Μια ανάλυση που περνάει από κόσκινο τα ψιλά γράμματα της υπόθεσης Παπαδήμου
Λάζαρος Ελευθεριάδης
aegeantimes.gr
Πρόκειται για ένα από τα ανοικτά ζητήματα του ελληνικού συνταγματικού δικαίου, εάν το υπάρχον πολίτευμα επιτρέπει τους εξωκοινοβουλευτικούς πρωθυπουργούς.
Στα άρθρα 37 και 38 του Συντάγματος προβλέπεται ρητά η αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας για τον διορισμό πρωθυπουργού, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει έλλειψη δεδηλωμένης στη Βουλή και μόνο εφόσον δεν τελεσφορήσουν οι διερευνητικές εντολές ανοίγει ο δρόμος για διορισμό ως εξωκοινοβουλευτικού πρωθυπουργού που μπορεί να επιλέξει ο ΠτΔ ανάμεσα στα πρόσωπα των προέδρων των τριών ανώτατων δικαστηρίων της Χώρας. Δεν πρόκειται όμως για εφαρμογή της παρ. 4 που αναφέρει ότι διορίζεται πρωθυπουργός όποιον υποδείξει η κοινοβουλευτική ομάδα, γιατί αυτό γίνεται μόνο όταν μιλάμε για τον αρχηγό/εκπρόσωπο του κόμματος που δεν έχει εκλεγεί βουλευτής ή για κόμμα που δεν έχει αρχηγό/εκπρόσωπο.
Υποστηρίζεται βάσιμα ότι αφού το Σύνταγμα στο άρθρο 38 δεν προβλέπει ρητά διορισμό εξωκοινοβουλευτικού πρωθυπουργού (ενώ στο άρθρο 37 δεν υπάρχει αντίστοιχη ρητή πρόβλεψη), ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει αρμοδιότητα να διορίσει τέτοιο άτομο ως πρωθυπουργό.
Μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να διορίσει "αυτόν" που θα υποδείξει η κοινοβουλευτική ομάδα, ακόμη κι αν δεν είναι βουλευτής;
Oι προβληματισμοί για την αποσαφήνιση της δημοκρατικής νομιμοποίησης του πρωθυπουργού και της σχέσης του με τη Βουλή που περιβάλλει με την εμπιστοσύνη ή την ανοχή της, την κυβέρνηση, για τη σχέση του πρωθυπουργού ατομικά με την κοινοβουλευτική ομάδα στην οποία ανήκει, αλλά και για τη σχέση όλων αυτών με το πλαίσιο και τις δυνατότητες ρυθμιστικής παρέμβασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, καθιστούν το θέμα επίκαιρο όχι μόνον ως νομικό θέμα, αλλά ως θέμα κυρίως πολιτικό.
Θα μπορούσε, ωστόσο, να αντιταχθεί ότι από την παρ. 2 συνάγεται πως κατά την αξιολόγηση του συνταγματικού νομοθέτη μόνον οι εξαιρετικές περιπτώσεις παραίτησης ή θανάτου, δικαιολογούν διαδικασία συντομότερη από αυτή των διερευνητικών εντολών και ότι ειδικά η αδυναμία του πρωθυπουργού να ασκήσει τα καθήκοντά του απαιτεί πιο μακρά και λιγότερο επείγουσα διαδικασία, λόγω του ότι είναι μία κατάσταση συχνά ασαφής και δεκτική αμφισβητήσεων, που χρήζει συνολικότερης θεώρησης από τη Βουλή (διαδικασία πρότασης δυσπιστίας) πολύ περισσότερο αφού η "αρχηγό-κεντρική θεώρηση του κομματικού θεσμού, δεν συνάδει με τη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη κατά το άρθρο 38 παρ. 2 Συντ., λαμβανομένης υπόψη και της ρύθμισης του άρθρου 29 Συντ." (σελ. 74).
Σύμφωνα με το Άρθρο 38 παρ2 του Συντάγματος, "όταν παραιτείται ο πρωθυπουργός δεν παραιτείται η κυβέρνηση. Στο διάστημα αυτό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει μέσα σε τρεις ημέρες αυτόν που η κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος αποφασίζει για πρωθυπουργό." Επίσης, "έως ότου διοριστεί ο πρωθυπουργός, τα καθήκοντά του ασκεί ο πρώτος στη σειρά αντιπρόεδρος."
Το Σύνταγμα εφαρμόστηκε ακριβώς τον Ιανουάριο του 1996, όταν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αποχώρησε από την πρωθυπουργία για λόγους υγείας, διατηρώντας ωστόσο την ιδιότητα του προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τότε διορίστηκε πρωθυπουργός ο κ. Σημίτης ο οποίος προχώρησε σε εκλογές 9 μήνες μετά χωρίς να υπάρξει καμία ακυβερνησία στο διάστημα που μεσολάβησε. Υπενθυμίζουμε λοιπόν το Ελληνικό Σύνταγμα, σε ορισμένους υπουργούς του ΠΑ.ΣΟ.Κ έτσι ώστε να σταματήσουν επιτέλους να παίζουν με τη νοημοσύνη μας κάνοντας υπεκφυγές.
