«Οι Έλληνες και οι Γάλλοι ψηφοφόροι απορρίπτουν τη λιτότητα, την οποία προωθεί η Γερμανία», είναι ο τίτλος δημοσιεύματος της διαδικτυακής πύλης «Euractiv.com» και εξηγεί για ποιους λόγους η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ είναι απίθανο να συμβεί σύντομα.
Το site, που επικαλείται δημοσίευμα του Ρόιτερς, αναφέρει ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι κατάφεραν ένα σοβαρό πλήγμα στην εύθραυστη πολιτική συναίνεση που επικρατούσε στο μέτωπο της ευρωζώνης τα δύο τελευταία χρόνια της κρίσης, απορρίπτοντας τα πακέτα βοήθειας που συνοδεύονταν από λιτότητα και τα οποία προφύλαξαν τη χώρα από τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ.
Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι η εκλογή ενός σοσιαλιστή ηγέτη στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης θεωρείται από πολλούς σαν μια δυνατότητα αλλαγής πολιτικής πλεύσης στην Ευρώπη. Η Γαλλία, μετά την εκλογή του Φρανσουά Ολάντ, αναμένεται να πιέσει περισσότερο για την υιοθέτηση μέτρων που θα ενισχύουν την ανάπτυξη- παράλληλα με την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας- ώστε να αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη κρίση χρέους.
Οι εκλογές στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με τη νίκη του Ολάντ θα αυξήσουν την πίεση που ασκείται στον μεγάλο δανειστή της Ευρώπης, τη Γερμανία, προκειμένου να ακολουθήσει μια προσέγγιση περισσότερο προσανατολισμένη στην ανάπτυξη, υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα.
Δεν είναι όμως ξεκάθαρο, σχολιάζει το δημοσίευμα, κατά πόσον η Γερμανίδα καγκελάριος, της οποίας η επιμονή στην εφαρμογή αυστηρών μέτρων λιτότητας είναι δημοφιλής στη χώρα της, θα κάνει κάτι περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση της ανάπτυξης, πέρα από κάποια συμβολικά βήματα.
Σε πιο άμεσο ορίζοντα, συνεχίζει το δημοσίευμα, η προσπάθεια των δύο κομμάτων στην Ελλάδα, που έχουν υποστηρίξει τα προγράμματα διάσωσης, να εξασφαλίσουν μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, γεννά ερωτήματα για το κατά πόσον η Αθήνα μπορεί, μακροπρόθεσμα, να παραμείνει στην ευρωζώνη, καθώς και το κατά πόσον μπορεί να προκαλέσει, εκ νέου, μετάδοση της κρίσης σε άλλα κράτη- μέλη.
Τα αποτελέσματα των ελληνικών εκλογών, από την άλλη, φέρουν τον Ολάντ- ο οποίος είναι νεοεισερχόμενος στη διεθνή πολιτική σκηνή, καθώς δεν κατείχε μέχρι σήμερα κάποια υπουργική θέση, ούτε έχει συναντηθεί με την καγκελάριο Μέρκελ- σε δύσκολη θέση, από την πρώτη κιόλας μέρα.
Οι επενδυτές, ανήσυχοι για το μέλλον της Ελλάδας και την άφιξη του πρώτου σοσιαλιστή ηγέτη στο μέγαρο των Ηλυσίων μετά από 17 χρόνια, ενδέχεται να τιμωρήσουν τις ευρωπαϊκές χρηματοοικονομικές αγορές από σήμερα, βυθίζοντας έτσι ολόκληρη την ευρωζώνη και πάλι στην κρίση.
Στη συνέχεια, το δημοσίευμα αναφέρει ότι, τις επόμενες μέρες, το πιο κρίσιμο ερώτημα για το μέλλον της Ευρώπης είναι εάν οι αγορές, θορυβημένες από τα αποτελέσματα των εκλογών, ανανεώσουν τις επιθέσεις τους σε ένα μεγάλο κράτος της ευρωζώνης, όπως η Ισπανία. Τόσο η Ισπανία όσο και η Ιταλία είναι «πολύ μεγάλα κράτη για να αποτύχουν» και εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα έθετε σε σοβαρή δοκιμασία τους πόρους και τις δυνατότητες αντίδρασης της ΕΕ.
Μικρός είναι ο αριθμός των οικονομολόγων που θεωρούν ότι ο Φρανσουά Ολάντ έχει την πολυτέλεια να μετριάσει τις δεσμεύσεις της Γαλλίας αναφορικά με την επιβολή λιτότητας, θέτοντας στο τραπέζι θέματα που θεωρούνται ταμπού στο Βερολίνο, όπως είναι τα ευρωομόλογα, τα μεγάλα αναπτυξιακά προγράμματα ή τη χαλάρωση των προθεσμιών για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, σημειώνεται στο δημοσίευμα.
