ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Την εποχή που το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη, μετά την οριακή επικράτησή του στις αμφισβητούμενες εκλογές του 2000, είχε αρχίσει να μετράει αντίστροφα τον χρόνο της παραμονής του στην εξουσία, οι δημοσκοπήσεις, που πάντα τον… συμπαθούσαν, δημιούργησαν ένα καινούριο εύρημα, ώστε ο διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου να μην χρεώνεται την αδυσώπητη πολιτική φθορά του Κινήματος που είχε κληρονομήσει.
Το εύρημα ήταν η «πρωθυπουργική καταλληλότητα». Έξυπνη διατύπωση. Προσπερνούσε τις δημοφιλίες των πολιτικών αρχηγών, και συνέκρινε, τους δυο κύριους διεκδικητές της εξουσίας, σε μια αρένα στην οποία δεν ξεκινούσαν αντικειμενικά από την ίδια αφετηρία. Όταν ο ένας έχει περάσει από το διεκδικούμενο αξίωμα, ενώ ο άλλος όχι.
Έτσι, και μέχρι μερικούς μήνες πριν από την πτώση του ΠΑΣΟΚ από την εξουσία, ο Κώστας Σημίτης εμφανιζόταν ως «καταλληλότερος» για τη θέση του πρωθυπουργού, σε σχέση με τον Κώστα Καραμανλή. Για να μην ξεχνιόμαστε, σε εκείνες τις εκλογές της 7ης Μαρτίου του 2004, η Νέα Δημοκρατία επικράτησε με διαφορά σχεδόν 5% (που μεγάλωσε στις ευρωεκλογές, τρεις μήνες αργότερα), ενώ για λογαριασμό του ΠΑΣΟΚ, την πρωθυπουργία δεν τη διεκδίκησε ο… καταλληλότερος, αλλά ο Γιώργος Παπανδρέου.
Το επόμενο δημοσκοπικό εύρημα, ή καλύτερα… στρέβλωση, ήταν ο «κανένας». Που προϊόντος του χρόνου διαδέχτηκε τον… Κώστα Σημίτη στην πρωθυπουργική καταλληλότητα. Τόσο στις εκλογές του 2007, όσο και σε εκείνες του 2009, ο «κανένας» εμφανιζόταν μέχρι και μερικές ημέρες πριν από τις κάλπες, ως η συνεπής επιλογή των Ελλήνων. Αν δεν κάνουμε λάθος, το 2007 πρωθυπουργός έγινε ο Κώστας Καραμανλής, και το 2009 ο Γιώργος Παπανδρέου.
Σήμερα, με το ΠΑΣΟΚ να υφίσταται πρωτόγνωρη πολιτική φθορά, που προδιαγράφει την εκκωφαντική εκλογική αποδοκιμασία του, και θέτει εν αμφιβόλω την ίδια τη συνέχεια της ιστορικής του ύπαρξης ως κυρίαρχης έκφρασης του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, πάλι οι δημοσκοπήσεις «φλερτάρουν» με τον «κανένα». Τον οποίο εμφανίζουν ως καταλληλότερο πρωθυπουργό, με τον Αντώνη Σαμαρά να έπεται, και τον Γιώργο Παπανδρέου να χάνει συνεχώς έδαφος.
Το παιχνίδι με τον «κανένα», εξυπηρετεί μονάχα εκείνους που ποντάρουν στη διαιώνιση της σύγχυσης, και δεν επιθυμούν τις «καθαρές λύσεις» στην Ελλάδα της κρίσης. Ακριβώς για να διαχειριστούν εκείνοι την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Και τη μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί.
Όσοι δηλώνουν ότι τους εκφράζει ο «κανένας», προφανώς έχουν ξεχαστεί σε μια Ελλάδα που είχε τα περιθώρια να κάνει… το κέφι της. Η εποχή δεν προσφέρεται. Ούτε και η ευθύνη του καθενός απέναντι στη χώρα, την Ιστορία και το μέλλον της. Που δεν συνιστά αόριστη έννοια, αλλά αποτέλεσμα των δικών μας πρωτοβουλιών ή παραλείψεων.
Για να θυμηθούμε και ένα παλαιό, φοιτητικό σύνθημα, ο «κανένας» είναι ενοχή. Μια ενοχική ψήφος, ενδεχομένως έναντι και των δικών μας ευθυνών για μια κρίση που δεν μας άξιζε και θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει. Αν δεν ήμασταν συνηθισμένοι να ζούμε τους μύθους μας. Με δανεικά…