Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Η κρίση στις σχέσεις Ιράν-Τουρκίας


Του Ιωάννη Ν. Γρηγοριάδη
Η σταθερή επιδείνωση των σχέσεων Ιράν-Τουρκίας παραμένει μια από τις σημαντικότερες παράπλευρες συνέπειες του συνεχιζόμενου συριακού εμφυλίου πολέμου. 
Η σύλληψη 48 Ιρανών πολιτών, από αντικαθεστωτικούς στις αρχές Αυγούστου στον δρόμο μεταξύ του αεροδρομίου και του κέντρου της Δαμασκού, οδήγησε σε έκτακτη συνάντηση μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, Σαλεχί και Νταβούτογλου. Η συνάντηση όχι μόνον επιβεβαίωσε τη διάσταση των απόψεων, αλλά και απέτυχε να συμβάλει στην απελευθέρωση των συλληφθέντων. Μερικές εβδομάδες αργότερα, η πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στο αστυνομικό τμήμα της τουρκικής πόλεως Αντεπ στα σύνορα με τη Συρία ξύπνησε τους χειρότερους τουρκικούς εφιάλτες. Η πιθανότητα υπόθαλψης του ΡΚΚ από περιφερειακούς ανταγωνιστές της Τουρκίας και η εισαγωγή της βίας και της τρομοκρατίας εντός του τουρκικού εδάφους κατέδειξαν ότι το κόστος της περιφερειακής αστάθειας στη Μέση Ανατολή θα είναι δυσβάστακτο και για την Τουρκία. Από την άλλη πλευρά, και οι ιρανικές ανησυχίες είναι μείζονες. Η πιθανή κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ θα στερήσει το Ιράν από τον σταθερότερο σύμμαχό του στη Μέση Ανατολή, ήδη από την εποχή του πολέμου Ιράκ-Ιράν, καθώς και από έναν κρίσιμο μοχλό παρέμβασης στις υποθέσεις της αραβικής Μέσης Ανατολής, ιδίως στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο.
Οι ιρανοτουρκικές σχέσεις ήταν πολύ πιο αρμονικές από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η κατασκευή αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου από το Ιράν στην Τουρκία υπήρξε μόνον η αρχή μιας διαρκώς αναβαθμιζόμενης οικονομικής και διπλωματικής συνεργασίας. Η περαιτέρω εμβάθυνση των διμερών σχέσεων Ιράν και Τουρκίας υπήρξε μία από τις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής των κυβερνήσεων Ερντογάν. Παράλληλα, υπήρξε και μία από τις κινήσεις «στρατηγικού απογαλακτισμού» της Τουρκίας από τη δυτική και αμερικανική επιρροή. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στο ζήτημα των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν, καθώς αυτό επέτρεπε την καταγγελία της δυτικής ανακολουθίας αναφορικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ισραήλ. Η συμφωνία μεταξύ Βραζιλίας, Ιράν και Τουρκίας του Μαΐου 2010 για τον εμπλουτισμό του ιρανικού ουρανίου συνάντησε την αντίδραση των δυτικών εταίρων της Τουρκίας και δεν απέτρεψε την έκδοση του ψηφίσματος 1929/2010 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επιβολή επιπρόσθετων κυρώσεων στο Ιράν. Η αρνητική ψήφος της Τουρκίας –μαζί με τη Βραζιλία– ήταν ίσως η πιο χαρακτηριστική απόκλιση από την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή και έδωσε λαβή για συζητήσεις για το αν η Τουρκία παραμένει πλέον στρατηγικός εταίρος της Δύσεως.
Η βαθμιαία βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων από το 2010 και εξής ήταν ο προάγγελος της επιδείνωσης των ιρανοτουρκικών σχέσεων. Η εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας του ΝΑΤΟ στην ανατολική Τουρκία θεωρήθηκε κίνηση μη φιλική προς το Ιράν, ενώ η βαθμιαία ταύτιση της Τουρκίας με τις δυνάμεις της συριακής αντιπολιτεύσεως και η συνεργασία της με τη Σαουδική Αραβία και άλλα σουνιτικά κράτη του Κόλπου, παραδοσιακούς ανταγωνιστές του Ιράν, οριστικοποίησαν το σχίσμα. Ο συριακός εμφύλιος πόλεμος απειλεί να αναιρέσει άλλον έναν από τους πυλώνες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής της εποχής Ερντογάν-Νταβούτογλου, τις αρμονικές σχέσεις Ιράν-Τουρκίας, και θέτει την τουρκική διπλωματία ενώπιον δυσαρέστων αλλά αναποφεύκτων διλημμάτων.

* Ο κ. Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.