Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

Δήλωση του Ευρωβουλευτή Κ. Πουπάκη – Μέλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων



 Τριτοκοσμικές οι απαιτήσεις της Τρόικα για την ισοπέδωση των εναπομεινάντων εργασιακών δικαιωμάτων στον Ιδιωτικό Τομέα


Οι απαιτήσεις της Τρόικα που συμπεριλαμβάνονται στο συγκεκριμένο email και τις οποίες συζητούσε μέχρι χθες το αρμόδιο Υπουργείο -ευτυχώς με παρέμβαση του ίδιου του Πρωθυπουργού το θέμα προς το παρόν «πάγωσε»- αφορούν ρυθμίσεις που δεν υπάρχουν σε κανένα ευρωπαϊκό κράτος, μια και επικαλούμαστε ευρωπαϊκές πολιτικές.
Είναι ρυθμίσεις αντίθετες με κάθε έννοια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Μοντέλου και τις συναντάμε μόνο σε τριτοκοσμικές αφρικάνικες χώρες ή και σε κάποιες άλλες που έχουν, ήδη, μετατραπεί σε Ειδικές Οικονομικές Ζώνες με μισθούς πείνας και τις γνωστές τραγικές επιπτώσεις της ακραίας φτώχειας, της εξαθλίωσης του πληθυσμού, της παιδικής εργασίας και εκμετάλλευσης. Αυτήν την Ελλάδα θέλουμε;

Συζητάνε, λίγο–πολύ, να νομοθετηθούν οι πιο ακραίοι εργοδοτικοί παραλογισμοί «νομιμοποιώντας» και «μονιμοποιώντας» αυθαίρετες απαιτήσεις για κατάργηση των αποζημιώσεων, συμβάσεις «α λα καρτ» μιας ώρας ή δουλειά ακόμη και 13 ώρες την ημέρα με εργαζόμενους «λάστιχο» χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση και καταβολή υπερωρίας, με «εργαλείο» το εκβιαστικό φόβητρο της απόλυσης σε περίπτωση άρνησης. Αλήθεια έχουμε αναρωτηθεί τί εργασιακό περιβάλλον τελικά θα παραδώσουμε στα παιδιά μας;

Βεβαίως να διευκολυνθεί η επιχειρηματικότητα, αφού χωρίς επιχειρήσεις δεν υπάρχουν και εργαζόμενοι. Βεβαίως να δοθούν δυνατότητες ευελιξίας στις επιχειρήσεις προκειμένου να επιβιώσουν και να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας, αλλά όλα αυτά δεν μπορεί να γίνουν χωρίς μια στοιχειώδη ασφάλεια των εργαζομένων, που βλέπουν τα κοινωνικά τους δικαιώματα να συρρικνώνονται ή και να εκμηδενίζονται. Δεν είδαμε πουθενά μέχρι σήμερα κανένα θετικό αποτέλεσμα από την ασύδοτη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων πέρα από τη δημιουργία της «γενιάς των 245€», την αύξηση της ανεργίας και του φαινομένου των «φτωχών εργαζομένων», για το οποίο η χώρα μας κατέχει άλλη μια θλιβερή διάκριση. Πρόκειται ξεκάθαρα, δηλαδή, για νέες απαιτήσεις τιμωρητικού και όχι ουσιαστικού χαρακτήρα.

Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να νομίζουμε ότι θα «σωθούμε» αποκλειστικά από τους επιχειρηματίες. Μην ξεχνάμε ότι κάποιοι όταν εξασφάλισαν δάνεια και επιδοτήσεις προτίμησαν τα φθηνά «εργατικά χέρια» της Ανατολικής Ευρώπης βυθίζοντας ολόκληρους νομούς της χώρας στη μακροχρόνια ανεργία. Μην ξεχνάμε ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που συστηματικά φοροδιαφεύγουν πλουτίζοντας σε βάρος των μισθωτών και των συνταξιούχων, που είναι επί δεκαετίες «μόνιμοι» και «νόμιμοι» χρηματοδότες του Κρατικού Προϋπολογισμού. Και μια και μιλάμε για τη «μάστιγα» της φοροδιαφυγής και φοροκλοπής, αν θέλουμε να καλύψουμε τα τυχόν κενά των 11.5 δις €, ας βάλουμε όλους τους Έλληνες μέσα σε ένα μήνα να καταθέσουν «πόθεν έσχες» των περιουσιακών τους στοιχείων, ώστε να δούμε όλοι τον τρόπο απόκτησής τους. Λύσεις υπάρχουν, αρκεί να υπάρχει βούληση. Υπάρχει;;;

