Συνάντηση με εργαζομένους στον ευρύτερο και στο στενό δημόσιο τομέα, στις ΔΕΚΟ και στις Δημοτικές Επιχειρήσεις, είχε χθες ο Τομεάρχης Εργασίας κ. Νίκος Νικολόπουλος. Δέχτηκε επίσης στα γραφεία της Βουλής εκπροσώπους των εργαζομένων στην ενωμένη κλωστουφαντουργία (Λαναρά) καθώς και το Δ.Σ. των εργαζομένων στον ΟΚΑΝΑ.
Στην τοποθέτησή του ο Αχαιός Βουλευτής μεταξύ άλλων είπε:
Η Κυβέρνηση «αναλαμβάνει το βάρος της ευθύνης της διάλυσης του κεντρικού ελεγκτικού μηχανισμού της χώρας, με το μισθολόγιο και το βαθμολόγιο ενώ όσον αφορά την εφαρμογή της Εργατικής Νομοθεσίας…». Προχωρά στην κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και μέσω της εργασιακής εφεδρείας απολύει χιλιάδες εργαζομένους, που θα επιφέρουν αποτελέσματα στα δημοσιονομικά της πατρίδας. Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Η ειρωνεία είναι, ότι το Δημόσιο κατεδαφίζεται από έναν Παπανδρέου. Η εκδίκηση της ιστορίας Παπανδρέου, το έκανε «extra large», Παπανδρέου το κάνει «θερινό» που λέει και η νεολαία.
Το Δημόσιο ποτέ δεν είχε «δύο πόρτες». Μια είχε, από αυτή που έμπαινες και από αυτήν έβγαινες, όταν έπαιρνες σύνταξη. Τώρα το ΠΑΣΟΚ άνοιξε και δεύτερη -εξόδου- και παραθυράκια για να «πετάει έξω από τα παράθυρα». Η κυβέρνηση «με το πιστόλι στον κρόταφο» - όπως είναι η αγαπημένη της έκφραση – βάζει με τη σειρά της το όπλο στο σβέρκο των υπαλλήλων και τους οδηγεί σε έξοδο, στον κοινωνικό αποκλεισμό, στον «Καιάδα», αφού πρώτα τους έχει τεμαχίσει αργά και βασανιστικά το εισόδημα. Στην αρχή τα δώρα, μετά το μισθό, στη συνέχεια τα επιδόματα και δεν φτάνει αυτό, και πάλι από την αρχή.
Η δήθεν μεταρρύθμιση του μισθολογίου και του βαθμολογίου φέρνει την κατεδάφιση της δημόσιας διοίκησης. Το δε, δήθεν ενιαίο μισθολόγιο, έρχεται μόνο και μόνο διότι πρέπει να υπάρξουν περικοπές.
Μάλιστα η βάση από την οποία ξεκινάει είναι εντελώς εσφαλμένη και αυτό συμπαρασύρει και το βαθμολόγιο. Το διαμόρφωσαν έτσι μόνον και μόνον για να υπάρξει το ενιαίο μισθολόγιο με τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζεται. Άρα η δομή της δημόσιας διοίκησης από πλευράς οργανικών θέσεων και η εξέλιξη των υπαλλήλων, διαμορφώνεται πάνω σε όρους δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αυτό δεν λέγεται μεταρρύθμιση, αυτό είναι κατεδάφιση της δημόσιας διοίκησης. Σε όλο αυτό το πλαίσιο είμαστε αντίθετοι, όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά γιατί και στην ουσία γυρνάμε πίσω.
Προγεφύρωμα αυθαιρεσίας είναι η κινητικότητα. Ο δημόσιος υπάλληλος γίνεται έρμαιο των δήθεν αποσπάσεων, οι οποίες δεν έχουν ούτε καν χρονικό όριο. Στην ουσία, μπορεί ο Υπουργός να πάρει τον οποιονδήποτε και να τον πάει οπουδήποτε, αφού ουσιαστικά υπηρεσιακό συμβούλιο δεν θα υπάρχει. Αυτό που φτιάχνουν έχει μόνον γνωμοδοτική αρμοδιότητα, χωρίς καμιά απολύτως εγγύηση. Ποτέ στην ελληνική δημόσια διοίκηση εκτός από δικτατορικές περιόδους, ποτέ δεν είχαμε τέτοια φαινόμενα. Προχωρούν σε αναγκαστικές μετατάξεις και τέλος, το υπηρεσιακό συμβούλιο όπως το καθορίζουν είναι αντισυνταγματικό. Το άρθρο 103 παρ. 4 θέλει το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο. Αυτό το υπηρεσιακό συμβούλιο φερετζές. Ενιαίο υπηρεσιακό συμβούλιο για όλα τα πράγματα. Για την κινητικότητα αυτό το υπηρεσιακό συμβούλιο. Αυτό το πράγμα δεν θα σταθεί. Τα είπε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, τα λέμε και εμείς.
Το Πολυνομοσχέδιο με το βαθμολόγιο που ψηφίζει επιχειρεί τη μεγαλύτερη κομματική χειραγώγηση του Δημοσίου Τομέα που έχει συντελεσθεί μεταπολιτευτικά. Η οριζόντια, με μόνο κριτήριο τον χρόνο προϋπηρεσίας και το όριο των 21 ετών κατάταξη στον ανώτερο βαθμό, φωτογραφίζει και θέτει σε προνομιακή, δεσπόζουσα θέση μόνο τους δημόσιους υπάλληλους που διορίσθηκαν την περίοδο 81-90.
Δηλαδή η επόμενη γενιά των τμηματαρχών και διευθυντών θα ανήκουν στην ειδική αυτή, προνομιακή κομματικά για την Κυβέρνηση, κατηγορία υπαλλήλων.
Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Το νέο μισθολόγιο γυρίζει το εισόδημα όλων των εργαζομένων στο Δημόσιο Τομέα σε επίπεδα κινδύνου φτώχειας.
Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Με το άρθρο 37 προχωρά στην κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών οργάνων, αφού με τις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 37 ουσιαστικά καταργούνται οι κλαδικές συμβάσεις.
Καταργείται ουσιαστικά ο θεσμός της «ευνοϊκότερης ρύθμισης», και βασικά καθίσταται η ΕΓΣΣΕ, η πιο ευνοϊκή σύμβαση και η σύμβαση που καθορίζει το ανώτατο μισθολογικό επίπεδο.
Η αναστολή των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 11 του νόμου 1876/1990, αποτελεί την ταφόπλακα των κλαδικών συμβάσεων.
Οι δύο αυτές παράγραφοι βασικά ορίζουν ότι μετά από σύμφωνη γνώμη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, ο υπουργός Εργασίας καθιστά υποχρεωτική μία κλαδική σύμβαση για το σύνολο του κλάδου.
Με μία πρωτότυπη μέθοδο, που μόνο σε αρρωστημένα πασοκικά μυαλά μπορεί να υπάρξει, αντί να καταργηθεί η συγκεκριμένη διάταξη, μετατίθεται (!!!;;;) η υλοποίησή της για το 2013!!!
Πώς το έλεγε προεκλογικά ο Κουτρουμάνης:
«Μαζί με ασφάλεια για το μέλλον».
Μάλλον το μέλλον που εννοούσε είναι πολύ μακριά για τους εργαζόμενους….
Προετοιμάζουν το έδαφος και για την …κατάργηση στην πράξη των συλλογικών οργάνων εργοδοτών, όπως η ΕΣΕΕ και η ΓΣΕΒΕΕ, αφού οι εργοδότες που ανήκουν σε αυτές, δεν θα έχουν πλέον κίνητρο συμμετοχής, αφού οι κλαδικές συμβάσεις συνιστούσαν μεγάλο μέρος της δράσης τους.
Συμπερασματικά η αδυναμία της Κυβέρνησης να αντισταθεί στην Τρόικα, κυρίως όμως η ανεπάρκεια της να προτείνει ρυθμίσεις, που θα εξασφαλίζουν στην αγορά Εργασίας ισορροπία και αποδοτικότητα,έχουν σαν αποτέλεσμα αυτές τις αποσπασματικές και ατελέσφορες ρυθμίσεις.
