Μέχρι και την επόμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος, υπό τον όρο ότι θα υπάρξει «μετάταξη» των πραγματικών εξουσιών στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, εφόσον το πολίτευμα μετεξελιχθεί σε Προεδρική Δημοκρατία, η Ελλάδα θα παραμένει ένα βαθιά πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα.
Αυτή η πραγματικότητα διαμορφώθηκε στη χώρα μετά την Μεταπολίτευση, κυρίως έπειτα από την Αναθεώρηση του 1985, που συνοδεύτηκε από την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την Προεδρία της Δημοκρατίας, και την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Πρωθυπουργού.
Η συζήτηση βέβαια περί της «λειτουργικότητας» των πολιτευμάτων, είναι εκτενής και σύνθετη. Η εμπειρία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας έδειξε ότι το συγκεκριμένο μοντέλο δεν οδήγησε την πατρίδα μας στην πρόοδο, αλλά συνέβαλε τα μέγιστα στο να καθηλωθεί το μέλλον του τόπου σε ένα αβέβαιο παρόν. Με… δανεικά από το παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα «εκπαιδεύτηκε» στην πρωθυπουργική Δημοκρατία. Με τον εκάστοτε πολιτικό ένοικο του Μεγάρου Μαξίμου, να είναι το σημείο αναφοράς, ο κεντρικός και μόνος πυλώνας πραγματικής εξουσίας στον τόπο. Όχι μόνο ως φυσική παρουσία, αλλά και ως εικόνα.
Με βάση τα παραπάνω, το τελευταίο διάστημα ζούμε ένα θεσμικό παράδοξο, με τον Πρωθυπουργό να «παρίσταται» στον δημόσιο βίο, περισσότερο ως… φήμη. Σε μια οριακή πολιτική συγκυρία για το ΠΑΣΟΚ, με έντονα χαρακτηριστικά ιδεολογικής «αναδιάρθρωσης», ο Γιώργος Παπανδρέου βρίσκεται μισό βήμα πίσω, εκτός του κάδρου της επικαιρότητας.
Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, εκεί που παραδοσιακά είναι το stage του εκάστοτε πρωθυπουργού, για να εξαγγείλει την πολιτική του, μοιράστηκε τον χρόνο, τις εντυπώσεις και τη βαρύτητα των ανακοινώσεων, με τον Ευάγγελο Βενιζέλο.
Δεν αντιπαρατέθηκε ο ίδιος σε όσα είπε ο Αντώνης Σαμαράς το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στη ΔΕΘ, αλλά επέλεξε και πάλι να επενδύσει στη ρητορική του αντιπροέδρου και Υπουργού Οικονομικών.
Ακόμη και η ακύρωση του ταξιδιού του στις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω της κρισιμότητας των στιγμών, όπως αιτιολογήθηκε, δεν συνοδεύτηκε ποτέ από εικόνα ή και ήχο του ίδιου του Γιώργου Παπανδρέου. Τις εξελίξεις τις πληροφορηθήκαμε από την Κυβέρνηση, λες και ο Πρωθυπουργός είχε εκχωρήσει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού.
Στο ξεκίνημα της τρέχουσας εβδομάδας, με την τηλεδιάσκεψη με την τρόικα να κυριαρχεί, και τη στρατηγική της διάχυσης φόβου στην ελληνική κοινωνία να έχει… ικανοποιητικά αποτελέσματα, και πάλι ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι εκείνος ο οποίος σηκώνει το βάρος. Ο Πρωθυπουργός… εντοπίζεται σε «αφηγήσεις» τρίτων, οι οποίοι τον βλέπουν να συναντάται με τον Φίλιππο Πετσάλνικο, και υποψιάζονται ότι συζητά μαζί του για τις εκλογές.
Η στρατηγική που ακολουθεί το Μέγαρο Μαξίμου είναι πολιτικά εξηγήσιμη. Σε κάθε κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός αποτελεί το ισχυρό χαρτί της. Εκείνο που «καίγεται» τελευταίο, και λόγω των προσωπικών εφεδρειών που διατηρεί, σε κοινωνική ανοχή, και διείσδυση σε εκλογικά κοινά, επιτρέπει την παράταση της παραμονής μιας κυβέρνησης στην εξουσία, ακόμη και όταν τα δικά της αποθέματα νομιμοποίησης έχουν εξαντληθεί.
Μόνο που το Μέγαρο Μαξίμου «διαβάζει» εσφαλμένα τα καινούρια δεδομένα που διαμορφώνονται στην κοινωνία. Για την πλειοψηφία των πολιτών, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είναι απλώς «μέρος του προβλήματος», αλλά κεντρικός πρωταγωνιστής του δράματος. Είναι μια εικόνα κυβέρνησης στα τελευταία στάδια παραμονής της στην εξουσία, τότε που έχει «καεί» και το άλλοτε «ισχυρό χαρτί» της.
Έστω και σημειολογικά λοιπόν, ο Γιώργος Παπανδρέου θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί, στο κάδρο των εξελίξεων. Και να σηκώσει το βάρος των συνεπειών μιας πολιτικής αυτοϋπονόμευσης της χώρας, από την επομένη της εκλογικής νίκης του 2009, μέχρι και σήμερα. Ίσως έτσι «προστάτευε» καλύτερα την πολιτική κληρονομιά του επωνύμου του.