Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

Μισθολόγιο


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Σύστημα Οικονομικών Απολαβών και Εξέλιξης
Άρθρο 9
Σύστημα μισθολογικής εξέλιξης
1. Οι υπάλληλοι του άρθρου 1 λαμβάνουν το βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό τους.
Περαιτέρω, σε κάθε βαθμό θεσπίζονται μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) στα οποία ο υπάλληλος εξελίσσεται σύμφωνα με της διατάξεις της επόμενης παραγράφου.

2. Τα Μ.Κ. χορηγούνται ανά διετία, με εξαίρεση τα Μ.Κ. των Βαθμών Β και Α, τα οποία χορηγούνται ανά τριετία. Η εξέλιξη των υπαλλήλων στα Μ.Κ. γίνεται αυτοδίκαια με την παρέλευση του ανωτέρω οριζόμενου χρόνου. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που, από της εκθέσεις αξιολόγησής του, προκύπτει ότι ο υπάλληλος δεν έχει επιτύχει την υλοποίηση της προβλεπόμενης στοχοθεσίας σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%), για δύο συνεχή χρόνια, δεν εξελίσσεται μισθολογικά μέχρις ότου επιτύχει το ως άνω ελάχιστο ποσοστό.



3. Τα μισθολογικά κλιμάκια κάθε βαθμού, πέραν του βασικού μισθού που αντιστοιχεί σε αυτόν, είναι τα εξής :



α) Βαθμός Ε : δύο (2) Μ.Κ. για της κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ, τρία (3) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ και πέντε (5) Μ.Κ. για την κατηγορία ΥΕ.



β) Βαθμός Δ : τρία (3) Μ.Κ. για της κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ, τέσσερα (4) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ και έξι (6) Μ.Κ. για την κατηγορία ΥΕ.



γ) Βαθμός Γ : τέσσερα (4) Μ.Κ. για της κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ και πέντε (5) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ.



δ) Τα μισθολογικά κλιμάκια του βαθμού Γ της Υ.Ε. κατηγορίας και των βαθμών Β και Α των λοιπών κατηγοριών καλύπτουν το σύνολο του εργασιακού βίου του υπαλλήλου, μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο αποχώρησή του από την υπηρεσία.



4. Με τη βαθμολογική προαγωγή ο υπάλληλος λαμβάνει το βασικό μισθό του νέου βαθμού ή του μικρότερου Μ.Κ του βαθμού αυτού, ο οποίος είναι υψηλότερος από το βασικό μισθό που κατείχε πριν την προαγωγή του.



Άρθρο 10



Βασικός Μισθός



1. Ο εισαγωγικός μηνιαίος βασικός μισθός του Βαθμού ΣΤ της ΥΕ κατηγορίας προσωπικού ορίζεται σε επτακόσια ογδόντα (780) ευρώ.



2. Οι εισαγωγικοί μηνιαίοι βασικοί μισθοί των υπόλοιπων κατηγοριών προσωπικού προσδιορίζονται με βάση το μισθό της προηγούμενης παραγράφου, πολλαπλασιαζόμενο με της παρακάτω συντελεστές, στρογγυλοποιούμενοι στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ:



ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΑΘΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ



ΔΕ ΣΤ 1,10



ΤΕ ΣΤ 1,33



ΠΕ ΣΤ 1,40



3. Οι βασικοί μισθοί των λοιπών βαθμών όλων των κατηγοριών διαμορφώνονται ως εξής:



α. Του βαθμού Ε με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού ΣΤ σε ποσοστό δέκα τοις εκατό(10%).



Β. Του βαθμού Δ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Ε σε ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%).



Γ. Του βαθμού Γ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Δ σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%).



Δ. Του βαθμού Β με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Γ σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).



Ε. Του βαθμού Α με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Β σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).



4. Οι βασικοί μισθοί των Μ.Κ. των Βαθμών διαμορφώνονται ως εξής:



α) Του πρώτου Μ.Κ. κάθε βαθμού και κατηγορίας με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού αυτού κατά δύο τοις εκατό (2%).



β) Του κάθε επόμενου Μ.Κ. με προσαύξηση του βασικού μισθού του προηγούμενου μισθολογικού κλιμακίου σε ποσοστό ίδιο με αυτό που ορίζεται στην προηγούμενη περίπτωση.



Οι βασικοί μισθοί που προκύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας και της προηγούμενης παραγράφου στρογγυλοποιούνται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ.



Άρθρο 11



Ορισμός Αποδοχών



Οι μηνιαίες αποδοχές κάθε υπαλλήλου αποτελούνται από το βασικό μισθό και τα επιδόματα και τις παροχές των άρθρων 12, 14, 15 16 και 27 του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καταβολής τους.



Άρθρο 12



Επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και απομακρυσμένων και παραμεθόριων περιοχών



1. Εκτός από το βασικό μισθό του υπαλλήλου, δύναται να χορηγηθεί επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως. Οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησής του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.



2. Στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε ζώνη είκοσι χιλιομέτρων από τα χερσαία σύνορα της χώρας και σε νησιά του άρθρου 1 του ν. 287/1976 χορηγείται επίδομα Απομακρυσμένων - Παραμεθόριων Περιοχών, οριζόμενο σε εκατό (100) ευρώ μηνιαίως. Το επίδομα αυτό καταβάλλεται με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι του προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στην Υπηρεσία της περιοχής που δικαιολογεί την καταβολή του. Επίσης καταβάλλεται και για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούν σε θεσμοθετημένες άδειες [κανονικές, συνδικαλιστικές, ειδικές, εκπαιδευτικές μικρής διάρκειας έως δύο (2) μηνών, διευκόλυνσης υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις, μητρότητας και ανατροφής παιδιού], σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια έως έξι (6) ημέρες κατ' έτος, καθώς και αυτής που χορηγείται από δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας του Δημοσίου, πανεπιστημιακές κλινικές, νοσηλευτικούς σχηματισμούς του Ι.Κ.Α. και ιδιωτικές κλινικές, εφόσον έχει προηγηθεί νοσηλεία σε αυτές, η οποία αποδεικνύεται με σχετικό παραστατικό στοιχείο (εισαγωγή, εξιτήριο κ.λπ.).



Για τη συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων εκδίδεται κάθε μήνα βεβαίωση του οικείου προϊσταμένου, η οποία συνοδεύει τη μισθοδοτική κατάσταση.



Σε περίπτωση απομάκρυνσης των υπαλλήλων, για οποιονδήποτε λόγο (όπως ενδεικτικά, μετακίνηση, απόσπαση, μετάθεση, μετάταξη, διάθεση) από την περιοχή, η οποία δικαιολογεί τη χορήγησή του, διακόπτεται ισοχρόνως η καταβολή του με ευθύνη του οικείου Προϊσταμένου.



Άρθρο 13



Επιδόματα Εορτών και Αδείας



1. Το Επίδομα Εορτών Χριστουγέννων ορίζεται σε πεντακόσια ευρώ ( ευρώ 500) και χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους και καταβάλλεται της 16 Δεκεμβρίου κάθε έτους.



2. Το Επίδομα Εορτών Πάσχα ορίζεται σε διακόσια πενήντα ευρώ ( ευρώ 250) και χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι και 15 Απριλίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται δέκα ημέρες πριν από το Πάσχα.



3. Το Επίδομα Αδείας ορίζεται σε διακόσια πενήντα ευρώ ( ευρώ 250) και χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1ης Ιουλίου μέχρι και 30 Ιουνίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται την 1η Ιουλίου κάθε έτους.



4. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού, καταβάλλεται τμήμα επιδόματος ανάλογο με αυτό που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα της μισθοδοσίας του.



5. Τα επιδόματα των παραγράφων 1, 2 και 3 καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων αυτών δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές υπερβαίνουν, κατά την ημερομηνία καταβολής τους, το ύψος αυτό, τα επιδόματα αυτά καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωση τους.



Άρθρο 14



Οικογενειακή παροχή



1. Για την ενίσχυση της οικογένειας των υπαλλήλων, που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, χορηγείται μηνιαία οικογενειακή παροχή, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση των υπαλλήλων, ως εξής:



Για υπάλληλο με τέκνα ανήλικα ή ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, η παροχή ορίζεται σε πενήντα ευρώ (50 ευρώ ) για το πρώτο εν ζωή τέκνο και προσαυξάνεται κατά είκοσι ευρώ (20 ευρώ ) για το δεύτερο εν ζωή τέκνο, κατά πενήντα ευρώ (50 ευρώ ) για κάθε ένα από το τρίτο και τέταρτο εν ζωή τέκνο και κατά εβδομήντα ευρώ (70 ευρώ ) για κάθε ένα από το πέμπτο εν ζωή τέκνο και άνω.



Η κατά τα ανωτέρω παροχή χορηγείται για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας της ή το 19ο έτος, εφόσον φοιτούν στη Μέση Εκπαίδευση.



2. Ειδικά, για τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση, καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), η παροχή δίδεται μόνο κατά το χρόνο φοίτησής τους, που προβλέπεται από τον οργανισμό κάθε Σχολής, σε καμιά της περίπτωση πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.



3. Για τη διακοπή της παροχής, λόγω συμπλήρωσης των ανωτέρω, κατά περίπτωση, ορίων, ως ημέρα γέννησης των παιδιών θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησής της και, προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους.



4. Σε περίπτωση θανάτου του ενός των συζύγων ο επιζών σύζυγος, εφόσον είναι υπάλληλος και έχει τέκνα για το οποία δικαιολογείται η καταβολή της οικογενειακής παροχής, εξακολουθεί να λαμβάνει στο ακέραιο την παροχή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, μέχρι τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για τη διακοπή. Το ίδιο ισχύει και προκειμένου περί συζύγων που τελούν σε διάζευξη ή διάσταση, καθώς και για άγαμους γονείς.



