Το ρευστό πολιτικό σκηνικό και οι αντικειμενικές αμφιβολίες που υπάρχουν ως προς τις πραγματικές προοπτικές βιωσιμότητας της όποιας κυβέρνησης συνεργασίας μπορεί να προκύψει από τη Βουλή των εκλογών της 6ης Μαϊου, έδωσαν τροφή σε αναζωπύρωση των ακραίων σεναρίων για το μέλλον της Ελλάδας.
Δηλαδή, για την προοπτική εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, και τη συνεπακόλουθη διολίσθησή της σε καθεστώς άτακτης χρεοκοπίας, όπως αφήνουν να εννοηθεί οι αναλυτές της Citigroup. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οποίων, οι πιθανότητες να οδηγηθεί η Ελλάδα σε έξοδο από την ευρωζώνη, τους επόμενους 12-18 μήνες, έχουν αυξηθεί από το 50% στο 75%, ενώ πριν από τις εκλογές της 6ης Μαϊου, το αντίστοιχο ποσοστό κυμαινόταν στα επίπεδα του 50%.
Οι εκλογές στην Ελλάδα είναι το δεύτερο σημείο αναφοράς των διεθνών ΜΜΕ, στο περιθώριο της ανάδειξης του Φρανσουά Ολάντ στην Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, καθώς το ενδιαφέρον όλων εστιάζεται στο πόσο συνεπής με τις προεκλογικές εξαγγελίες του θα αποδειχτεί εκείνος που ώθησε σε πρόωρη πολιτική αποστρατεία τον Νικολά Σαρκοζί.
Πόσο θα επιμείνει στις… ιαχές αμφισβήτησης του Δημοσιονομικού Συμφώνου το οποίο έχει επιβάλλει η Άνγκελα Μέρκελ στην ευρωζώνη, ή θα επιχειρήσει διακριτικά να αποστασιοποιηθεί από τις αντίστοιχες μεγάλες προσδοκίες οι οποίες συνοδεύουν την εκλογή του στο Ελιζέ.
Αναφορικά με την Ελλάδα πάντως, η Wall Street Journal έσπευσε σήμερα να διατυπώσει την εκτίμηση ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, θα έχει ελάχιστα περιθώρια για επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου.