Η (πολύ πρόσφατη) ιστορία μας έχει αποδείξει ότι οι δημοσκοπήσεις είναι πράγματι «φωτογραφίες στιγμής». Αποτυπώνοντας το κλίμα το οποίο επικρατεί στην ελληνική κοινωνία, σε μια συγκεκριμένη χρονική συγκυρία. Στο πλαίσιο δεδομένων παραμέτρων, που φυσικά χρίζουν επεξεργασίας και μεταβολών, στην εξέλιξη της ζώσας καθημερινότητας.
Όταν όμως οι «φωτογραφίες» αυτές μπαίνουν… στη σειρά, η μια μετά την άλλη, τότε το μωσαϊκό το οποίο σχηματίζεται, δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα. Αντιθέτως, μάλλον την αποτυπώνει με ακρίβεια.
Το τελευταίο «Βαρόμετρο» της Public Issue για την «Καθημερινή της Κυριακής», ήρθε να επιβεβαιώσει ότι η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα τείνει να προσλάβει χαρακτηριστικά παγίωσης. Και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να δούμε… τι δεν λέει η δημοσκόπηση.
Ξεκινάμε από το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία προβάλει ως η μόνη σταθερά του πολιτικού συστήματος. Με το έτερο κόμμα του διπολισμού, το ΠΑΣΟΚ, να πληρώνει βαρύ φορτίο για το Μνημόνιο, και να κινείται σε ποσοστά κάτω του 15%, η Αξιωματική Αντιπολίτευση κινείται πάνω από τα επίπεδα του 30%.
Αυτό σημαίνει ότι, καθώς θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές, και το ποσοστό των αναποφάσιστων θα μειώνεται, εκείνοι που θα προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν, και δεν θα επιλέξουν την αποχή ως πολιτική στάση συνείδησης, θα ενισχύσουν την τάση της Νέας Δημοκρατίας προς την αυτοδυναμία. Ακόμη κι αν αυτό αποτυπωθεί «πάνω στην κάλπη», ως εκκωφαντικό ξέσπασμα των υπόγειων ρευμάτων.
Δεδομένο δεύτερο: Το ΠΑΣΟΚ οδηγείται σε στρατηγικού χαρακτήρα ήττα, δεν καταρρέει ωστόσο, ούτε απειλείται με μη αναστρέψιμη βλάβη. Ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής εκλογικής βάσης του, «στριμώχνεται» κάπου μεταξύ της Δημοκρατικής Αριστεράς του Φώτη Κουβέλη και της δεξαμενής των αναποφάσιστων.
Κάτι που σημαίνει ότι, η μεν ΔΗΜΑΡ μοιάζει ήδη «άδειο πουκάμισο», και εξαιρετικά ευάλωτη σε μια αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ που θα σηματοδοτήσει αλλαγή κλίματος και ψυχολογίας, το δε ΠΑΣΟΚ διατηρεί εφεδρείες στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς. Όπως ακριβώς θα περίμενε κανείς από ένα κόμμα που συνδέθηκε με το κράτος και την εξουσία, επί δεκαετίες.
Δεδομένο τρίτο: Η Αριστερά… παραέγινε συστημική. Για την ψήφο με… ημερομηνία λήξης προς τη Δημοκρατική Αριστερά, τα είπαμε. Το ΚΚΕ, συνεχίζει να κινείται περίπου στα ίδια επίπεδα με τους προηγούμενους μήνες, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να υπόκειται σε… φρένο ορμής, ως προς την περαιτέρω προσέλκυση αναποφάσιστων και διαμαρτυρόμενων.
Ουσιαστικά, η Αριστερά, αν και αθροιστικά εξελίσσεται στην Αξιωματική Αντιπολίτευση της επόμενης Βουλής, ανακυκλώνει απλώς τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που αρνούνται να αποδεχτούν ότι το Κίνημα ψήφισε, στήριξε και συνεχίζει να υπερασπίζεται το Μνημόνιο.
Το πραγματικό κέρδος των κομμάτων που παραδοσιακά βρίσκονται απέναντι από την εξουσία, θα ήταν το να κατάφερναν να κινητροδοτήσουν πολίτες οι οποίοι δηλώνουν απογοητευμένοι και προσανατολίζονται στην αποχή, να προσέλθουν στην κάλπη και να ψηφίσουν την Αριστερά. Κάτι που φυσικά δεν συμβαίνει, ούτε και είναι πιθανό να συμβεί, από τη στιγμή που τα ποσοστά της αποχής είναι τόσο υψηλά.
Η πραγματικά ενδιαφέρουσα παράμετρος των επόμενων εκλογών, είναι το μετεκλογικό σκηνικό. Και το κατά πόσο, σε αντίθεση με προγενέστερες ευμετάβλητες συμπεριφορές της, η ελληνική κοινωνία επιμείνει αυτή τη φορά στο να καθηλώσει το ΠΑΣΟΚ σε ρόλο θεατή της εξουσίας. Ανεξαρτήτως του ποιος θα διαδεχθεί τον Γιώργο Παπανδρέου. Επειδή οι ευθύνες δεν περιορίζονται στο οικόσημο των Παπανδρέου, αλλά αγγίζουν το «όλον», τα «πολλά ΠΑΣΟΚ».