Άρθρο 15



Επίδομα Θέσης Ευθύνης



1. Στους προϊσταμένους οργανικών μονάδων του Δημοσίου, οποιουδήποτε επιπέδου καταβάλλεται, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά της, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης οριζόμενο, κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής:



α) Προϊστάμενοι Διοίκησης:



αα) Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων Διοίκησης, επτακόσια ευρώ ( ευρώ 700)



ββ) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Διοίκησης, τετρακόσια ευρώ ( ευρώ 400)



γγ) Προϊστάμενοι Τμημάτων Διοίκησης διακόσια πενήντα ευρώ ( ευρώ 250)



δδ) Προϊστάμενοι Παιδικών Σταθμών, εκατό ευρώ ( ευρώ 100).



Οι προϊστάμενοι διοίκησης των ΝΠΔΔ και ΟΤΑ δικαιούνται τα ανωτέρω ποσά σε ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%).



β) Προϊστάμενοι Εκπαίδευσης:



αα) Περιφερειακοί Διευθυντές επτακόσια ευρώ (700 ευρώ *ββ) Σχολικοί Σύμβουλοι προσχολικής αγωγής, δημοτικής εκπαίδευσης, ειδικής αγωγής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τετρακόσια ευρώ ( ευρώ 400)



γγ) Προϊστάμενοι Γραφείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Φυσικής Αγωγής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, τριακόσια εβδομήντα ευρώ ( ευρώ 370)



δδ) Διευθυντές Ενιαίων Λυκείων, Επαγγελματικών Λυκείων, ΚΕ.Δ.Δ.Υ και Ε.Ε.Ε.Ε.Κ., τριακόσια πενήντα ευρώ ( ευρώ 350)



εε) Διευθυντές Γυμνασίων, Επαγγελματικών Σχολών, Τετραθέσιων και άνω Δημοτικών Σχολείων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, διακόσια πενήντα ευρώ ( ευρώ 250)



ς') Υποδιευθυντές Σχολικών Μονάδων, Υπεύθυνοι Τομέων Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, Προϊστάμενοι Τμημάτων Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης και Προϊστάμενοι Τμημάτων Εκπαιδευτικών Θεμάτων των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, εκατόν πενήντα ευρώ ( ευρώ 150)



ζζ) Προϊστάμενοι Μονοθέσιων, Διθέσιων και Τριθέσιων Δημοτικών Σχολείων και Νηπιαγωγείων εβδομήντα ευρώ ( ευρώ 70).



2. Το επίδομα της προηγούμενης παραγράφου καταβάλλεται και στην περίπτωση προσωρινής απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του, για οποιαδήποτε αιτία, αλλά όχι πέραν των δύο (2) μηνών συνολικά κατ' έτος.



3. Σε περίπτωση νόμιμης αναπλήρωσης των προϊσταμένων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το επίδομα της αντίστοιχης βαθμίδας καταβάλλεται μετά την παρέλευση διμήνου της αναπληρωτές των θέσεων αυτών. Ειδικότερα, στην περίπτωση κένωσης ή σύστασης θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδας καταβάλλεται το ως άνω επίδομα στο νόμιμο αναπληρωτή, από την έναρξη της αναπλήρωσης.



4. Επί συρροής αξιώσεων για λήψη του επιδόματος από δύο βαθμίδες καταβάλλεται μόνο το ποσό που αντιστοιχεί στην ανώτερη βαθμίδα.



Άρθρο 16



Κίνητρο Επίτευξης Στόχων και Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων



1. Στους υπαλλήλους, οι οποίοι υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες οι οποίες έχουν πετύχει πάνω από 80%, τους ποσοτικοποιημένους στόχους που έχουν τεθεί με βάση το σύστημα αξιολόγησης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, είναι δυνατή η καταβολή Κινήτρου Επίτευξης Στόχων (Κ.Ε.Σ.).



Το Κ.Ε.Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος.



Το Κ.Ε.Σ. μπορεί να καταβάλλεται μία φορά κατ' έτος, μετά από πιστοποιημένη, μέσω της έκθεσης αξιολόγησης, επίτευξη των στόχων κατά το προηγούμενο έτος.



Το Κ.Ε.Σ. που καταβάλλεται στους υπαλλήλους μπορεί να ισούται με προσαύξηση μέχρι 10% του ετήσιου βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό μέχρι και 90% και 25% του βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό από 90% και πάνω.



Εάν η κατά το δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 3%, το Κ.Ε.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των οργανικών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά.



Με τα Προεδρικά Διατάγματα, που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων για την καταβολή του Κ.Ε.Σ., καθώς και τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διαδικασία πιστοποίησης της επίτευξης και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.



2. Στους υπαλλήλους των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητά τους την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, την είσπραξη εσόδων του δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΟΚΑ καθώς και τον προγραμματισμό και έλεγχο αντιστοίχων δαπανών καταβάλλεται, αντί του Κ.Ε.Σ., Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων (Κ.Ε.Δ.Σ.) Το κίνητρο έχει τη μορφή ποσοστιαίας προσαύξησης του βασικού μηνιαίου μισθού κατά το έτος που ακολουθεί εκείνο εντός του οποίου καταγράφηκε η επίτευξη των στόχων με βάση το κατά τα ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης.



