ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Αν γυρίσει κανείς το ρολόι της μνήμης επτά χρόνια πίσω, λογικά θα θυμάται τι έκανε, που ήταν, και πω αισθανόταν την Παρασκευή 13 Αυγούστου 2004.
Στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, που είχαν πυροδοτήσει μια ανεπανάληπτη εθνική ανάταση, και είχαν φέρει την Ελλάδα στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος, ως τη χώρα, η ιστορική πρωτεύουσα της οποίας μεταλαμπάδευε το φως της αισιοδοξίας σε ολόκληρη την οικουμένη.
Ήταν μια Ελλάδα πρωταγωνίστρια. Μια Ελλάδα που νικούσε. Μια Ελλάδα που δεν την φόβιζε τίποτα. Μια Ελλάδα με πρωτοφανή εθνική αυτοπεποίθηση, και αντίστοιχα μεγάλη εθνική αισιοδοξία. Μια Ελλάδα που οραματιζόταν ένα καλύτερο μέλλον, όχι στη σφαίρα της φαντασίας, αλλά της απτής και υλοποιήσιμης πραγματικότητας.
Επιστροφή στο σήμερα… Που πήγε αλήθεια εκείνη η Ελλάδα; Πως τα καταφέραμε έτσι; Μέσα σε επτά χρόνια, να διανύσουμε το σύνολο της διαδρομής, από το ένα άκρο στο άλλο. Σαν εκείνους τους πολιτικούς, που ξεκίνησαν από το ένα άκρο των ιδεολογικών διεκδικήσεων, για να καταλήξουν στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Χωρίς ίχνος ντροπής…
Επτά χρόνια μετά, η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Ως η χώρα που απείλησε με χρεοκοπία την ευρωζώνη, επομένως ταρακούνησε τα θεμέλια της παγκόσμιας οικονομίας.
Επτά χρόνια μετά, η Ελλάδα έχει γυρίσει πολλά χρόνια πίσω από το 2004. Δυσκολεύεται να βρει τα πατήματά της. Δυσκολεύεται να ανακτήσει περπατησιά αισιοδοξίας. Δυσκολεύεται να κινητροδοτήσει τις γενιές που έρχονται, αλλά και όσες δεν επιθυμούν να πάνε χαμένες.
Επτά χρόνια μετά όμως, η Ελλάδα έχει και την ευκαιρία για μια νέα, εθνική επανεκκίνηση. Μια νέα εθνική αφετηρία. Στο χέρι μας είναι. Όπως ήταν κάθε φορά. Αρκεί φυσικά να έχουμε μάθει από τα λάθη μας. Και η «επόμενη Ελλάδα», να έχει αφήσει πίσω της παθογένειες, στρεβλώσεις, υστερήσεις και… περιττά φορτία, σε όλους τους τομείς της εθνικής δράσης: Στην πολιτική, στη σκέψη, στην οικονομία, στην κοινωνία.
Για να αλλάξουμε τον κόσμο, πρέπει να αλλάξουμε πρώτα εμείς. Να γίνουμε, η αλλαγή που θέλουμε να δούμε, όπως έλεγε ο Μαχάτμα Γκάντι…