Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Για ποιον συνδικαλισμό μιλάμε, κύριοι της συγκυβέρνησης;


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Αυτή η συζήτηση περί ενδεχόμενης αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν, παραπέμπουν περισσότερο σε υπεράσπιση συνδικαλιστικών θώκων, παρά σε υπεράσπιση συνδικαλιστικών ή εργασιακών δικαιωμάτων.

Όλοι συμφωνούν – ακόμη και κάποιοι εκ των διαφωνούντων – πως ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησε και λειτουργεί το συνδικαλιστικό κίνημα, ουδέποτε έλυσε κάποιο πρόβλημα ή επέφερε κάποια βελτίωση στις εργασιακές σχέσεις ή έκανε καλύτερη τη ζωή των εργαζομένων.

Όλοι συμφωνούν πως ο προκλητικός και ασύδοτος τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρθηκαν και συμπεριφέρονται οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων (παχυλοί μισθοί, κρατικοδίαιτος συνδικαλισμός στην ασφάλεια του Δημοσίου, άεργοι και επαγγελματίες συνδικαλιστές, μόνιμες συνδικαλιστικές άδειες, σκανδαλώδεις επιδοτήσεις και δάνεια προς σωματεία και άλλες ασωτίες), περισσότερο έβλαψε παρά βοήθησε τους εκπροσωπούμενους εργαζομένους.

Όλοι συμφωνούν πως ο συνδικαλισμός στον ιδιωτικό τομέα παρέμεινε ανύπαρκτος – στο 15% η συμμετοχή, σε αντίθεση με τον δημόσιο τομέα που ξεπερνά το 90%.

Όλοι συμφωνούν πως  μ’ αυτά και μ’ αυτά, οι εργαζόμενοι έχουν δια παντός απομακρυνθεί από τον συνδικαλισμό, ενώ ο βαθμός εμπιστοσύνης σ’ αυτόν έχει πιάσει πάτο.

Όλοι συμφωνούν πως η πολυδιάσπαση των συνδικάτων, τα χιλιάδες πρωτοβάθμια σωματεία (σχεδόν 4.000), οι εκατοντάδες δευτεροβάθμιες οργανώσεις (σχεδόν 200), οφείλεται στο γεγονός πως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις γεννήθηκαν προκειμένου να εξασφαλίζονται προνόμια για περισσότερους.

Όλοι συμφωνούν πως μ’ αυτά και μ’ αυτά ο βαθμός ικανοποίησης από την δράση των συνδικάτων βρίσκεται μόνιμα στο ναδίρ, με το συνδικαλιστικό κίνημα να κινείται συνεχώς στη σφαίρα της απαξίωσης και της αναξιοπιστίας.

Πρόκειται άλλωστε για στοιχεία που προκύπτουν από τις έρευνες του ίδιου του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.

Επίσης, όλοι γνωρίζουν πως η συμμετοχή - συνδιοίκηση των συνδικαλιστών στα διοικητικά συμβούλια των ΔΕΚΟ και των ασφαλιστικών ταμείων, ουδέποτε εμπόδισε ολέθριες επιλογές, που οδήγησαν στην υπερχρέωση ή στην αγορά των δομημένων ομολόγων – θυμίζω ότι οι σχετικές αποφάσεις ελήφθησαν ομόφωνα και ενώ ήσαν περισσότεροι οι αιρετοί των διορισμένων, αλλά μετά όλοι δικαιολογήθηκαν πως δεν σκάμπαζαν από τέτοια σύνθετα προϊόντα, αλλά… δεν πήγαν σπίτι τους. 

Αλλά όταν ξεκινά μια συζήτηση, ορμούν όλοι μαζί προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε.

Ο ρεαλισμός και ο μαξιμαλισμός

Όλοι γνωρίζουν πως υπάρχουν δύο τρόποι να ασκήσεις συνδικαλισμό – ο ρεαλιστικός και ο μαξιμαλιστικός.

Στην πρώτη περίπτωση, επιτυχία είναι να μην καταφεύγεις σε απεργία, αλλά με την απειλή της να επιτυγχάνεις οφέλη για τον κλάδο σου.

Ζητάς δέκα, παίρνεις τα τέσσερα και προχωράς για την επόμενη διεκδίκηση.

Στη δεύτερη περίπτωση, θέτεις θέματα που γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν, επιδιώκοντας τη σύγκρουση. 

Για παράδειγμα: Ενώ οι ναυτεργάτες έχουν μια σειρά δίκαια αιτήματα, στα οποία η Πολιτεία οφείλει να παρεμβαίνει (όπως η καταβολή των δεδουλευμένων), πλάι σ’ αυτά κόλλησε ο μαξιμαλισμός.