Όσοι σήμερα με περισσή ευκολία «ποινικοποιούν» κάθε ίχνος κοινωνικής προστασίας οφείλουν επιτέλους να καταλάβουν ότι:
Είναι κεκτημένο και ευρωπαϊκά κατοχυρωμένο δικαίωμα του εργαζομένου να γνωρίζει πως έχει ένα ωράριο εργασίας.
Είναι δικαίωμα του ασφαλισμένου να έχει γιατρό, φάρμακα και νοσοκομείο με πλήρη εξοπλισμό. Έχει πληρώσει αρκετά και είναι δικαίωμά του να τα απαιτεί.
Είναι δικαίωμα του συνταξιούχου να απολαμβάνει μια σύνταξη αξιοπρεπούς διαβίωσης και όχι αυτή να «πετσοκόβεται» διαρκώς πλησιάζοντας την κατώτερη σύνταξη –αυτή του ΙΚΑ με τα 4.500 ένσημα- όταν ο ίδιος έχει καταβάλλει εισφορές για 10 και 11.000 ένσημα. Έχω ειλικρινά την περιέργεια να πληροφορηθώ ποιό είναι τελικά το ύψος της σύνταξης εκείνων που θεωρούνται ως «χαμηλοσυνταξιούχοι» και οι οποίοι ακούμε καθημερινά να εκστομίζεται ότι θα προστατευθούν. Είναι τα 1000€, τα 700€, τα 500€ ή τα 100;;; Είναι πάνω ή κάτω από το όριο της φτώχειας; Το απαράδεκτο «κούρεμα» των Ομολόγων των Ασφαλιστικών Ταμείων που στοίχισε 11€ δις μετατρέπεται σε «κούρεμα επιβίωσης» για εκατοντάδες χιλιάδες απόμαχους της εργασίας, με την ανεξέλεγκτη μαύρη εργασία να δίνει τη «χαριστική βολή».
Είναι δικαίωμα του κόσμου της εργασίας να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του, η οποία δεν εξασφαλίζεται μέσα από μισθούς των 586€ μεικτά (487€ καθαρά) και 511€ για τους νέους (430€ καθαρά), που βρίσκονται κάτω από το εθνικό όριο φτώχειας, όταν μάλιστα υπάρχουν ιδιαίτερα υψηλές τιμές σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες (π.χ. καύσιμα, τρόφιμα, οικιακά τιμολόγια κ.α.), υψηλότατη φορολογία –η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το αναγνωρίζει-και φορολόγηση ακόμη και της φτώχειας (5.000 € αφορολόγητο όριο), έκτακτες εισφορές και «χαράτσια» που δεν μπορούν να αποπληρωθούν. Ακόμη και οι Γερμανοί απορούν πρόσφατα και δημόσια πως επιβιώνουν οι ασθενέστερες εισοδηματικές τάξεις στην Ελλάδα με συντελεστή 23% ΦΠΑ στα αγαθά πρώτης ανάγκης, όταν ο αντίστοιχος στη χώρα τους είναι μόλις 7%.
Είναι δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία να αντιδρούν απέναντι σε ενδεχόμενη περικοπή ή ακόμα και κατάργηση των αναπηρικών επιδομάτων, που θα τους καταδικάσει στην ανέχεια οδηγώντας τους ακόμη και στην επαιτεία. Η κοινωνική πρόνοια μοιάζει «άγνωστη λέξη» σε ένα κράτος που μπαίνουν λουκέτα με όρους «ντόμινο» σε Ιδρύματα, βρεφονηπιακούς σταθμούς, δομές φιλοξενίας ανάπηρων παιδιών κ.α..
Είναι δικαίωμα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, που δανείστηκαν σε άλλες εποχές και με άλλους όρους, να διεκδικούν σήμερα μια βιώσιμη διευθέτηση των δανειακών τους υποχρεώσεων, ώστε να ανασάνουν αποφεύγοντας τον «εφιάλτη» των κατασχέσεων.