Επιμένω πάντως, ότι και πάλι δεν είναι μόνον αυτό.
Η στόχευση για μείωση των μισθών, μέσα από την κατάργηση των Κλαδικών Συμβάσεων, δεν πρόκειται να προσφέρει στην ζητούμενη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Οικονομίας.
Αυτό προκύπτει απ΄ όλες τις μελέτες και όλες τις έρευνες.
Αντίθετα η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για μείωση των Εισφορών κατά 25%, μειώνει το μη μισθολογικό κόστος και τονώνει την ανταγωνιστικότητα των Ελληνικών Επιχειρήσεων. Με την ευκαιρία θα πρέπει να τονίσουμε για άλλη μια φορά την υποστήριξή μας στη Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και στους κατώτερους μισθούς που προβλέπει.
Και πάλιν δεν είναι μόνο αυτό.
Οι νέες φορολογικές κλίμακες και το «κατέβασμα» του αφορολόγητου στα 5.000€,σωστά χαρακτηρίστηκε απ’ όλους, πράξη ανάλγητη και αντιοικονομική.
Η Κυβέρνηση φορολογεί τους φτωχούς επειδή προφανώς δεν μπορεί να ελέγξει τη φοροδιαφυγή των υψηλών εισοδημάτων.
Εν τούτοις δεν είναι μόνο αυτό.
Εκατοντάδες μετατάξεις ημετέρων υλοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα, με στόχο να εξασφαλισθούν σε «ασφαλείς προορισμούς» τα δικά μας παιδιά, και στη συνέχεια η Εργασιακή Εφεδρεία να «πετσοκόψει» τους αντιπάλους, που θα έχουν απομείνει στους προς συγχώνευση ή κατάργηση οργανισμούς.
Εντέλει, δεν είναι μόνον αυτό.
Η Εργασιακή Εφεδρεία, πετά έξω και πέρα από το Δημόσιο, μια ολόκληρη γενιά έμπειρων και καταξιωμένων υπαλλήλων, με μόνο κριτήριο την ηλικία και τα χρόνια υπηρεσίας.
Έτσι, μετά το κύμα φυγής που δημιούργησε ο Ασφαλιστικός φόβος, που καλλιέργησε η Κυβέρνηση την τελευταία διετία, και οι τελευταίοι εναπομείναντες, «θερίζονται» από την Εργασιακή Εφεδρεία -απόλυση- όπως την υλοποιεί η Κυβέρνηση με τρόπο οριζόντιο και άδικο.
Και πάλι όμως δεν είναι μόνον αυτό.
Οι χιλιάδες άνεργοι στη χώρα μας εκτός από την εργασία, έχουν ανάγκη και τη δικαιοσύνη και την ισονομία και την αξιοπρέπεια.
Τους προειδοποιήσαμε και τους είπαμε: «Μην τολμήσετε να τους τα στερήσετε».
Κάτω από τη γενικευμένη Κοινωνική και Πολιτική κατακραυγή και την πίεση της Νέας Δημοκρατίας, η Κυβέρνηση αναδιπλώθηκε κατά το μέρος που αφορά την εποπτεία και τον έλεγχο των διαδικασιών επιλογής και χρησιμοποιεί πια τον ΑΣΕΠ.
Απομένει όμως παρ’ όλα αυτά το «μεγάλο αγκάθι», ο ρόλος των ΜΚΟ, που θα εκτελέσουν όλο το πρόγραμμα επιλογής του προσωπικού.
Το ζήτημα της Εργασίας, έστω και πεντάμηνη που προσφέρει το πρόγραμμα Κοινωφελούς Εργασίας στους άνεργους, είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και δεν χωρά κομματισμούς, ρουσφετολογία, εκμετάλλευση.
Για τούτο η θέση μας είναι ότι, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του 2190/94 (που εισάγει κριτήρια) πρέπει να είναι υποχρεωτική και όχι προαιρετική. Τέλος, έχουμε πεισθεί ότι η Κυβέρνηση έχει στοχοποιήσει όλους τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα.
Τους έχει μετατρέψει σε μέρος του προβλήματος της χώρας.
