχιστος στην ουσία του ζητήματος.

Θα αυστηροποιούν απλώς τον ποινικό κώδικα;

Ή θα παραμείνουν όλα όσα παραπέμπουν σε διώξεις απόψεων και ιδεών – με κάποιες διορθώσεις για τα μάτια του κόσμου;

Αν ισχύει το πρώτο, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.

Αν ισχύει το δεύτερο, τότε το πρόβλημα παραμένει…

Υ.Γ. Χθες ο κ. Τσίπρας είπε ότι ο αντιρατσιστικός νόμος θα εφαρμοστεί όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναλάβει την διακυβέρνηση του τόπου. Εντάξει, αλλά για ποιον νόμο μιλά; Γι’ αυτόν που θα ψήφιζε αν δεν είχε γίνει η φασαρία ή γι’ αυτόν που θα καταθέσει τη Δευτέρα, επειδή είδε να του παίρνουν την μπουκιά από το στόμα ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ; Αν τώρα πρόκειται για «μπουκιά» ή για πρόσκαιρο αντίδωρο.