«Η Γερμανία παραμένει η πολιτική και οικονομική ηγεμονία στην ευρωζώνη. Αυτό είναι ένα ζήτημα με το οποίο θα πρέπει, κάποια στιγμή, να συμβιβαστεί ο Ολάντ. Αυτό που είναι πιθανότερο να δούμε, είναι ένα κύμα από ανακοινώσεις και πρωτοβουλίες, το οποίο όμως δεν θα έχει κανένα σοβαρό αντίκτυπο στις βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης» έγραψαν, σχετικά, αναλυτές του Ομίλου Eurasia.
Αυτό, φυσικά, αυξάνει τους κινδύνους ενός αρνητικού αντίκτυπου, που θα μπορούσε να προκαλέσει λαϊκή αναταραχή, την οποία δεν θα μπορέσει να ελέγξει η Ευρώπη.
Στην Ελλάδα, τη χώρα όπου η κρίση ξεκίνησε το 2009, οι ψηφοφόροι τιμώρησαν τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν στην πολιτική σκηνή, επί δεκαετίες. Στην καλύτερη περίπτωση, η Ελλάδα φαίνεται ότι θα αντιμετωπίσει εβδομάδες πολιτικής αβεβαιότητας.
«Πριν τις εκλογές, είχαμε επισημάνει ότι υφίσταται 40% κίνδυνος να σταματήσει η ροή της βοήθειας προς την Ελλάδα και η χώρα να αναγκαστεί έτσι να φύγει από την ευρωζώνη, αργότερα, μέσα στη χρονιά. Τα αποτελέσματα των εκλογών δεν μείωσαν αυτό τον κίνδυνο» επισημαίνει ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Berenberg Bank.
Ωστόσο, η αποχώρηση ενός κράτους- μέλους θα ήταν ένα εξευτελιστικό πισωγύρισμα για την ευρωζώνη και, καθώς δεν υπάρχει νομικός μηχανισμός για να φύγει κάποια χώρα, τα εμπόδια είναι πολλά. Μια έξοδος της Ελλάδας θα δημιουργούσε, παράλληλα, ένα επικίνδυνο προηγούμενο, καθώς οι αγορές θα στοιχημάτιζαν, στη συνέχεια, στην αποχώρηση μιας άλλης χώρας.
Αυτό σημαίνει, καταλήγει το δημοσίευμα του Euractiv, ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ είναι απίθανο να συμβεί σύντομα, ακόμη και εάν ένα θυμωμένο εκλογικό σώμα φαίνεται ότι απέρριψε τις πολιτικές, που κράτησαν τη χώρα στη ζωή με μηχανική υποστήριξη και εντός της ευρωζώνης.
Το site, που επικαλείται δημοσίευμα του Ρόιτερς, αναφέρει ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι κατάφεραν ένα σοβαρό πλήγμα στην εύθραυστη πολιτική συναίνεση που επικρατούσε στο μέτωπο της ευρωζώνης τα δύο τελευταία χρόνια της κρίσης, απορρίπτοντας τα πακέτα βοήθειας που συνοδεύονταν από λιτότητα και τα οποία προφύλαξαν τη χώρα από τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ.
Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι η εκλογή ενός σοσιαλιστή ηγέτη στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης θεωρείται από πολλούς σαν μια δυνατότητα αλλαγής πολιτικής πλεύσης στην Ευρώπη. Η Γαλλία, μετά την εκλογή του Φρανσουά Ολάντ, αναμένεται να πιέσει περισσότερο για την υιοθέτηση μέτρων που θα ενισχύουν την ανάπτυξη- παράλληλα με την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας- ώστε να αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη κρίση χρέους.
Οι εκλογές στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με τη νίκη του Ολάντ θα αυξήσουν την πίεση που ασκείται στον μεγάλο δανειστή της Ευρώπης, τη Γερμανία, προκειμένου να ακολουθήσει μια προσέγγιση περισσότερο προσανατολισμένη στην ανάπτυξη, υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα.
Δεν είναι όμως ξεκάθαρο, σχολιάζει το δημοσίευμα, κατά πόσον η Γερμανίδα καγκελάριος, της οποίας η επιμονή στην εφαρμογή αυστηρών μέτρων λιτότητας είναι δημοφιλής στη χώρα της, θα κάνει κάτι περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση της ανάπτυξης, πέρα από κάποια συμβολικά βήματα.
Σε πιο άμεσο ορίζοντα, συνεχίζει το δημοσίευμα, η προσπάθεια των δύο κομμάτων στην Ελλάδα, που έχουν υποστηρίξει τα προγράμματα διάσωσης, να εξασφαλίσουν μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, γεννά ερωτήματα για το κατά πόσον η Αθήνα μπορεί, μακροπρόθεσμα, να παραμείνει στην ευρωζώνη, καθώς και το κατά πόσον μπορεί να προκαλέσει, εκ νέου, μετάδοση της κρίσης σε άλλα κράτη- μέλη.
