Του Σταύρου Λυγερού
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Τρεις μήνες μετά τις εκλογές, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ο συσχετισμός δυνάμεων έχει διαφοροποιηθεί, αλλά όχι ποιοτικά. Αυτό, όμως, δεν θα συνεχισθεί για πολύ ακόμα.
Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως εξαρτημένη από τον ίδιο παράγοντα. Η εκλογική εκτόξευσή του, άλλωστε, δεν ήταν πρωτογενής. Hταν κυρίως αποτέλεσμα της αποδόμησης του ΠΑΣΟΚ και της ανάγκης του διογκούμενου αντιμνημονιακού ρεύματος (ειδικά της αριστερόστροφης συνιστώσας του) να εκφρασθεί πολιτικά. Αναδείχθηκε, λοιπόν, σε κύριο εκφραστή ενός ρεύματος κοινωνικής οργής με «αντικαθεστωτική» υφή.
Αντιδρώντας στη διόγκωση του ρεύματος υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, οι εγχώριες πολιτικές, οικονομικές και μιντιακές ελίτ βομβαρδίζουν την κοινή γνώμη ότι η επαγγελία του Τσίπρα για ακύρωση του Μνημονίου ισοδυναμεί με έξοδο από την Ευρωζώνη. Η Κουμουνδούρου αμφισβητεί αυτή την πολιτική εξίσωση, αλλά το επιχείρημα αυτό ενεργοποίησε τον φόβο των ανώτερων και μεσαίων στρωμάτων που υφίστανται ισχυρές πιέσεις, δυσφορούν, αλλά δεν κινδυνεύουν με καταστροφή.
Αυτά τα στρώματα έχουν να χάσουν και γι’ αυτό αντιμετώπισαν το ενδεχόμενο νίκης του ΣΥΡΙΖΑ σαν ευθεία απειλή για το δικό τους βιοτικό επίπεδο. Στράφηκαν, λοιπόν, κυρίως προς τη ΝΔ όχι τόσο επειδή τη θεωρούσαν λύση στο πρόβλημα, όσο επειδή τη θεωρούσαν ανάχωμα. Αυτός ο παράγοντας έκρινε την έκβαση των εκλογών του Ιουνίου και σε μεγάλο βαθμό επικαθορίζει το τρέχον πολιτικό κλίμα.
Oπως προαναφέραμε, όμως, ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων είναι ασταθής. Στην Κουμουνδούρου θεωρούν ότι όσο η κυβέρνηση Σαμαρά μετατρέπεται σε εκτελεστή των εντολών της τρόικας, τόσο η οικονομία θα βυθίζεται στο «σπιράλ θανάτου», με αποτέλεσμα την επέκταση και όξυνση των κοινωνικών αντιδράσεων. Με άλλα λόγια, προβλέπουν ότι η τριμερής κυβέρνηση είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Με βάση αυτή την εκτίμηση, πιστεύουν ότι το δημοσκοπικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει νέο άλμα, γεγονός που θα τον μετατρέψει στο αδιαφιλονίκητο φαβορί των επόμενων εκλογών.
Η ανάλυση αυτή δεν είναι αβάσιμη, αλλά είναι γραμμική και δεν υπολογίζει δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι –όπως έχουμε ήδη αναφέρει– η εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτυπώνει μια μαζική ιδεολογικοπολιτική προσχώρηση ψηφοφόρων. Αποτυπώνει την αγωνιώδη προσπάθεια απεγκλωβισμού τους από μία πολιτική που συσσωρεύει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια.
Με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι δεν ερωτεύθηκαν ξαφνικά τον Τσίπρα ούτε πείσθηκαν από τις προτάσεις του, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις είναι μη ρεαλιστικές, εάν όχι ιδεοληπτικές. Στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ από την ανάγκη τους να πιαστούν από κάπου και κυρίως για να στείλουν μήνυμα ότι δεν πάει άλλο με το Μνημόνιο. Στην πραγματικότητα, το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου ήταν η ύστατη κραυγή ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας (κυρίως αυτών που έχουν ήδη πέσει στον γκρεμό ή βρίσκονται πολύ κοντά στο να πέσουν) πριν διολισθήσει σε τυφλές αντιδράσεις.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η συνεχιζόμενη άνοδος της Χρυσής Αυγής, η οποία, με τον συνήθως βίαιο ακτιβισμό της, όχι μόνο είναι συνεχώς παρούσα στην επικαιρότητα, αλλά και φαίνεται να συσπειρώνει ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της οργισμένης και αντισυστημικής ψήφου. Είναι λάθος να θεωρηθεί ότι η Χρυσή Αυγή προσελκύει μόνο δεξιόστροφους ψηφοφόρους. Προσελκύει ψηφοφόρους ποικίλης ιδεολογικής προέλευσης και κυρίως νέους ψηφοφόρους.
Για να είναι αξιόπιστη η αξιωματική αντιπολίτευση δεν αρκεί να ασκεί εύστοχη κριτική στην κυβέρνηση. Πρέπει να καταθέσει ένα εναλλακτικό στο Μνημόνιο ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε κανένα άλλο αντιπολιτευόμενο κόμμα, όμως, έχει πείσει ότι διαθέτει τέτοιο σχέδιο. Αυτό έχει ως συνέπεια, ακόμα και πολλοί αντιμνημονιακοί να θεωρούν πως το Μνημόνιο είναι το μόνο πολιτικό σχέδιο που υπάρχει στο τραπέζι. Και είναι ακριβώς αυτό που δημιουργεί συνθήκες αδιεξόδου στην κοινωνία. Μένει να αποδειχθεί εάν από τη Θεσσαλονίκη ο Aλ. Τσίπρας θα πείσει για το αντίθετο.
Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκλήθη σε ελάχιστο χρόνο να μεταλλαχθεί από κόμμα διαμαρτυρίας σε κόμμα εξουσίας και μάλιστα σε συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας. Είναι, επίσης, αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά αλλάζει. Αλλάζει, όμως, με μικρά βήματα, ενώ η συγκυρία απαιτεί άλματα.
Το στοίχημά του είναι να υπερβεί τον εαυτό του και να μεταλλαχθεί ιδεολογικοπολιτικά κατά τρόπο που να εκφράσει σε μόνιμη βάση τους κεντροαριστερούς που –υπό την πίεση της κρίσης– στρέφονται μαζικά προς την πλευρά του. Χωρίς επεξεργασμένο και αξιόπιστο σχέδιο, η δέσμευσή του για απεγκλωβισμό από το Μνημόνιο ή θα νοθευτεί στην πράξη ή θα οδηγήσει σε τυχοδιωκτισμό.