Η κατάσταση που διαμορφώνεται είναι πραγματικά εκρηκτική και κανείς δεν δικαιούται να την αντιμετωπίζει ως απλή υπόθεση εργασίας. Η ελληνική κοινωνία βιώνει μια πρωτόγνωρη δοκιμασία με 1.5 εκατ. ανέργους και 3 εκατ. συμπολίτες μας στα όρια της ακραίας φτώχειας. Η πραγματική οικονομία καταρρέει από την ασφυξία ρευστότητας που επικρατεί στην αγορά με 486 χιλιάδες επιχειρήσεις να έχουν βάλει «λουκέτο» την τελευταία τριετία. Η μεσαία τάξη αποδομείται οριστικά, την ώρα που οι άστεγοι και τα συσσίτια πολλαπλασιάζονται. Οι μεταναστευτικές ροές των Ελλήνων προς το εξωτερικό και ο «ξεριζωμός» των νέων μας που ένας στους δύο αδυνατεί να βρει οποιαδήποτε απασχόληση παραπέμπουν στις δεκαετίες του ΄50 και του ’60. Τραγικός απολογισμός της ανθρωπιστικής, πλέον, κρίσης είναι οι περισσότερες από 3.000 απόπειρες αυτοκτονίας.

Η διάσωση της Πατρίδας μας είναι ένας κορυφαίος εθνικός στόχος και όλοι μας οφείλουμε να συμβάλουμε στην επίτευξή του. Η αναγκαιότητα της παραμονής μας στην Ευρωζώνη είναι αδιαπραγμάτευτη, πρέπει, όμως, να διαφυλάξουμε παράλληλα το όποιο στοιχείο της κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής έχει απομείνει χωρίς πρόσθετες οριζόντιες περικοπές και χωρίς να οδηγηθούν κοινωνικές ομάδες σε εξαθλίωση.

Χωρίς ακρότητες και αλαζονικές συμπεριφορές, χωρίς να κουνάμε δεικτικά και επιτακτικά το δάχτυλο σε μια κοινωνία που έχει εξαντλήσει κάθε όριο ανοχής και αντοχής. Υπάρχει και ο διάλογος…

Με διάλογο στο παρελθόν επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας έγιναν σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές και αποκρατικοποιήσεις στον ΟΤΕ, την Ολυμπιακή, τα Λιμάνια και αλλού. Κανείς δεν αντιδρά στην ορθολογική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Κάνεις δεν στρέφεται κατά των αποκρατικοποιήσεων με εξαίρεση συγκεκριμένους τομείς εθνικής ή ζωτικής κοινωνικής σημασίας, που και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει ο δρόμος των στρατηγικών συμμαχιών αναπτυξιακού χαρακτήρα -μέσα από απόλυτα διαφανείς διαδικασίες και όχι απευθείας αναθέσεις- με άλλες ομοειδείς ευρωπαϊκές ή μη κρατικές επιχειρήσεις για την ισχυροποίηση της θέσης τους στο διεθνή ανταγωνισμό και την εισαγωγή πολύτιμης τεχνογνωσίας.

Με διάλογο και τη συναίνεση της πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας επί Νέας Δημοκρατίας έγιναν σοβαρές μεταρρυθμίσεις που έδωσαν πνοή και βιωσιμότητα στο Ασφαλιστικό ενώ πραγματοποιήθηκαν αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις στην κατεύθυνση της πραγματικής βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. Τότε δηλαδή υπήρχε κανένα «σοβιέτ»;

Δεν χρειάστηκαν πουθενά νομοθετικές παρεμβάσεις που ακυρώνουν τις συμφωνίες των κοινωνικών εταίρων. Ο κοινωνικός διάλογος που ευαγγελίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση ισχύει για όλα τα άλλα κράτη-μέλη εκτός της Ελλάδος. Παντού υπάρχουν ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις είτε για το ύψος του κατώτερου μισθού, είτε σε κλαδικό επίπεδο. Όπου δεν υπάρχει κατώτερος μισθός, υπάρχει ελάχιστό εγγυημένο εισόδημα, που μόνο στην Ελλάδα δεν έχει θεσμοθετηθεί από το σύνολο των κρατών της Ευρωζώνης. Με λυπεί ιδιαίτερα και το γεγονός ότι στο σύνολο των παρεμβάσεών μου στο Ευρωκοινοβούλιο είτε αφορούν την υψηλή φορολογία και τη μείωση ΦΠΑ, είτε τον κοινωνικό διάλογο κ.λπ. λαμβάνω την στερεότυπη, πλέον, απάντηση: «…η Ελληνική Κυβέρνηση το αποφάσισε…».