Στους υπαλλήλους των υπηρεσιών που επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό άνω του 90% καταβάλλεται προσαύξηση 15% του μηνιαίου βασικού τους μισθού.



Το Κ.Ε.Δ.Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 7% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος.



Εάν η εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 7%, το Κ.Ε.Δ.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά.



Οι υπηρεσιακές μονάδες του προηγούμενου εδαφίου ορίζονται με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης του παρόντος νόμου.



Άρθρο 17



Υπερωριακή εργασία



1. Η καθιέρωση με αμοιβή εργασίας πέρα από τις ώρες της υποχρεωτικής απασχόλησης των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α. επιτρέπεται μόνο για την αντιμετώπιση εποχικών, έκτακτων ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών.



Η υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού εγκρίνεται με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού στην οποία αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που δικαιολογούν την ανωτέρω εργασία πέρα από το Κανονικό ωράριο. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων, το χρονικό διάστημα και οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής τους μέσα στα όρια των πιστώσεων του Προϋπολογισμού τους, μη επιτρεπομένης της επιβάρυνσης του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Οι κατά τα ως άνω ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) ανά υπάλληλο μηνιαίως.



Με την ίδια διαδικασία και προϋποθέσεις επιτρέπεται η καθιέρωση υπερωριακής εργασίας με αμοιβή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες ή κατά τις νυχτερινές ώρες, προς συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας είτε καθ' υπέρβαση αυτής, σε υπαλλήλους που ανήκουν σε υπηρεσίες που λειτουργούν, βάσει νόμου, όλες τις ημέρες του μήνα ή σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση. Ειδικά, στην καθ' υπέρβαση εργασία οι ώρες νυκτερινής, Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών δεν μπορεί να υπερβούν τις δεκαέξι (16) ώρες κατά περίπτωση το μήνα.



Δεν επιτρέπεται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στους προϊσταμένους Διεύθυνσης και Γενικής Διεύθυνσης.



Τα ανωτέρω ισχύουν με την επιφύλαξη της παραγράφου 10 του άρθρου 12 του Ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107Α') και της παραγράφου 7του άρθρου 25 του Ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180 Α') προκειμένου περί υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού, αντίστοιχα.



Δαπάνες υπερωριακής, νυκτερινής και Κυριακών ή εξαιρέσιμων ημερών εργασίας, που πραγματοποιούνται το τελευταίο δίμηνο κάθε έτους, δύνανται να επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, με την προϋπόθεση ότι είχαν προβλεφθεί οι σχετικές πιστώσεις στον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκαν και δεν κατέστη δυνατή η πληρωμή τους.



Αύξηση των συνολικών αρχικών πιστώσεων του προϋπολογισμού για υπερωριακή εργασία και εργασία κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες είναι δυνατή μόνο με απόφασή του Υπουργού Οικονομικών, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του διατάκτη, με εξαίρεση τους Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού.



2. Η κατά τα ανωτέρω εκδιδόμενη απόφαση δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ πέραν του μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η προκύπτουσα σχετική δαπάνη δεν δύναται να υπερβαίνει κατά μήνα το ένα δωδέκατο (1/12) των εγγεγραμμένων πιστώσεων.



3. Η ωριαία αμοιβή των υπαλλήλων που απασχολούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω παραγράφων ορίζεται ως εξής:



α) Για υπερωριακή εργασία απογευματινών ωρών και μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο.



β) Για νυκτερινή εργασία εργάσιμων ημερών που παρέχεται από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, πέρα από την υποχρεωτική, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά δεκαπέντε τοις εκατό (15%).



γ) Για εργασία ημερήσια ή νυκτερινή, που παρέχεται Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες πέραν της υποχρεωτικής:



αα) Από την 6η πρωινή μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).



ββ) Από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά τριάντα τοις εκατό (30%).



δ) Για εργασία νυκτερινή εργάσιμων ημερών που παρέχεται για τη συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας, ίση με το σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) του ωρομισθίου.



ε) Για εργασία νυκτερινή ή ημερήσια Κυριακών και λοιπών εξαιρέσιμων ημερών, που παρέχεται για τη συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας, ίση με το εξήντα τοις εκατό (60%) του ωρομισθίου.



στ) Για το προσωπικό των Υπηρεσιών που λειτουργούν, βάσει νόμου, σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση ή όλες τις ημέρες του μήνα, η ωριαία αμοιβή των προηγούμενων περιπτώσεων β', γ', δ' και ε'' προσαυξάνεται κατά δεκαπέντε τοις εκατό (15%).



4. Το ωρομίσθιο ορίζεται στο ένα διακοσιοστό ογδοηκοστό (1/280) του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου της κατηγορίας του κάθε υπαλλήλου. Το ίδιο ωρομίσθιο ισχύει και για υπαλλήλους αποσπασμένους σε υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μισθολογικό κλιμάκιο που αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας τους, σε συνάρτηση και με τα τυπικά τους προσόντα.