Σε περίπτωση που ο πρωθυπουργός παραιτηθεί "ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει Πρωθυπουργό αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος στο οποίο ανήκει ο απερχόμενος Πρωθυπουργός, εφόσον αυτό διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών..." (Άρ. 38 - παρ.2) Στη συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν αν η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ διατηρήσει την απόλυτη πλειοψηφία (151+) στο κοινοβούλιο, τότε η κοινοβουλευτική του ομάδα θα εκλέξει νέο πρωθυπουργό, όπως έκανε το 1996 όταν κι εξελέγη ο Κ. Σημίτης.
Η πρόταση γίνεται το αργότερο σε τρεις ημέρες από την παραίτηση του Πρωθυπουργού. "Αν κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία διερευνητική εντολή για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής" (Αρ. 37 - παρ.2) Κάθε διερευνητική εντολή ισχύει για τρεις ημέρες. Αν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό Κυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Βουλή.
Σε περίπτωση που η κυβέρνηση δεν πάρει ψήφο εμπιστοσύνης, σύμφωνα με την 1η παράγραφο του Άρθρου 38, απαλλάσσεται από τα καθήκοντά της. Και σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 37.
Άρθρο 37 του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον Πρωθυπουργό και, με πρότασή του, διορίζει και παύει τα λοιπά μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς. Πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών.
Αν κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία διερευνητική εντολή για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Αν δεν διαπιστωθεί αυτή η δυνατότητα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος και εάν δεν τελεσφορήσει κι αυτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος. Κάθε διερευνητική εντολή ισχύει για τρεις ημέρες.
Αν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό Κυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Βουλή. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ανατίθεται, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης ή διερευνητική εντολή σε αρχηγό κόμματος, αν το κόμμα δεν έχει αρχηγό ή εκπρόσωπο, ή αν ο αρχηγός ή ο εκπρόσωπος του δεν έχει εκλεγεί βουλευτής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει την εντολή σ` αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος.
Η πρόταση για την ανάθεση εντολής γίνεται μέσα σε τρεις ημέρες από την ημέρα που ο Πρόεδρος της Βουλής ή ο αναπληρωτής του ανακοινώνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη δύναμη των κομμάτων στη Βουλή• η ανακοίνωση αυτή γίνεται πριν από κάθε ανάθεση εντολής. Πρέπει οπωσδήποτε να αναζητηθούν στο Σύνταγμα κριτήρια θεσμικής συμπεριφοράς για παρόμοιες περιπτώσεις, ένα τέτοιο είναι η εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος, η προσπάθεια διαφύλαξης του δημοκρατικού, κοινοβουλευτικού και αντιπροσωπευτικού του χαρακτήρα και της δυνατότητας αυτορρύθμισης των κομμάτων. Η αντικατάσταση του πρωθυπουργού που συνεπάγεται ψήφο εμπιστοσύνης σε νέα κυβέρνηση πόσο στενά μπορεί να συνδέεται με τη σχέση κόμματος και κοινοβουλευτικής ομάδας; Ο εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός είναι μια εξαίρεση στο σύστημα του δημοκρατικού πολιτεύματος και ως εξαίρεση θα πρέπει να προβλέπεται ρητά από τον καταστατικό χάρτη της χώρας. Αλλιώς, όσο κι αν εξυπηρετεί την όποια πολιτική πρακτική κι εξέλιξη, είναι μια στρέβλωση του συστήματος χωρίς θεμελιώδη νομιμοποίηση.
Πέρα από την πολιτική κι αποφασιστική βαρύτητα μιας συμφωνίας της διευρυμένης πλειοψηφίας της Βουλής, θεωρώ ότι το ζήτημα δεν είναι καθόλου αμελητέο από την πλευρά του θεμελίου του πολιτεύματος, που είναι η λαϊκή κυριαρχία.
Πόσοι και Ποιοι πολίτες φορολογούμενοι, θεωρούν αξιόλογα πρόσωπα τον Κον Παπαδήμα και κάθε Κον Προβόπουλο οι οποίοι υπηρέτησαν την ιδιωτική Τράπεζα της “Ελλάδας, απέναντι στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τον σχηματισμό μεταβατικής Κυβέρνησης; Γιατί έπρεπε να είναι Τραπεζίτης και δη εξωκοινοβουλευτικός, όταν υπήρξαν υποψηφιότητες, όπως του Κου Σκουρή , του Κου Δενδρινού, και άλλες? Μήπως τελικά όταν μιλούν για πρόσωπο κοινής αποδοχής εννοούν ΑΠΟΔΕΚΤΟ από τους πραγματικούς επικυρίαρχους της χώρας δηλ. τις Τράπεζες και όχι από τους υπηκόους της;
Κι έτσι παραδίδοντας, μεταμορφώνουν την μελλοντική διάσωση της χώρας σε διάσωση των Τραπεζών, ουσιαστικά αδιαφορώντας για τους Έλληνες πολίτες? Τα σημερινά χρέη της χώρας αφορούν δάνεια και τόκους, προμήθειες επί προμηθειών, αυτής της τραγικής κατάστασης.
Ποτέ και κανένας από τους «σωτήρες» αυτής της χώρας δεν μας είπε τι περιλαμβάνει αυτό το χρέος, το οποίο καλούμαστε να εξοφλήσουμε εμείς.
Μήπως τελικά πληρώνει ο Ελληνικός λαός την κρίση χρέους των Τραπεζών;
Μήπως τελικά πληρώνουμε, εμείς, χρέη τα οποία δημιούργησαν άλλοι;