Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Η επιδίωξη της ανανδρίας μέσα στο κοινοβούλιο


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Ήταν βέβαιο ότι εκεί θα καταλήγαμε.

Αυτό που όλοι οι Έλληνες – οργισμένοι, απογοητευμένοι, σαστισμένοι – παρακολούθησαν χθες σε απευθείας μετάδοση από τη Βουλή είναι απλώς το ακραίο επιστέγασμα μιας καθημερινής κατάστασης, που όλοι κάνουν ότι δεν βλέπουν.

Βάζουν όλοι – συμπεριλαμβανομένων και κάποιων μέσων ενημέρωσης που έχουν μετατρέψει σε παραθυράτους αστέρες και εκθειάζουν ό,τι πιο αλλοπρόσαλλο υπάρχει και κινείται στα πέριξ – το κεφάλι μέσα στην άμμο σαν τη στρουθοκάμηλο.

Καιρό τώρα, επισημαίνουμε ότι μέσα στο κοινοβούλιο επικρατεί ο απόλυτος παραλογισμός και η επιτομή της στρεψοδικίας.

Διαφωνούν επειδή έτσι πρέπει.

Διαφωνούν μεταξύ τους, μέσα στα ίδια τους τα κόμματα.

Διαφωνούν ακόμη και με τον εαυτό τους.

Πετιούνται από το ένα θέμα στο άλλο, χωρίς καμιά συγκρότηση, χωρίς καμιά αυτοσυγκράτηση,  πέραν πάσης λογικής.

Συμπεριφέρονται αγνοώντας τους στοιχειώδεις κανόνες συμπεριφοράς, λογικής, σεβασμού στους νόμους και στο Σύνταγμα.

Μέσα στο ίδιο κόμμα είναι δυνατόν άλλα να λέει ο αρχηγός και άλλα να υποστηρίζει μετά από λίγο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος. 

Στέλνουν εκπρόσωπό τους στη Διάσκεψη των προέδρων και λίγο αργότερα, μέσα στην αίθουσα, αμφισβητούν τη γνώμη του, που υποτίθεται ότι απηχεί την άποψη του κόμματός τους και δεσμεύει όλο το κόμμα.

Συμμαχούν με το διάβολο, μετά τον καταγγέλλουν (τον διάβολο), εκστομίζουν τις πιο απίθανες προτάσεις και θέσεις – αρκεί να ακούνε τη φωνή τους.

Η χώρα έχει χρεοκοπήσει και κάποιοι παίζουν θέατρο και επικίνδυνα παιχνίδια πάνω στην πλάτη της.

Δεν υπάρχει περίπτωση να τεθεί οποιοδήποτε θέμα – και το πιο απλό – και να μην παίξει ο καθένας το βιολί του.

Υποτίθεται ότι χθες η Ολομέλεια της Βουλής συνήλθε προκειμένου να συζητήσει τρεις διαφορετικές προτάσεις σχετικά με το ποιος θα παραπεμφθεί και ποιος όχι στην προκαταρκτική επιτροπή για την υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ.

Και από την αρχή ξεκίνησε μια ανόητη και μακρόσυρτη διαδικασία επί της… διαδικασίας, όπου ακούστηκαν τα πιο απίθανα πράγματα.

Και άρχισε το πανηγύρι – πόσες κάλπες να στηθούν, πόσα ψηφοδέλτια, αν έπρεπε όλοι να προσέλθουν σε όλες τις κάλπες.

Δηλαδή, έπρεπε να ξανασυζητηθούν τα αυτονόητα.

Δηλαδή, η καλή μέρα από το πρωί φάνηκε.

Διότι μετά, η συζήτηση αναλώθηκε επί της διαδικασίας και όχι επί της ουσίας. 

Φυσικά, είχε προηγηθεί η γνωστή κολοκυθιά: Και γιατί να είναι μόνο ο Παπακωνσταντίνου, να είναι και ο Βενιζέλος. Και γιατί να είναι μόνο αυτοί, να είναι και ο Παπανδρέου. Και γιατί να είναι μόνο αυτοί, να είναι και ο Παπαδήμος.

