Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Die Welt: Οι “σοφοί” της οικονομίας περιμένουν νέο “κούρεμα”


Angela-Merkel-cartoonΣημερινό δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας προβάλλει αυτό τον τίτλο, σταχυολογώντας απόψεις οικονομικών αναλυτών που συντάσσονται με την άποψη ότι η νέα διαγραφή απαιτήσεων των πιστωτών της Ελλάδας είναι αναπόφευκτη.
Παράλληλα, εκτιμά και το μέγεθος της ζημίας που θα προκληθεί στον γερμανικό προϋπολογισμό από ένα πιθανό επερχόμενο «κούρεμα».
Η Welt, ανάμεσα σε πρωτότυπες αναφορές, επαναλαμβάνει τις γνωστές εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας με την κόντρα μεταξύ Christine Lagarde και Jean-Claude Juncker κατά τη Σύνοδο του περασμένου Eurogroup και την επιμονή της πρώτης, ότι στην ασθενούσα Ελλάδα δεν αρκεί μόνο η χορήγηση νέων δανείων, αλλά απαιτείται και διαγραφή χρέους εκ μέρους των κρατών της ευρωζώνης.
Την άποψη της Lagarde μοιράζονται και Γερμανοί οικονομολόγοι, όπως ο Clemens Fuest, την γνώμη του οποίου ότι «το ζήτημα δεν είναι πια το εάν, αλλά το πότε θα γίνει αυτό το βήμα», σας έχουν ήδη μεταφέρει τα “Υστερόγραφα”. Της ίδιας ακριβώς γνώμης είναι και ο Peter Bofinger, «σοφός» της γερμανικής οικονομίας, ο οποίος δεν βλέπει καμία άλλη εναλλακτική λύση: «Χωρίς ένα τέτοιο κούρεμα, η χώρα δεν θα σταθεί ποτέ ξανά στα πόδια της», λέει. Το ίδιο και ο Dennis Snower, Πρόεδρος του Ινστιτούτου του Κίελου για την Παγκόσμια Οικονομία, ο οποίος διατείνεται ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να αποπληρώσει τα δάνειά της. Αν η Ευρώπη επιμείνει παρόλα αυτά, η χώρα θα περιπέσει ακόμα βαθύτερα στην ύφεση και τη μιζέρια».
Μεγάλο βάρος δίνεται από τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης εξάλλου, και στις δηλώσεις του Γερμανού Επιτρόπου στην Ε.Ε., Günther Oettinger, ο οποίος θεωρεί αδύνατο να γλιτώσει η χώρα του αυτή την εξέλιξη.
Το δημοσίευμα της Welt αναφέρεται επιπλέον, σε πληροφορίες της εφημερίδας που θα δημοσιευθούν στο αυριανό της φύλλο και αφορούν στο μείγμα μέτρων που θα ανακοινωθούν από το Eurogroup προς (προσωρινή) αποφυγή του «κουρέματος»: Περαιτέρω μείωση των επιτοκίων από τις 150 στις 50 μονάδες βάσης για τα δάνεια που χορηγούνται στην χώρα μας, δηλ. στην ουσία άτοκα δάνεια, πιθανή ολική διαγραφή των απαιτήσεων ιδιωτών πιστωτών, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στο πρώτο «κούρεμα», επιστροφή των λογιστικών κερδών της ΕΚΤ μέσω των Κεντρικών Τραπεζών των κρατών – μελών. Η εφημερίδα, αλλά και πάνω απ’ όλα το ΔΝΤ, εκτιμούν όμως, ότι όλα αυτά τα μέτρα δεν αρκούν για να ρίξουν το ελληνικό χρέος στο 120% ως το 2020.
Παρά όμως την καθολικά, σχεδόν, αντίθετη άποψη των ειδικών, ουδείς στις Βρυξέλλες, και πάνω από όλους και όλα ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών, Wolfgang Schäuble, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να υποχωρήσουν.
Η στάση αυτή εδράζεται περισσότερο σε πολιτικό οπορτουνισμό παρά στα απτά οικονομικά δεδομένα, όπως προκύπτει από την ανάλυση διαπρεπών οικονομολόγων.
Η Γερμανία έχει δανείσει ως τώρα στην Ελλάδα 15,7 δισ. ευρώ με το πρώτο χρηματοδοτικό πακέτο και 34,5 δισ. ευρώ με εγγυήσεις της στον μηχανισμό EFSF, ως συμμετοχή στο δεύτερο. Παρότι ένα δεύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους θα ήταν ακριβό για τους Γερμανούς, ειδικά αν το ύψος του έφθανε το 50%, οι ζημίες αυτές και πάλι θα ισοσκελίζονταν από τα κέρδη που αποκομίζει η χώρα μέσω του χαμηλότερου επιτοκίου, με το οποίο δανείζεται από τις αγορές μετά την κρίση.
Όπως μάλιστα κρίνει ο Γερμανός «σοφός»  Bofinger, που δεν παραβλέπει το προαναφερθέν κέρδος της χώρας του: «Ένα κούρεμα της Ελλάδας της τάξης του 50% θα βρισκόταν στην ίδια κλίμακα, που εξοικονομεί η Γερμανία κάθε έτος μέσω των χαμηλότερων επιτοκίων … αν συνυπολογίσει κανείς το γεγονός, ότι η Ελλάδα, σε αντίθετη περίπτωση, θα εξαρτάται για πολλά χρόνια από το ευρωπαϊκό «δοχείο», ένα κούρεμα αποτελεί σίγουρα το μικρότερο κακό».
Ακόμα, η Welt κάνει λόγο και στις ζημίες που θα προκαλέσει ένα δεύτερο «κούρεμα» στις δοκιμαζόμενες οικονομίες των ήδη σε κρίση ευρισκομένων κρατών, όπως της Ιταλίας και της Ισπανίας. Αυτές, ιδιαίτερα στην δύσκολη περίοδο που βιώνουν, θα είναι ιδιαίτερα σημαντικές και αποτελούν επιπρόσθετο ανασταλτικό παράγοντα μιας νέας διαγραφής χρέους.
Τέλος, το δημοσίευμα καταλήγει με το συμπέρασμα του υπέρμαχου του «κουρέματος», Clemens Fuest, ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υφίστανται «οικονομικά σίγουρες απαντήσεις, κάτι που καθιστά τις πολιτικές αποφάσεις ακόμα δυσχερέστερες».