5. Για το εκπαιδευτικό προσωπικό της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την ανάθεση διδασκαλίας του μαθήματος της ειδικότητάς του, προαιρετικής ή υποχρεωτικής (επιμίσθιο), η ωριαία αμοιβή ορίζεται στο ποσό των δέκα (10) ευρώ.



6. Οι υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δεν εμπίπτουν στις ρυθμίσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ247 Α').



7. Εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 32 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α'), καθώς και αυτών της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α').



Άρθρο 18



Αμοιβές συλλογικών οργάνων



1. Τα κάθε είδους μόνιμα ή προσωρινού χαρακτήρα συλλογικά όργανα (συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας κ.λπ.) του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και των Ο.Τ.Α., τα οποία προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή συνιστώνται και συγκροτούνται με διοικητικές πράξεις λειτουργούν εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας των οικείων Υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και δεν καταβάλλεται καμία πρόσθετη αμοιβή ή αποζημίωση στα μέλη τους. Κατ` εξαίρεση στους ιδιώτες - μέλη των ανωτέρω συλλογικών οργάνων καθορίζεται αποζημίωση με απόφαση του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση και μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις ετησίως. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α').



2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του συλλογικού οργάνου για την οικονομία της χώρας ή την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και προκειμένου περί Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μέγεθος, τη σπουδαιότητα και τα στοιχεία του προϋπολογισμού τους, επιτρέπεται η λειτουργία τους εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας και εκτός του χρόνου που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά μήνα ή κατά συνεδρίαση με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού.



Η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να είναι κατά μήνα, μεγαλύτερη από τετρακόσια (400) ευρώ για τον πρόεδρο και τριακόσια (300) ευρώ για τα μέλη και τους γραμματείς. Στους εισηγητές που εκ του νόμου προβλέπεται η συμμετοχή τους, καταβάλλεται αποζημίωση ανά συνεδρίαση, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ποσό των είκοσι (20) ευρώ και για μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις το έτος.



Η ανωτέρω μηνιαία αποζημίωση καταβάλλεται με την προϋπόθεση συμμετοχής σε τέσσερις (4) τουλάχιστον συνεδριάσεις το μήνα. Σε περίπτωση συμμετοχής σε λιγότερες συνεδριάσεις η αποζημίωση περικόπτεται ανάλογα.



3. Σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού, να καθορισθεί αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο ή αξιολογούμενο πρόγραμμα κ.λπ., ανάλογα με τις κατά περίπτωση προκύπτουσες ανάγκες. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης απαγορεύεται να υπερβαίνει το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 για τα μέλη συλλογικών οργάνων.



4. Το σύνολο των πρόσθετων μηνιαίων αμοιβών ή απολαβών των λειτουργών, υπαλλήλων και μισθωτών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου από συμμετοχή σε μόνιμα ή προσωρινά συλλογικά όργανα των υπηρεσιών αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, συμπεριλαμβανομένης και της αναλογίας των επιδομάτων εορτών και αδείας. Οι πάσης φύσεως αμοιβές υπολογίζονται κατά το μήνα πραγματοποίησης της αντίστοιχης εργασίας.



5. Ειδικά για τους εκπαιδευτικούς και το λοιπό προσωπικό που αποδεδειγμένα συμμετέχουν καθ` οιονδήποτε τρόπο στην οργάνωση, διεξαγωγή και υποστήριξη των γενικών και ειδικών εξετάσεων ή άλλης διαδικασίας εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση και την έκδοση των αποτελεσμάτων επιλογής, καθώς και στις εξετάσεις ιδιωτικών, Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων (Ε.ΠΑ.Λ.) και Επαγγελματικών Σχολών (Ε.ΠΑΚ.) και στις αναβαθμολογήσεις γραπτών δοκιμίων μαθητών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης καθορίζεται αποζημίωση με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, μη τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 4.



6. Στις διατάξεις του άρθρου αυτού εμπίπτουν και οι αποζημιώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α).



Άρθρο 19



Επέκταση διατάξεων



Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, οι διατάξεις του παρόντος νόμου επεκτείνονται, εν όλω ή εν μέρει και σε δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής.



Με απόφαση του υπουργού Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται ανάλογα οι αποδοχές του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου του Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ .



Οι αποφάσεις του παρόντος άρθρου εκδίδονται εντός διαστήματος ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος του νόμου και ισχύουν από την ημερομηνία αυτή.



Άρθρο 20



Περικοπή αποδοχών



Σε όλες τις περιπτώσεις αποχής των υπαλλήλων από τα καθήκοντά τους, πλην της απεργίας, ο μήνας λογίζεται για τριάντα (30) ημέρες.



Σε περίπτωση απεργίας ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες.



Τα ποσά από οποιαδήποτε περικοπή αποδοχών των υπαλλήλων, λειτουργών και ενστόλων του Δημοσίου που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου αποδίδονται στους οικείους προϋπολογισμούς από τους οποίους εκταμιεύτηκαν.



