Ερώτηση του Ευρωβουλευτή Κ. Πουπάκη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Η παρατεταμένη ύφεση, η ανεργία, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, η ακρίβεια και η αυξημένη φορολογία είναι μόνο μερικές από τις αιτίες που συρρικνώνουν το εισόδημα και την αγοραστική δύναμη χιλιάδων νοικοκυριών, ανατρέποντας διαρκώς τον οικογενειακό προϋπολογισμό και προγραμματισμό, και διαμορφώνουν συνθήκες φτώχειας, ανασφάλειας αλλά και αδυναμίας να ανταποκριθούν με επάρκεια στις τραπεζικές υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει σύμφωνα με δεδομένα προηγούμενων εποχών.
Οι περισσότερες τράπεζες προκειμένου να ανακόψουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και τις απλήρωτες πιστωτικές κάρτες προσφέρουν αποσπασματικά, άτυπα και σε διμερές επίπεδο ευνοϊκότερους όρους και προγράμματα διευκόλυνσης, η έλλειψη ωστόσο ενός συνολικού πλαισίου ρύθμισης της υπερχρέωσης εγκυμονεί κινδύνους για τους δανειολήπτες υπονομεύοντας τη διασφάλιση της αναγκαίας καταναλωτικής προστασίας. Προς αυτή την κατεύθυνση ο Ευρωβουλευτής Κ. Πουπάκης στο πλαίσιο κοινοβουλευτικού ελέγχου έθεσε τα ακόλουθα ερωτήματα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
• Σκοπεύει να προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση ή σε σχετική σύσταση για νομοθεσία στα κράτη μέλη, έτσι ώστε να υπάρξει ένα συγκροτημένο και καθολικό πλαίσιο διευκόλυνσης των καταναλωτών από τον τραπεζικό τομέα με διαζευκτικούς άξονες την ελάφρυνση-κούρεμα του συνολικού πληρωτέου ποσού (π.χ. με αφαίρεση τμήματος των τόκων) και την επιμήκυνση του χρόνου καταβολής (χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση);
• Προκρίνει τη λύση του «παγώματος» των πληρωμών χωρίς έντοκη επιβάρυνση για περιπτώσεις μακροχρόνια ανέργων αλλά και ευπαθείς ομάδες, που κατά κοινή ομολογία πλήττονται περισσότερο από τη χρηματοπιστωτική κρίση και ποιά η άποψή της για την παράταση της αναστολής των πλειστηριασμών μέχρι και το τέλος του 2014;
• Σε τί επίπεδα κυμαίνεται το ποσοστό επισφάλειας στην καταναλωτική πίστη στην Ελλάδα τα δύο τελευταία χρόνια;
Ο Έλληνας Ευρωβουλευτής δήλωσε σχετικά: “Στην Ελλάδα, η ακολουθούμενη πολιτική με τις συνεχείς οριζόντιες περικοπές, τα μόνιμα «χαράτσια», τη μανία υπερφορολόγησης, την κατάργηση φοροαπαλλαγών και την επικείμενη εργασιακή εφεδρεία οδηγεί χιλιάδες νοικοκυριά, καταναλωτές αλλά και επιχειρήσεις στα όρια της υπερχρέωσης και της ανέχειας, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν έντονη αδυναμία αποπληρωμής των τραπεζικών τους υποχρεώσεων (στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες κ.α. που έχουν αναλάβει με τους μέχρι σήμερα μισθούς) και να αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο απώλειας σημαντικών περιουσιακών στοιχείων είτε από πλειστηριασμούς -που μόνο προσωρινά έχουν ανασταλεί- είτε από την βίαιη εκποίησή τους υπό το βάρος των χρεών. Με αποτέλεσμα να οδηγούν το ελληνικό νοικοκυριό σε «ανεξέλεγκτη χρεοκοπία». Το κράτος οφείλει να αναλάβει συγκροτημένη δράση διαμορφώνοντας ένα αξιόπιστο πλαίσιο για την ταυτόχρονη διασφάλιση τόσο ενός σταθερού και αναπτυξιακού χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, όσο και της βιωσιμότητας των νοικοκυριών. Την ώρα που οι Έλληνες πολίτες στηρίζουν το Τραπεζικό Σύστημα μέσα από την κοινωνικοποίηση των ζημιών του, θα πρέπει και οι ίδιες οι τράπεζες (που είχαν ωφεληθεί στο παρελθόν πολλαπλώς με την άτοκη εκμετάλλευση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων) να αναλάβουν τις κοινωνικές και οικονομικές τους ευθύνες προχωρώντας σε μια γενναία επαναδιαπραγμάτευση της διάρκειας καταβολής δανείων και του συνολικού χρηματικού όγκου με «κούρεμα» σε τόκους και τοκοχρεολύσια - αναχρηματοδοτήσεις δανείων, τόσο για τους δικαιούχους του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, όσο και για όλους τους υπόλοιπους με τη συμβολή του κράτους. Η στήριξη των τραπεζών θα πρέπει να εγγυάται το δανεισμό σε κάθε βιώσιμη μικρομεσαία επιχείρηση και το ρεαλιστικό διακανονισμό για κάθε ελληνική οικογένεια που βλέπει πλέον καθημερινά το διαθέσιμο εισόδημά της να εξανεμίζεται.”