Όταν ο Κώστας Καραμανλής κέρδισε την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας στο Συνέδριο του 1997, επικρατώντας του Γιώργου Σουφλιά και του Μιλτιάδη Έβερτ, χρειάστηκε να προχωρήσει σε ριζοσπαστικές κινήσεις μετωπικής σύγκρουσης, προκειμένου να εδραιώσει την κυριαρχία του, και να ανοίξει περπατησιά για την προσωπική άνοδό του, που τον οδήγησε μετά από επτά χρόνια στον πρωθυπουργικό θώκο.
Ο τότε αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δεν δίστασε να διαγράψει τον Γιώργο Σουφλιά, τον Στέφανο Μάνο και μια σειρά από στελέχη «νεοφιλελεύθερων» αποχρώσεων, με αφορμή τη στήριξη που παρείχαν σε ένα νομοσχέδιο της κυβέρνησης Σημίτη, κατάφερε ωστόσο να επιβάλλει έτσι την πολιτική ηγεμονία του στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και ευρύτερα στον χώρο της Κεντροδεξιάς, παραμερίζοντας και αφοπλίζοντας την πάντα ισχυρή και υπολογίσιμη μητσοτακική πτέρυγα.
Με το ΠΑΣΟΚ να βρίσκεται σήμερα ενώπιον ιστορικών εξελίξεων, και τον Ευάγγελο Βενιζέλο να κληρονομεί από τον Γιώργο Παπανδρέου ένα… ρημαγμένο κόμμα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ο νέος Πρόεδρος του Κινήματος δεν θα αργήσει να ακολουθήσει το παράδειγμα του Κώστα Καραμανλή.
Και λίαν συντόμως, θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να προχωρήσει σε διαγραφές στελεχών, που έχουν ήδη αρχίσει να μιλούν επικριτικά, στα όρια της απαξίωσης, για το «νέο ΠΑΣΟΚ», η εποχή του οποίου ξεκινά με τον Ευάγγελο Βενιζέλο στη θέση του ηγέτη του Κινήματος.
Το «Ρεύμα Ανανέωσης» του Γιάννη Ραγκούση, οι αποστροφές περί «ΚΟΔΗΣΟ» από τον Χρήστο Παπουτσή, αλλά και η χθεσινή επίθεση της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου για ένα «μικρό κόμμα με κεντροδεξιά χαρακτηριστικά», συνθέτουν ένα κοχλάζον περιβάλλον.
Προκειμένου λοιπόν να μην υπονομευτεί εκ των προτέρων η ηγεσία του, και να στείλει το μήνυμα ότι θα οδηγήσει το ΠΑΣΟΚ εκεί που επιθυμεί, χωρίς παρεμβολές και πιέσεις, ο Ευάγγελος Βενιζέλος θα βρεθεί σύντομα αντιμέτωπος με το δίλημμα των διαγραφών. Με την απάντηση να φαντάζει περίπου προφανής και αυτονόητη.