Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Έχει μέλλον η Μέρκελ;

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΕΙΔΑΚΙΣ
Εάν διεξαχθεί σήμερα ένα πανευρωπαϊκό δημοψήφισμα με το ερώτημα: «θέλετε μια ευρωπαϊκή Ευρώπη ή μια γερμανική Ευρώπη;», η απάντηση της σχεδόν παμψηφίας των Ευρωπαίων, αρκετών Γερμανών περιλαμβανομένων, θα είναι, αναμφίβολα: «μια ευρωπαϊκή Ευρώπη».

Αν όμως το ερώτημα είναι: «Θέλετε μια γερμανική Ευρώπη ή καθόλου Ευρώπη;» η απάντηση των ευρωπαίων (πλην Γερμανών) θα είναι, κατά πάσα βεβαιότητα: «καθόλου Ευρώπη»!
Το επόμενο ερώτημα είναι: Το ξέρουν αυτό η κα Μέρκελ, ο κ. Σόιμπλε και οι άλλοι της Ομάδας εξουσίας του Βερολίνου; Η απάντηση είναι: Μάλλον όχι. Οι Γερμανοί έχουν πολλά «χαρίσματα» αλλά δεν έχουν φαντασία.
Αν δεν το γνωρίζουν, πάντως, μπορούν πολύ εύκολα να το μάθουν, αναθέτοντας σε μιαν αξιόπιστη εταιρεία δημοσκοπήσεων το σχετικό γκάλοπ.
Αν πάλι το ξέρουν και όμως αντιμετωπίζουν την Κρίση με τον τρόπο που τη διαχειρίζονται μέχρι σήμερα, διερευνώντας δηλαδή ταυτοχρόνως και κυρίως, όλα τα δυνατά σενάρια «αξιοποίησής» της, για να εγκαθιδρύσουν μια «γερμανική Ευρώπη», τότε το μέλλον θα είναι σκοτεινό και για κείνους αλλά και για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς!
Αυτή όμως η αβεβαιότητα πρέπει να λάβει τέλος το συντομότερο. Σενάρια για διάσπαση της Ευρωζώνης, για Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, με ανοιχτές απειλές για τιμωρίες των «απείθαρχων»(και όχι αδύναμων) εταίρων, για αυτοματισμούς των κυρώσεων, για παραπομπές σε δικαστήρια και τα τοιαύτα, οδηγούν σε μια διεστραμμένη αντίληψη της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Τέτοια σενάρια ακυρώνουν αυτή την ίδια την ηθική και νομιμοποιητική βάση του εγχειρήματος της Ένωσης και οδηγούν με βεβαιότητα στην κατάρρευσή του. Οι ζημίες για όλους, από μια τέτοια εξέλιξη, θα είναι ανυπολόγιστες. Ασυγκρίτως μεγαλύτερες από τις πρόσκαιρες λογιστικές «οικονομίες» στις οποίες υποτίθεται ότι αποβλέπουν οι Γερμανοί.
Άλλωστε, δεν αποβλέπουν πράγματι σ’ αυτές. Οι «οικονομίες προς όφελος των Γερμανών φορολογουμένων», είναι στην πραγματικότητα η κοντόφθαλμη και αποσπασματική προεκλογική ρητορική της κας Μέρκελ. Η Καγγελάριος παγιδεύει έτσι και συγχρόνως υπονομεύει τους υποψήφιους πολιτικούς της διαδόχους. Αλλά και την ίδια τη Χώρα της και ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο επιφανής προκάτοχός της Χέλμουτ Σμίτ, τα επεσήμανε όλα αυτά, την περασμένη εβδομάδα σε μια συγκλονιστική ομιλία του στο οικονομικό φόρουμ της γερμανικής επιθεώρησης Zeit, στο Αμβούργο. «Το τεράστιο εξαγωγικό πλεόνασμα της Γερμανίας, δημιουργήθηκε από τα ελλείμματα των δοκιμαζομένων σήμερα χωρών» είπε, μεταξύ άλλων ο κ. Σμίτ, για να προσθέσει το φοβερό: «έχουν πολύ βρωμιά στα χέρια τους (οι Γερμανοί) από το 1933 ως το 1945, για να μεγαλοπιάνονται»!