Η στήριξη του ελληνικού λαού στην προσπάθεια αναστήλωσης της ελληνικής οικονομίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση και αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος. Και υπάρχουν περιθώρια για να γίνει η κοινωνία συμμέτοχη, αρκεί τα μεμονωμένα κυβερνητικά στελέχη που με προκλητική έπαρση απευθύνονται στους πολίτες, να πάψουν να υποστηρίζουν σε δραματικούς τόνους ότι τάχα αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει κάλυψη από το Ελληνικό Κοινοβούλιο στις προτάσεις τους. Επιβάλλεται να έρθουν πιο κοντά και να νιώσουν τον απλό άνθρωπο, συνειδητοποιώντας ότι έχουν προσωπική και ηθική ευθύνη να διαμορφώσουν συνθήκες κοινωνικής προόδου και προκοπής. Ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, είναι «συγκοινωνούντα δοχεία».

Με μεγάλη έκπληξη παρακολούθησα, όμως, δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων να καυχώνται με αλαζονική συμπεριφορά ότι «φιλελευθεροποίησαν» το εργασιακό καθεστώς στην Ελλάδα από την πρακτική του σοβιέτ που υπήρχε.

Αισθάνθηκα αγανάκτηση και ντροπή όταν υπάρχουν Έλληνες που ονομάζουν «σοβιέτ» τη στοιχειώδη εργασιακή ασφάλεια θεωρώντας μάλλον ως επικίνδυνη «πολυτέλεια» την παγκοσμίως αναγνωρισμένη κοινωνική κατάκτηση της οκτάωρης-πενθήμερης εργασίας. Θα πρέπει να γνωρίζουν, όμως, ότι η πλήρης απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων είναι εκείνη που οδηγεί την κοινωνία σε κατάσταση «σοβιέτ» με την ισοπέδωση των μισθών και του επιπέδου διαβίωσης των πολιτών.

Πώς μπορεί να αποκαλείται «σοβιέτ» μια αγορά εργασίας, όπου η μερική απασχόληση και η εκ περιτροπής εργασία έχουν εξελιχθεί άναρχα και χωρίς κανόνες στα κυρίαρχα εργασιακά πρότυπα (το 54% των νέων προσλήψεων), ενώ οι ατομικές συμβάσεις επεκτείνονται σε όλο το φάσμα του αμιγώς Ιδιωτικού Τομέα της Οικονομίας σε βάρος των κλαδικών, που ακόμη και όταν υπογράφονται καταστρατηγούνται στην πράξη;

Τέλος, τα Συνδικάτα διαδραματίζουν ένα πολύ συγκεκριμένο, σημαντικό και απόλυτα διακριτό ρόλο από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία ή τους ιδεολογικά συγγενείς πολιτικούς σχηματισμούς. Για αυτό στο πλαίσιο της ελεύθερης δημοκρατικής συνδικαλιστικής έκφρασης δεν θα πρέπει να υπάρχει η oποιαδήποτε πέρα και έξω από αυτά παρέμβαση ελέγχου ή ποδηγέτησης ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις θέσεις που κατά καιρούς εκφράζουν. Ειδικότερα με τις οργανώσεις των εργαζομένων, φυσικά και είναι θεμιτό να υπερασπίζονται με ευαισθησία, ρεαλισμό και μακριά από ακρότητες τα δικαιώματα αυτών που εκπροσωπούν, όπως ακριβώς τα υπερασπίζονται και όλοι οι υπόλοιποι επαγγελματικοί κλάδοι των δικηγόρων, γιατρών, μηχανικών, φαρμακοποιών, δημοσιογράφων κ.α.. Ίσως όμως αυτοί να έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα γιατί έχουν και μεγαλύτερη εκπροσώπηση στα κοινοβουλευτικά όργανα.