Τα αποτελέσματα των ελληνικών εκλογών, από την άλλη, φέρουν τον Ολάντ- ο οποίος είναι νεοεισερχόμενος στη διεθνή πολιτική σκηνή, καθώς δεν κατείχε μέχρι σήμερα κάποια υπουργική θέση, ούτε έχει συναντηθεί με την καγκελάριο Μέρκελ- σε δύσκολη θέση, από την πρώτη κιόλας μέρα.
Οι επενδυτές, ανήσυχοι για το μέλλον της Ελλάδας και την άφιξη του πρώτου σοσιαλιστή ηγέτη στο μέγαρο των Ηλυσίων μετά από 17 χρόνια, ενδέχεται να τιμωρήσουν τις ευρωπαϊκές χρηματοοικονομικές αγορές από σήμερα, βυθίζοντας έτσι ολόκληρη την ευρωζώνη και πάλι στην κρίση.
Στη συνέχεια, το δημοσίευμα αναφέρει ότι, τις επόμενες μέρες, το πιο κρίσιμο ερώτημα για το μέλλον της Ευρώπης είναι εάν οι αγορές, θορυβημένες από τα αποτελέσματα των εκλογών, ανανεώσουν τις επιθέσεις τους σε ένα μεγάλο κράτος της ευρωζώνης, όπως η Ισπανία. Τόσο η Ισπανία όσο και η Ιταλία είναι «πολύ μεγάλα κράτη για να αποτύχουν» και εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα έθετε σε σοβαρή δοκιμασία τους πόρους και τις δυνατότητες αντίδρασης της ΕΕ.
Μικρός είναι ο αριθμός των οικονομολόγων που θεωρούν ότι ο Φρανσουά Ολάντ έχει την πολυτέλεια να μετριάσει τις δεσμεύσεις της Γαλλίας αναφορικά με την επιβολή λιτότητας, θέτοντας στο τραπέζι θέματα που θεωρούνται ταμπού στο Βερολίνο, όπως είναι τα ευρωομόλογα, τα μεγάλα αναπτυξιακά προγράμματα ή τη χαλάρωση των προθεσμιών για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, σημειώνεται στο δημοσίευμα.
«Η Γερμανία παραμένει η πολιτική και οικονομική ηγεμονία στην ευρωζώνη. Αυτό είναι ένα ζήτημα με το οποίο θα πρέπει, κάποια στιγμή, να συμβιβαστεί ο Ολάντ. Αυτό που είναι πιθανότερο να δούμε, είναι ένα κύμα από ανακοινώσεις και πρωτοβουλίες, το οποίο όμως δεν θα έχει κανένα σοβαρό αντίκτυπο στις βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης» έγραψαν, σχετικά, αναλυτές του Ομίλου Eurasia.
Αυτό, φυσικά, αυξάνει τους κινδύνους ενός αρνητικού αντίκτυπου, που θα μπορούσε να προκαλέσει λαϊκή αναταραχή, την οποία δεν θα μπορέσει να ελέγξει η Ευρώπη.
Στην Ελλάδα, τη χώρα όπου η κρίση ξεκίνησε το 2009, οι ψηφοφόροι τιμώρησαν τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν στην πολιτική σκηνή, επί δεκαετίες. Στην καλύτερη περίπτωση, η Ελλάδα φαίνεται ότι θα αντιμετωπίσει εβδομάδες πολιτικής αβεβαιότητας.
«Πριν τις εκλογές, είχαμε επισημάνει ότι υφίσταται 40% κίνδυνος να σταματήσει η ροή της βοήθειας προς την Ελλάδα και η χώρα να αναγκαστεί έτσι να φύγει από την ευρωζώνη, αργότερα, μέσα στη χρονιά. Τα αποτελέσματα των εκλογών δεν μείωσαν αυτό τον κίνδυνο» επισημαίνει ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Berenberg Bank.
Ωστόσο, η αποχώρηση ενός κράτους- μέλους θα ήταν ένα εξευτελιστικό πισωγύρισμα για την ευρωζώνη και, καθώς δεν υπάρχει νομικός μηχανισμός για να φύγει κάποια χώρα, τα εμπόδια είναι πολλά. Μια έξοδος της Ελλάδας θα δημιουργούσε, παράλληλα, ένα επικίνδυνο προηγούμενο, καθώς οι αγορές θα στοιχημάτιζαν, στη συνέχεια, στην αποχώρηση μιας άλλης χώρας.
Αυτό σημαίνει, καταλήγει το δημοσίευμα του Euractiv, ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ είναι απίθανο να συμβεί σύντομα, ακόμη και εάν ένα θυμωμένο εκλογικό σώμα φαίνεται ότι απέρριψε τις πολιτικές, που κράτησαν τη χώρα στη ζωή με μηχανική υποστήριξη και εντός της ευρωζώνης.