Άρθρο 21



Τρίμηνες αποδοχές - Αποδοχές εκπαιδευτικής άδειας



Για τον υπολογισμό των τριμήνων αποδοχών των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. λαμβάνονται υπόψη ο βασικός μισθός και η οικογενειακή παροχή.



Άρθρο 22



Αποδοχές υπαλλήλων που αποσπώνται ή μετακινούνται



Οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή μετακινούνται από την Υπηρεσία τους σε άλλη Υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α. λαμβάνουν τις μηνιαίες αποδοχές της θέσης στην οποία τοποθετούνται με τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησής τους,



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4



Λοιπές Διατάξεις



Άρθρο 23



Συγκρότηση συλλογικών οργάνων της διοίκησης



Στις περιπτώσεις που, για τη νόμιμη συγκρότηση των συλλογικών οργάνων της διοίκησης για τη διεξαγωγή δημόσιων διαγωνισμών ή την ανάθεση ή την αξιολόγηση, παρακολούθηση, παραλαβή προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων, δεν προβλέπεται η συμμετοχή μέλους μετά από υπόδειξη από το αρμόδιο προς τούτο όργανο ούτε η συμμετοχή εκ της θέσεως ή ιδιότητάς του (ex officio), τότε τα μέλη προκύπτουν μετά από διαδικασία κληρώσεως, μεταξύ όλων όσων πληρούν τις προϋποθέσεις από το νόμο να συμμετέχουν στο εν λόγω συλλογικό όργανο. Η κλήρωση διενεργείται από την αρμόδια για την συγκρότηση του συλλογικού οργάνου υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπορεί να ρυθμίζονται τυχόν άλλα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διενέργεια της διαδικασίας κληρώσεως.



Άρθρο 24



Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α'), μετά τη λέξη απολαβές προστίθεται η φράση «ή σύνταξη ή χορηγία».



2. Η περ. α της παραγράφου 2Γ του άρθρου 9 του ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α') καταργείται.



3.Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152 Α), εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου για τους λειτουργούς και υπαλλήλους που δεν εμπίπτουν ρητά στις διατάξεις του.



4. Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α'), όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3871/2010 (ΦΕΚ 141 Α'), αντικαθίστανται ως εξής:



«Ειδικά για έκτακτες υπηρεσιακές ανάγκες και, εφόσον το υφιστάμενο προσωπικό, που ασκεί τα συγκεκριμένα υπηρεσιακά καθήκοντα, δεν επαρκεί, επιτρέπεται η υπέρβαση των εξήντα (60) ημερών, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού. Στην απόφαση αυτή προσδιορίζονται οι ειδικότητες και τα συγκεκριμένα υπηρεσιακά καθήκοντα στα οποία αφορά η υπέρβαση καθώς και ο αριθμός ημερών αυτής, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα (40) ημέρες.».



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5



Μεταβατικές και Τελικές Διατάξεις



Άρθρο 25



Κατάταξη και προϋποθέσεις και κριτήρια επιλογής του υπηρετούντος προσωπικού



1. Οι υπάλληλοι, που υπηρετούν κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος, κατατάσσονται αυτοδικαίως στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν, με βάση τον συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας ως εξής:



α) οι υπάλληλοι των κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ:



αα) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι τρία (3) έτη, στο Βαθμό ΣΤ,



ββ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι εννέα (9) έτη, στο Βαθμό Ε,



γγ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι δεκαπέντε (15), στο Βαθμό Δ,



δδ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι είκοσι τρία (23) έτη για την ΠΕ κατηγορία και είκοσι πέντε (25) έτη για την ΤΕ κατηγορία, στο Βαθμό Γ,



εε) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας περισσότερο από είκοσι τρία (23) έτη για την ΠΕ κατηγορία και είκοσι πέντε (25) έτη για την ΤΕ κατηγορία, στο Βαθμό Β.



β) οι υπάλληλοι της κατηγορίας ΔΕ:



ββ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι έντεκα (11) έτη, στο Βαθμό Ε,



γγ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι δέκα εννέα (19), στο Βαθμό Δ,



δδ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι είκοσι εννέα (29) έτη, στο Βαθμό Γ,



εε) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας περισσότερο από είκοσι εννέα (29) έτη, στο Βαθμό Β.



γ) οι υπάλληλοι της κατηγορίας ΥΕ:



ββ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι δέκα πέντε (15) έτη, στο Βαθμό Ε,



γγ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας μέχρι είκοσι επτά (27), στο Βαθμό Δ,



δδ) με συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας περισσότερο από είκοσι επτά (27) έτη, στο Βαθμό Γ.



Για την κατάταξη των υπαλλήλων που κατέχουν διδακτορικό δίπλωμα κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, καθώς και τους αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφαιρούνται από τον απαιτούμενο χρόνο για την τελική κατάταξη έξι (6) έτη. Για τους κατόχους αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου αφαιρούνται δύο (2) έτη. Σε κάθε περίπτωση η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει σε βαθμό χαμηλότερο του εισαγωγικού, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.