Τους έχει στερήσει όχι μόνο το εισόδημά τους αλλά κυρίως την αξιοπρέπειά τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους είναι ανάγκη να μην περάσουν οι ρυθμίσεις του Πολυνομοσχεδίου και να επανέλθει η ηρεμία στο χώρο των υπαλλήλων.
Για μας, οι εργαζόμενοι είναι μέρος της λύσης του προβλήματος του Δημοσίου Τομέα στη χώρα μας.
Πρέπει να τους ξαναδώσουμε την αξιοπρέπειά τους, τα δικαιώματά τους και να τους καλέσουμε, στο πλαίσιο μιας νέας έντιμης κοινωνικής συμφωνίας, να συμβάλλουν στον αγώνα που πρέπει να δώσει η χώρα για να βγει από την κρίση.
Τέλος συζήτηση έγινε και γύρω από το κατά πόσον το επίπεδο των εργαζομένων γυρίζει χρόνια πίσω και όχι στο 2004, όπως είπε ο Αντιπρόεδρος και Υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος πριν λίγες μέρες.
Ο Βουλευτής Αχαΐας αξιοποιώντας στοιχεία που κατέθεσε στη Βουλή η ΕΣΕΕ, επεσήμανε ότι «η επιστροφή της οικονομίας μας στα μεγέθη του 2004 φαντάζει παραμύθι».
Τότε η ανάπτυξη ήταν στο +4,9% όταν σήμερα είναι -5,5%, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν 7,5% του ΑΕΠ.
Το Δημόσιο χρέος στο 98,6% του ΑΕΠ, δηλαδή στα 201,2 δισ. Ευρώ και η ανεργία στο 10,3%.
Σήμερα, το 2011 το έλλειμμα ανέρχεται στο 9,5%, το χρέος στο 157% του ΑΕΠ. Δηλαδή στα 358,3 δισ. Ευρώ, ενώ η στατιστική ανεργία είναι στο 17% και η πραγματική κοντά στο 20%.
Η περίπτωση να γυρίσουμε στα επίπεδα διαβίωσης του 2004, με εξαίρεση τους μισθούς, είναι τόσο εφικτή όσο και η περίπτωση να ξανακάνουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 στην Ελλάδα. Εκτός βέβαια εάν μιλάμε για «ολυμπιακό ρεκόρ κουρέματος».
Ο Τομεάρχης της ΝΔ κατέληξε λέγοντας: «Όλοι μας σήμερα αντιμετωπίζουμε μια συντονισμένη προσπάθεια η οποία πλήττει και οδηγεί στην εξαθλίωση εκατομμύρια συμπολίτες μας. Και όλα αυτά γίνονται στο πλαίσιο μιας υποτιθέμενης προσπάθειας σωτηρίας της χώρας, από τα οικονομικά προβλήματα, τα οποία οι ίδιοι επιτείνουν με την ασκούμενη πολιτική τους.
Άραγε, η ουσιαστική κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η μείωση των μισθών και των συντάξεων και η δημιουργία στρατιάς ανέργων και οικονομικών, στρέφει τη χώρα προς τη σωτηρία ή την καταστροφή;
Οι εξελίξεις, πλέον είναι μη αναστρέψιμες.
Το κακό είναι ότι μαζί με το Δημόσιο πέθανε και ο ιδιωτικός τομέας, λόγω Μνημονίου, και αυτό δημιουργεί ένα μείζον πρόβλημα.
Μέσα σε 2 χρόνια, με λανθασμένες επιλογές και αντιφατικές και αναποτελεσματικές πρακτικές η κυβέρνηση έχει οδηγήσει τη χώρα σε συνολική κρίση της Οικονομίας, της Κοινωνίας και των θεσμών.
Η ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, διακρίθηκε μόνο στην αλαζονεία, τη συκοφάντηση των πολιτικών της αντιπάλων και την επικοινωνιακή διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Με αυτά τα δεδομένα όμως δεν προσφέρουν υπηρεσίες ούτε στη χώρα ούτε και τους πολίτες, για τούτο είναι καιρός να εγκαταλείψουν την εξουσία και να πάμε γρήγορα σε εκλογές».