Είναι να απορεί κανείς πώς τους ξέφυγε ο… Πικραμένος.

Είχαν μπροστά τους συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα – νόθευση εγγράφου – και συζητούσαν για όλα τα πολιτικά αδικήματα που έχουν συντελεστεί σ’ αυτή τη χώρα μετά το 1821.

Οπότε, φτάσαμε να συζητούμε αν οι βουλευτές θα παρελάσουν υποχρεωτικά (με το ζόρι, σιδηροδέσμιοι) από όλες τις κάλπες!

Συγγνώμη, αλλά αν κάποιος ήθελε να ψηφίσει για την πρόταση άλλου, γιατί έβαλε την υπογραφή του σε δική του πρόταση;

Δημιουργήθηκε και ένα ψευδεπίγραφο θέμα περί παραβίασης της μυστικότητας της ψηφοφορίας – στο οποίο προσχώρησαν με ευκολία αρκετοί, μη αντιλαμβανόμενοι ότι πέφτουν σε παγίδα – και… ήρθε κι’ έδεσε!

Και όμως, τα θέματα ήσαν τόσο απλά, που δικαίως ο κόσμος διερωτάται αν μπορεί να ελπίζει σε φυγή προς τη σωτηρία ή να παραιτηθούν πάσης ελπίδας ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι.

Ιδού πώς κατά τη γνώμη μου έχει το θέμα, που έγινε η πηγή της χθεσινής γελοιοποίησης:

Οι διάφορες προτάσεις φέρουν υπογραφές συγκεκριμένων βουλευτών.

Για ποιο λόγο κάποιος που έχει υπογράψει τη δική του πρόταση, με το δικό του σκεπτικό και τη δική του επιχειρηματολογία να θελήσει να υπερψηφίσει και μια άλλη πρόταση με την οποία αν συμφωνούσε θα την είχε επίσης προσυπογράψει;

Αφού οι προτάσεις περιλαμβάνουν διαφορετικά αδικήματα!

Τι θα γινόταν δηλαδή; Θα είχε κάποιος υπογράψει στα φανερά μια πρόταση και θα πήγαινε στα κρυφά και στα μουλωχτά να ψηφίσει άλλη;

Τέτοια ανανδρία;

Όταν οι υπογραφές είναι φανερές, τι νόημα έχει η μυστικότητα της ψηφοφορίας, λοιπόν, αν όχι την επιδίωξη της ανανδρίας;

Επίσης, η μυστικότητα προστατεύει το δικαίωμα του ψηφοφόρου να διαφυλάξει τη μυστικότητα της ψήφου του.

Αν ο ίδιος θέλει να πει τι ψήφισε, δεν τον εμποδίζει κανείς. 

Διαφορετικά ούτε κόμματα θα υπήρχαν, ούτε αυτά τα κόμματα θα είχαν επισήμως εγγεγραμμένα μέλη. 

Έλεγαν αυτοί που σκόπιμα θέλουν να προκαλέσουν σύγχυση και στο κοινοβούλιο και στη χώρα:

Πρέπει να πας και στις άλλες κάλπες και αν θέλεις καταψηφίζεις ή ρίχνεις λευκό.

Γιατί; (Ρωτούσε κάποιος που συνέχιζε να διατηρεί σώας τα φρένας).

Μα για να μην ξέρουμε τι ψήφισες, απαντούσαν.

Μα αφού σου το λέω, σου λέω τι ψηφίζω, επέμενε εκείνος. Γιατί να παίξω το θέατρο της παρέλασης;

Γιατί έτσι, απαντούσαν!

Πραγματικά εντελώς καινοφανής και ολοκληρωτική η άποψη ότι είναι δυνατόν να υποχρεωθεί κάποιος να ψηφίσει σε μια κάλπη όταν δεν το επιθυμεί.

Συμπέρασμα: Και η χτεσινή οπερέτα είχε πολιτική στόχευση: Την επιδίωξη της ανανδρίας!