Οι υπάλληλοι που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης κατόπιν επιλογής από το αρμόδιο όργανο και έχουν τον απαιτούμενο χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 4 του παρόντος, κατατάσσονται στο Βαθμό Α.



2. Για την ως άνω κατάταξη, δεν υπολογίζεται:



- ο χρόνος της διαθεσιμότητας,



- ο χρόνος της αργίας που επήλθε είτε εξαιτίας ποινικής δίωξης που κατέληξε σε οποιαδήποτε καταδίκη είτε εξαιτίας πειθαρχικής δίωξης που κατέληξε σε πειθαρχική ποινή τουλάχιστον προστίμου αποδοχών τριών (3) μηνών,



- ο χρόνος της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα,



- ο χρόνος της προσωρινής παύσης,



- ο χρόνος της άδειας άνευ αποδοχών που δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας,



- ο χρόνος της αναστολής άσκησης καθηκόντων,



- το χρονικό διάστημα κατά το οποίο στερήθηκε ο υπάλληλος το δικαίωμα για προαγωγή,



- χρονικό διάστημα ίσο προς το μισό του απαιτούμενου προς προαγωγή χρόνου, σε περίπτωση επιβολής της πειθαρχικής ποινής του υποβιβασμού.



3. Για την κατάταξη, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στο συνολικό χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας δεν υπολογίζεται το μισό του πέραν της δεκαετίας χρόνου, που διανύθηκε με τυπικό προσόν κατώτερης κατηγορίας.



4. Υπάλληλοι, οι οποίοι υπηρετούν σε κατηγορία ανώτερη των τυπικών προσόντων που κατέχουν, κατατάσσονται στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με προσθήκη απαιτούμενου χρόνου για την τελική κατάταξή τους, τρία (3) έτη.



5. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν σε θέσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων οποιουδήποτε επιπέδου, ανεξαρτήτως του βαθμού στον οποίο κατατάσσονται με βάση τα προαναφερόμενα, συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους, μέχρι την επιλογή νέων προϊσταμένων με βάση τις ισχύουσες διατάξεις.



6. Μέχρι την θέση σε πλήρη εφαρμογή του προβλεπόμενου στο άρθρο 4 του παρόντος συστήματος αξιολόγησης, οι κρίσεις για προαγωγή των υπαλλήλων, καθώς και για μονιμοποίηση των δόκιμων υπαλλήλων, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου γίνονται από τα αρμόδια όργανα σύμφωνα με τη διαδικασία, τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις, που ισχύουν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Για τις ως άνω προαγωγές ή μονιμοποιήσεις εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου ποσοστώσεις.



7. Μέχρι τη θέση σε πλήρη εφαρμογή του προβλεπόμενου στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου συστήματος αξιολόγησης, ισχύουν οι προϋποθέσεις επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος νόμου με εξαίρεση τις προϋποθέσεις που αφορούν στην υλοποίηση της στοχοθεσίας σύμφωνα με το σύστημα αξιολόγησης.



Οι υπάλληλοι που, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιλογής σε θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84 του Ν.3528/2007, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος, διατηρούν το δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας για την πλήρωση των θέσεων αυτών, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ανεξάρτητα από το βαθμό στον οποίο κατατάσσονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που επιλεγούν ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων κατατάσσονται ως εξής: α) στο βαθμό Γ' εφόσον επιλεγούν για την πλήρωση θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου Τμήματος , β) στο βαθμό Β, εφόσον επιλεγούν για την πλήρωση θέσης προϊσταμένου Διεύθυνσης και γ) στο βαθμό Α, εφόσον επιλεγούν για την πλήρωση θέσης προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης.



Άρθρο 26



Κατάταξη σε Μισθολογικά Κλιμάκια του Υπηρετούντος Προσωπικού



1. Οι υπάλληλοι που εντάσσονται στους νέους βαθμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου, λαμβάνουν το βασικό μισθό του βαθμού αυτού, ενώ όσοι εξ αυτών έχουν πλεονάζοντα χρόνο στον ίδιο βαθμό εξελίσσονται στα μισθολογικά κλιμάκια του βαθμού αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του παρόντος. Μετά την ανωτέρω μισθολογική ένταξη, η μισθολογική εξέλιξη πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, χωρίς να προσμετράται τυχόν πλεονάζων χρόνος.



2. Σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτουν συνολικές μηνιαίες αποδοχές μεγαλύτερες από αυτές που έπαιρναν οι δικαιούχοι τους κατά τον τελευταίο μήνα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η προκαλούμενη αύξηση καταβάλλεται ως εξής:



α) Εφόσον η μηνιαία αύξηση είναι μέχρι του ποσού των πενήντα (50) ευρώ, αυτή καταβάλλεται άμεσα με την έναρξη εφαρμογής του νέου μισθολογίου.