Την ώρα που η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο παρενέβαιναν για την καταβολή των δεδουλευμένων και την υπογραφή συλλογικής σύμβασης (μετά από διαπραγματεύσεις με την τρόικα δεν άλλαξε το θεσμικό πλαίσιο για τους ναυτεργάτες), την ώρα που ελάμβαναν διαβεβαιώσεις ότι ο ΓΕΝΕ δεν θα συγχωνευθεί με τον ΟΑΕΔ, οι υπηρεσίες υγείας θα συνεχίσουν να παρέχονται από τον Οίκο Ναύτου, παρά την ένταξή του στον ΕΟΠΥΥ με ρητή πρόβλεψη στον νόμο και ότι η διάταξη περί ατομικών συμβάσεων θα επαναδιατυπωθεί ώστε να προκύπτει σαφώς ότι δεν θα αφορά τα πλοία της ακτοπλοΐας, η ΠΝΟ συνέχιζε την απεργία και τον αποκλεισμό των λιμανιών με αιτήματα του τύπου:

«Άμεση ανάκληση του νομοσχεδίου» - είναι αυτό συγκεκριμένο αίτημα, όταν μάλιστα αυτό δεν έχει καν φθάσει στη Βουλή για να υπάρξει η δυνατότητα διορθώσεων;

«Επαναφορά των εργασιακών και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων στο προ των μνημονίων και των σχετικών εφαρμοστικών νόμων καθεστώς» - υπάρχει Έλληνας που μπορεί να βρει ρεαλιστικό αυτό το αίτημα ή μήπως υπάρχει κανείς που δεν το επιθυμεί ή μήπως μπορεί κάτι τέτοιο να ισχύσει μόνο για μια κατηγορία εργαζομένων;

«Μηδενική φορολόγηση» - υπάρχει (υπερφορολογημένος) Έλληνας που θεωρεί πως μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο μόνο για τους ναυτεργάτες, που ούτως ή άλλως, λόγω των ειδικών συνθηκών, φορολογούνται με χαμηλότερους συντελεστές;

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ήλθε η επιστράτευση.

Όπως συνέβη και με τους εργαζόμενους στο Μετρό και στα άλλα μέσα μεταφοράς, που ζητούσαν εξαίρεσή τους από το ενιαίο μισθολόγιο – ενώ αυτό ίσχυσε για όλους τους άλλους.

Ποιος κερδίζει στην επιστράτευση; 

Η επιστράτευση δεν είναι νίκη κανενός.

Είναι, όμως, ήττα του συνδικαλιστικού κινήματος. 

Και κάθε φορά που το συνδικαλιστικό κίνημα ηττάται, ουσιαστικά ηττάται ο κόσμος της εργασίας.

Η άλλη επιλογή είναι να ηττηθεί πλήρως η οικονομία της χώρας.

Θυμηθείτε τι έγινε με τον ΟΛΠ και την COSCO. 

Απεργίες επί απεργιών,  αποχή από υπερωριακή εργασία με το λιμάνι να υπολειτουργεί, τεράστιες απώλειες εσόδων – μόνο το Δημόσιο έχανε 3 εκ ευρώ για κάθε ημέρα απεργίας, για να μην μιλήσουμε για τη βλάβη στους ιδιώτες.

Και ύστερα (φυσικά) ήλθε το Μνημόνιο…

Αυτή τη στιγμή, η χώρα – δημοσιοϋπαλληλική και αποβιομηχανισμένη – δεν μπορεί να περιμένει ζεστό χρήμα από πουθενά αλλού εκτός από τον τουρισμό – και από το ΕΣΠΑ αν αποφασίσουν να κουνηθούν οι αρμόδιοι.

Όλα τα άλλα είναι σχέδια για το μέλλον.

Ήδη, τα 16 περσινά εκατομμύρια των κρατήσεων έχουν γίνει 17 και μέχρι το καλοκαίρι μπορούμε να φτάσουμε και στα 20.

Κάθε ένα επιπλέον εκατομμύριο τουριστών σημαίνει ένα επιπλέον δις ευρώ στην Οικονομία μας.

Ποιος θέλει να το διακινδυνεύσει;

Ποιος έχει δικαίωμα να το εμποδίσει;

Είναι δυνατόν να στέλνουμε έξω το μήνυμα πως ο τουρίστας δεν θα βρει μετρό για να φθάσει από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο του ή στην Ακρόπολη;

Είναι δυνατόν να στέλνουμε το μήνυμα ότι δεν θα βρουν καράβι στον Πειραιά για να πάνε στα νησιά και να ξοδέψουν τα ωραία τους λεφτά;

Δεν ζούμε σε έκτακτες συνθήκες;

Δεν είναι έκτακτη συνθήκη ο λιμός που έχει πλήξει τη χώρα, όταν πληθαίνουν τα συσσίτια;

Από πού θα βγουν τα χρήματα για να πληρώνονται οι μαξιμαλιστές του συνδικαλισμού και οι συνάδελφοί τους;

Θα τα κόβουμε από τον τοίχο;

Και επιτέλους, αυτοί που ερμηνεύουν το σχετικό άρθρο του Συντάγματος, περίπου λέγοντάς μας πως πρώτα πρέπει να πέσουμε νεκροί και μετά να εφαρμοστεί, δεν αφήνουν καλύτερα κατά μέρος την υποκρισία;

Τώρα τους πήρε όλους ο πόνος για τον συνδικαλισμό;

Ο νομπελίστας Μίλτον Φρίντμαν είχε υποστηρίξει πως όλες οι απειλές εκπορεύονται από την υπερβολική δράση του κράτους και από άτομα που εκμεταλλεύονται τη συγκεντρωμένη εξουσία του κράτους για να εξασφαλίζουν  ειδικά προνόμια και μονοπώλια. 