Οι ηγεσίες όλων των άλλων Ευρωπαϊκών Κρατών , οφείλουν να καταστήσουν σαφές και χωρίς καθυστέρηση, στη Γερμανία (και στον κ. Σαρκοζύ!), ότι η αποκρουστική συζήτηση για μια «γερμανική Ευρώπη» (ακόμη και αν την περιγράφουν…«με δικά τους λόγια») πρέπει να σταματήσει το συντομότερο.
Άλλο θέμα είναι η διαχείριση της οικονομικής Κρίσης και η έξοδος από αυτήν και άλλο θέμα ή εκμετάλλευση της «ευκαιρίας» για την επιβολή από ένα, δύο ή τρία ισχυρά Κράτη-μέλη, μιας ακραίας εξισωτικής Δεσποτείας στα άλλα και μάλιστα τα ασθενέστερα.
Μια τέτοια απόπειρα βεβιασμένης (αν όχι βίαιης) εξίσωσης των ανίσων, ξένης προς την πολιτιστική, τη γεωγραφική, την πολιτική και οικονομική ιστορικότητα των Χωρών που συναπαρτίζουν την Ένωση δεν έχει, άλλωστε, σοβαρές ελπίδες επιτυχίας. Ή μάλλον, καμιά ελπίδα.
Είναι βέβαια ιστορικά αναγκαίο να μετεξελιχθεί και να «επικαιροποιηθεί» η Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως μετά τη μεγάλη διεύρυνσή της προς την ανατολή και την παρούσα Κρίση.
Η συζήτηση όμως γι΄αυτή τη μετεξέλιξη, οφείλει να διεξαχθεί με την ισότιμη και την ουσιαστική συμμετοχή όλων των Εταίρων, σε όλα τα στάδια. Χωρίς τετελεσμένα και χωρίς αυτοκρατορικές συμπεριφορές των Γερμανών ή του Γαλλογερμανικού άξονα.
Γιατί το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης υπερβαίνει το χρονικό και τον ιστορικόν ορίζοντα της οικονομικής Κρίσης. Αυτή άλλωστε η Κρίση που απαιτεί, για να αντιμετωπισθεί, κατεπείγουσες αποφάσεις και δράσεις, δεν οφείλεται στην ακαταλληλότητα των Ευρωπαϊκών Θεσμών. Εκτός όλων των άλλων, οφείλεται στην προσωπική ανικανότητα των Ευρωπαϊκών ηγεσιών να προβλέψουν την Κρίση, να αντιληφθούν τις ομολογημένες και τις ανομολόγητες αιτίες και τις πραγματικές διαστάσεις και απειλές της και να την αποτρέψουν ή έστω να την ελέγξουν εγκαίρως.
Ο διάλογος για το μέλλον της Ευρώπης, για τον εμπλουτισμό των στόχων της, για την εξέλιξη των δομών της και την ενίσχυση των θεσμών της, μέσα στο νέο περιβάλλον της οικονομικής παγκοσμιότητας και τη συγκυρία της οικονομικής και γενικότερης Κρίσης, είναι ένα προκλητικό πεδίο διαλόγου, για όλους τους Ευρωπαϊκούς λαούς και κατ’ εξοχήν για μας τους Έλληνες. Για τους Έλληνες της Ελλάδας και τους Έλληνες της διασποράς.
Είναι επίκαιρο να αρχίσουμε τώρα, από αυτό το πανευρωπαϊκού (και εν τέλει παγκόσμιου) ενδιαφέροντος εργοτάξιο ιδεών, την ανοικοδόμηση της νέας εθνικής μας αξιοπιστίας.
Κυρίως όμως, αυτός ο ουσιώδης διάλογος, αποτελεί πρόκληση για όλους τους νέους της Ευρώπης. Αυτοί, θα αξιοποιήσουν το μέχρι τώρα κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα οικοδομήσουν πάνω σ’ αυτό και πέρα απ’ αυτό, την «Ευρώπη του δικού τους μέλλοντος». Γιατί η κυρία Μέρκελ δεν έχει μέλλον!