β) Εφόσον η αύξηση είναι μεγαλύτερη των πενήντα (50) ευρώ και μέχρι του ποσού των εκατό (100) ευρώ, η αύξηση καταβάλλεται ισόποσα σε χρονικό διάστημα δύο ετών.



γ) Εφόσον η αύξηση είναι μεγαλύτερη των εκατό (100) ευρώ, καταβάλλεται ισόποσα σε χρονικό διάστημα τριών ετών.



3. Η καταβολή αποδοχών σε υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου με βάση διατάξεις άλλων κατηγοριών υπαλλήλων του Δημοσίου, στις οποίες δεν ανήκουν οργανικά, δεν επιτρέπεται



4. Τα θέματα του νόμου αυτού δεν αποτελούν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων.



Άρθρο 27



Λοιπές Παροχές, Επιδόματα, Αμοιβές και Αποζημιώσεις



Πέραν των επιδομάτων και παροχών του παρόντος νόμου, όλα τα λοιπά επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις, που καταβάλλονται στους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου αυτού, μέχρι την έναρξη της ισχύος του, με οποιαδήποτε ονομασία και από οποιαδήποτε πηγή, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης, που καταβάλλονται ως επίδομα των υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. α' βαθμού, καταργούνται εφόσον δεν προβλέπεται ρητά η χορήγησή τους από τις διατάξεις του νόμου αυτού. Στα ως άνω καταργούμενα επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις δεν περιλαμβάνονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2606/1998 (ΦΕΚ 89 Α) και της παραγράφου 22 του άρθρου 9 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α').



Άρθρο 28



Αμοιβές προσωπικού Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α.



Στα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α., κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της Διοίκησής τους, ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, καθώς και των λοιπών δημοσίων επιχειρήσεων, οργανισμών και ανωνύμων εταιρειών, που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005 (ΦΕΚ314 Α') όπως έχουν τροποποιηθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1 α του άρθρου 1 του ν.3899/2010 (ΦΕΚ 212 Α') εφαρμόζεται ανώτατο όριο μέσου κατά κεφαλή κόστους αμοιβών προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους.



Για τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου το ανώτατο όριο των μηνιαίων τακτικών αποδοχών για κάθε εκπαιδευτική κατηγορία ΥΕ, ΔΕ, ΤΕ και ΠΕ ισούται με το αντίστοιχο ανώτατο όριο που ορίζεται με τον παρόντα νόμο.



Στα ανωτέρω όρια δεν εμπίπτουν τα διευθυντικά στελέχη που αντιστοιχούν στις θέσεις ευθύνης Τμηματάρχη, Διευθυντή και Γενικού Διευθυντή του παρόντος νόμου. Για τα διευθυντικά στελέχη ως ανώτατη αμοιβή τίθενται οι αποδοχές του Γενικού Γραμματέα υπουργείου.



Το μέσο κατά κεφαλή κόστος αμοιβών, εξαιρουμένων των εργοδοτικών εισφορών, των φορέων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 1.900 ευρώ το μήνα.



Οι ανωτέρω φορείς υποχρεούνται με το πέρας εκάστου τριμήνου και εντός είκοσι ημερών να υποβάλλουν στην Ειδική Γραμματεία ΔΕΚΟ αναλυτικά ποσοτικά στοιχεία για τον έλεγχο τήρησης των ανωτέρω περιορισμών. Σε περίπτωση που προκύπτει υπέρβαση των περιορισμών αυτών οι φορείς υποχρεούνται σε περικοπές το επόμενο τρίμηνο, ώστε αφενός να συμμορφωθούν στα επιβαλλόμενα όρια και αφετέρου να αποκαταστήσουν την υπέρβαση του προηγούμενου τριμήνου. Σε περίπτωση επιχορήγησης του φορέα από τον κρατικό προϋπολογισμό, και εάν διαπιστωθεί μη συμμόρφωση του οργανισμού σύμφωνα με τα ανώτερα, διακόπτεται αυτοδικαίως η επιχορήγησή του.



Η έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου είναι η 01.01.2012.



Άρθρο 29



1. Όπου σε διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή άλλων κανονιστικών πράξεων, γίνεται παραπομπή σε διατάξεις που καταργούνται με τον παρόντα νόμο, νοείται ως παραπομπή στις διατάξεις του παρόντος νόμου που ρυθμίζουν το αντίστοιχο θέμα.



2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των κατά περίπτωση αρμοδίων υπουργών, επιτρέπεται η προσαρμογή διατάξεων προς τις ρυθμίσεις του νόμου αυτού, εφόσον αυτό επιβάλλεται λόγω της μεταβολής του βαθμολογικού συστήματος και τα σχετικά θέματα δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο. Η ισχύς των προεδρικών διαταγμάτων μπορεί να ανατρέχει στην έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.



Άρθρο 30



Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του ή κατά το μέρος που ρυθμίζει θέματα που διέπονται από αυτόν.
Άρθρο 31
Έναρξη Ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει ........................ εκτός από τις διατάξεις για τις οποίες ρητά ορίζεται διαφορετικά.