Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Στη Δημοκρατία δεν διώκουμε ιδέες, αλλά πράξεις


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Πολιτική είναι η τέχνη του προβλέπειν. Και τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης που έδωσαν (και συνεχίζουν να δίνουν) μάχη προκειμένου να έλθει στη Βουλή ο λεγόμενος αντιρατσιστικός νόμος (Νόμος κατά του Ρατσισμού και… άλλες διατάξεις, έπρεπε να ονομάζεται, ώστε να περιλαμβάνει και τον περιορισμό της ελευθερίας της γνώμης), όφειλαν να προβλέψουν ότι η κοινή γνώμη δεν θα ξεσπούσε σε ξέφρενες εκδηλώσεις χαράς με αυτή τους την εμμονή. 

Όχι πως ο ρατσισμός, ο φασισμός, ο ναζισμός, η βία δεν αποτελούν πολύ σοβαρά ζητήματα – είμαι η τελευταία που θα ισχυριζόταν κάτι τέτοιο, καθώς έχω υποστηρίξει πως τα φαινόμενα αυτά πρέπει να παταχθούν, με την Πολιτεία να εξαντλεί όλη την αυστηρότητά της. 


Αλλά επειδή ο κόσμος λέει το πολύ απλό: Εφαρμόστε τους ήδη υπάρχοντες νόμους και σταματήστε να διαφωνείτε, δίνοντας εικόνα διάλυσης, επί ενός θέματος που μπορείτε να αντιμετωπίσετε με το ήδη υφιστάμενο νομικό οπλοστάσιο. 

Και λέει (ο κόσμος) και το άλλο απλό: Είναι δυνατόν για ένα θέμα που όλοι ξέρουμε πως μια ευνομούμενη Πολιτεία μπορεί να αντιμετωπίσει, να καταναλώνετε τόσο χρόνο και τόση φαιά ουσία, λες και λύθηκαν όλα τα άλλα μας προβλήματα; 

Δεν είναι κακό να παραδεχτεί κανείς το λάθος του – ειδικά όταν αναγνωρίζει πως τέτοιες ρυθμίσεις είναι προβληματικές, καθώς αυτό που θέλουμε να πολεμήσουμε είναι οι πράξεις βίας (για την οποία μεριμνά ο ποινικός κώδικας) και όχι οι ιδέες, όσο αποκρουστικές και αν είναι αυτές. 

Και όμως. Η στρατηγική του λάθους (για λόγους που περισσότερο σχετίζονται με μάταιες απόπειρες για επικοινωνιακές συσπειρώσεις) συνεχίζεται. 

ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ ανακοίνωσαν πως θα αναλάβουν κοινή νομοθετική πρωτοβουλία για να φέρουν σχετική πρόταση νόμου στη Βουλή. 

Ήδη, αυτή η υπόθεση έχει αποτελέσει την ωραία αφορμή για την Χρυσή Αυγή για να θριαμβολογεί. 

Σύμφωνα με ανακοίνωσή της, «η ραγδαία άνοδος της Χρυσής Αυγής οδηγεί σε διάλυση την συγκυβέρνηση της υποταγής», ενώ «το εθνικιστικό ποτάμι της Χρυσής Αυγής δε σταματά ούτε με αντισυνταγματικούς νόμους, ούτε με τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα του Σαμαρά». 

Έστω και τώρα, υπάρχει ανάγκη να αντιληφθούν πως από αυτή την υπόθεση η μόνη κερδισμένη είναι η Χρυσή Αυγή, που τρίβει τα χέρια της βλέποντας τους κυβερνητικούς εταίρους να διαφωνούν σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να την αντιμετωπίσουν. 

Φυσικά, δηλώνουν όλοι πως πρόκειται για ένα «ιδεολογικό» (ακριβώς αυτό λέμε και όσοι διαφωνούμε) θέμα, που δεν μπορεί να απειλήσει την κυβερνητική συνοχή – γεγονός που στενοχωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου η συνοχή δεν απειλείται, διότι απλά δεν υπάρχει. 

Η βλάβη που προκαλείται, όμως, σε ένα θέμα που υποτίθεται ότι θέλουν να θεραπεύσουν, είναι ανυπολόγιστη. 

Διότι δίνουν την ευκαιρία στην Χρυσή Αυγή να εμφανίζεται διωκόμενη για τις (ανύπαρκτες) ιδέες της και όχι για τη βία. 

Δηλαδή, δίνουν την ευκαιρία στη Χρυσή Αυγή να… μάχεται για «ιδέες», με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται να απολογηθεί για πράξεις (βίας). 

Ηθικό δίδαγμα: Όταν έχουμε ένα πρόβλημα, προσπαθούμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα και δεν δημιουργούμε άλλο, παριστάνοντας πως αυτό (το… άλλο) πρέπει να λύσουμε…