Μήπως αυτοί είναι χειρότεροι συνδικαλιστές;

Το 2007, πρόεδρος του μεγαλύτερου ευρωπαϊκού συνδικάτου, του γερμανικού IG Metall, με 2,3 εκ μέλη, είναι ο Μπέρτολντ Χούμπερ, ο επιλεγόμενος και «φιλόσοφος», επειδή έχει σπουδάσει Ιστορία, Φιλοσοφία και Πολιτικές Επιστήμες. 

Τον Απρίλιο του 2009, ο Χούμπερ, αν και Σοσιαλδημοκράτης, αν και είχε εκλεγεί με… σταλινικό ποσοστό της τάξης του 92,6%, έλαβε μέρος στη διάσκεψη κορυφής που συγκάλεσε η Μέρκελ. Και της έδωσε χείρα βοηθείας. Δεν δίστασε να πει ξεκάθαρα – και χωρίς να φοβάται μήπως του τραβήξει το αυτί το κόμμα του: «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την εξαφάνιση του βιομηχανικού πυρήνα της Γερμανίας. Δεν θα αφήσουμε τη Γερμανία να χρεοκοπήσει, αλλά πρέπει να ζητήσουν συγγνώμη οι υπεύθυνοι».

Ως συνέπεια αυτής της στρατηγικής, τον Φεβρουάριο του 2010, για πρώτη φορά το συνδικάτο των εργατών μετάλλου, όπου επικεφαλής είναι ο Χούμπερ, κατέβηκε στις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες χωρίς να έχει αξιώσεις για αυξήσεις μισθών. Αυτό που ζήτησαν από τους εργοδότες και την κυβέρνηση, ήταν η εξασφάλιση των θέσεων εργασίας. 

Ένας άλλος Γερμανός συνδικαλιστής, ο Ρον Γκετελφίνγκερ, Πρόεδρος της Ένωσης Εργατών Αυτοκινητοβιομηχανίας, δέχθηκε μέσα στην κρίση να μπει στο Δ.Σ. της Κράισλερ, για να δώσει την μάχη για την διάσωση θέσεων εργασίας. 

Ένας άλλος κορυφαίος συνδικαλιστής, ο  Μιχάλης Βασιλειάδης, γιος Ελλήνων μεταναστών, όταν εξελέγη, τον Οκτώβριο του 2009, στην ηγεσία του τρίτου μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας, του IG-BCE, συνδικαλιστικού οργάνου των εργαζομένων στους τομείς των κατασκευών, της χημικής βιομηχανίας και της ενέργειας, έγινε δεκτός από τον γερμανικό Τύπο με τίτλους όπως «Συνδικαλιστής απαλλαγμένος από ιδεολογία».

Το σωματείο του παραδοσιακά επιζητεί συνεννόηση με τους εργοδότες, η τελευταία απεργία που κήρυξε ήταν το 1992  και ο ίδιος δεν κουράζεται να λέει πως φιλοδοξία του είναι να αποφεύγει τις απεργίες. Ο Βασιλειάδης είναι μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από το 1982, αλλά στην πρώτη του συνέντευξη δεν δίστασε να πλέξει το εγκώμιο της Μέρκελ, δηλώνοντας πως «μια προσέγγιση απαλλαγμένη από ιδεοληψίες θα φέρει θετικά αποτελέσματα».

Στην Ιταλία, πάλι, οι συνδικαλιστές της Αλιτάλια είχαν έλθει σε συνεννόηση με την κυβέρνηση, για να σωθεί η εταιρία – και δεν έλαβαν μέρος σε «χρυσές συμφωνίες», όπως αυτές της Ολυμπιακής.

Συγγνώμη, αλλά δεν μπορώ να δεχθώ πως όλοι αυτοί είναι κακοί συνδικαλιστές και μόνο στην Ελλάδα ξέρουμε από συνδικαλισμό.

Όσοι δε – πολιτικοί και κόμματα – παριστάνουν τους υπερασπιστές των συνδικαλιστών και του συνδικαλισμού, οφείλουν να σταματήσουν αμέσως τις πελατειακές τους κορώνες.

Διαφορετικά, ας μην επαναλαμβάνουν πως σώζουν τη χώρα, ενώ προσπαθούν να σώσουν τους εαυτούς τους.

Διότι γνωρίζουν καλά πως για να σωθεί η χώρα, πρέπει να σωθεί η Οικονομία της.

Και πως για να σταματήσει η αιμορραγία των λαϊκών εισοδημάτων, πρέπει η χώρα να αποκτήσει έσοδα…